Οι τελευταίες έρευνες δείχνουν πως οι μόνοι κερδισμένοι από το ταραγμένο κλίμα των ημερών είναι η Ζωή Κωνσταντοπούλου και ο Κυριάκος Βελόπουλος. Περίεργος συνδυασμός, αλλά και τι δεν είναι περίεργο πλέον στην πολυκατοικία της αντιπολίτευσης; Ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι ότι το 3,17% των εκλογών του Ιουνίου του ‘23 εμφανίζεται ως άτυπος επικεφαλής της πρότασης δυσπιστίας, ρίχνοντας στην παγίδα εκείνους που την έφτιαξαν. Μια ματιά στο ύφος του κειμένου που κατέθεσαν ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, Πλεύση Ελευθερίας και Νέα Αριστερά αρκεί για να γίνει αντιληπτός ο «γραφικός χαρακτήρας».
Αυτή η ετερόκλητη σύμπραξη μεταξύ κομμάτων που μέχρι χθες αντάλλασαν υβριστικές επιθέσεις και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς, ενώθηκε με ένα μόνο στόχο: Να ρίξει τον Μητσοτάκη. Όμως αυτό δεν είναι πολιτική πρόταση, είναι σύνθημα και μάλιστα μπανάλ. Το επαναλαμβάνουν από το 2019 αλλά σε κάθε εκλογική αναμέτρηση που ακολούθησε έκτοτε, ηττήθηκαν πανηγυρικά.
Τι ακριβώς λοιπόν θα μπορούσε να διαπραγματευτεί για την επόμενη μέρα που ονειρεύεται ο κ. Ανδρουλάκης, ο οποίος θέλει να προβάλλει ως σοβαρός και εναλλακτικός πόλος διακυβέρνησης και όχι ως αντισυστημική μπουλντόζα; Να κερδίσει την Ζωή Κωνσταντοπούλου που μαζεύει τα σταφύλια της οργής με ένα σχεδόν πρωτόγονο ένστικτο επιθετικής επιβίωσης; Θα γίνει άραγε και αυτός εισαγγελέας να μοιράζει καταδίκες και ισόβια, ποδοπατώντας κάθε έννοια ορθολογισμού και δικαίου; Πριν απαντήσει, ας αναρωτηθεί και κάτι άλλο: Γιατί κάποιος να προτιμήσει το αντίγραφο από το πρωτότυπο;
Βέβαια το ποιος θα επιβιώσει από την όψιμη συμμαχία των τεσσάρων, αφορά τα ίδια τα πρόσωπα. Τους πολίτες αφορούν οι πολιτικές, τις οποίες θα κληθεί να εκφράσει όποιος ή όποια τεθεί επικεφαλής, όποτε και εάν επιχειρηθεί η σύμπραξη. Ποιες είναι λοιπόν οι προτάσεις στις οποίες θα μπορούσαν να συμφωνήσουν Ανδρουλάκης, Φάμελλος, Κωνσταντοπούλου και Χαρίτσης; Δεν υπάρχουν.
Ισως αυτό να δικαιολογεί ως ένα βαθμό την απελπισία της αντιπολίτευσης, η οποία κενή από επιχειρήματα και προτάσεις για το καλό της χώρας, καταλήγει να εργαλειοποιεί αδίστακτα την τραγωδία, χωρίς να καταλαβαίνει πως στα Τεμπη ηττήθηκε το κράτος, όχι η κυβέρνηση. Η ίδια απελπισία τους κάνει να υποτιμούν την δύναμη των πολιτών που διαδήλωσαν, μετρώντας τους ως εν δυνάμει ψήφους.
Για αυτό και κατέθεσαν την κοινή πρόταση δυσπιστίας. Σαν μια πρόβα τζενεράλε πριν βγουν μαζί στη σκηνή. Μόνο που τους χωρίζει μια άβυσσος και τους ενώνει ένα λεπτό σκοινί, χωρίς δίκτυ ασφαλείας. Διότι ο αντισυστημικός αφρός των ημερών, κρύβει το κύμα που απειλεί το πολιτικό σύστημα στο σύνολο του.