Δεν θέλει πολύ για να θεριέψει το τέρας του λαϊκισμού και της τοξικότητας. Αρκεί να βρεθούν εκπρόσωποι του λεγόμενου πολιτικού κατεστημένου για να αμφισβητήσουν ό,τι συγκροτεί και συγκρατεί μια σύγχρονη δημοκρατία: Τους θεσμούς της. Η διάκριση των εξουσιών που επικαλείται ο κ. Φάμελλος είναι θεμελιώδης δημοκρατική αρχή, η οποία όμως ακυρώνεται αν δεν συνοδεύεται από τον ανάλογο σεβασμό και εμπιστοσύνη. Χωρίς αυτά, απλά ανοίγεις τον δρόμο για την επέλαση των πολιτικών βαρβάρων.
Η βιολογία μας δίδαξε με τον σκληρό τρόπο πως όταν αντιμετωπίζεις έναν ιό ως ακίνδυνο, τότε κατεβάζεις τις ασπίδες προστασίας, του επιτρέπεις να εισβάλλει στον οργανισμό και να αρχίσει να εκθέτει τα υγιή κύτταρα στη νόσο. Μετά δεν χρειάζεται να κάνεις πολλά. Αρκεί ένα φτέρνισμα των λάθος λέξεων για να μολυνθούν και άλλοι. Μια πολιτική επιδημία που απειλεί την κοινωνία και δύσκολα θεραπεύεται.
Τι έκανε λοιπόν ο κ. Φάμελλος στη Βουλή; Εκείνος λέει πως δεν είπε και τίποτα φοβερό, ούτε έβγαλε καμία ετυμηγορία για κυβέρνηση που δολοφονεί τους πολίτες της. Απλά ερωτήματα, ξαναλέει, πως κατέθεσε. Τι πιο αθώο να ρωτήσει για την συσχέτιση που μπορεί να υπάρχει μεταξύ του θανάτου του γιου της εισαγγελέως Λάρισας με την έρευνα για την τραγωδία των Τεμπών; Τι πιο απονήρευτο θα μπορούσε να κάνει από το να μεταφέρει τα «ερωτήματα της ελληνικής κοινωνίας»; Τι πιο άδολο από το να υιοθετήσει τις πιο ακραίες θεωρίες και να τις περιβάλλει με τον κοινοβουλευτικό μανδύα μιας πρότασης δυσπιστίας;
Υποθέτουμε πως η βεβαιότητα με την οποία απεφάνθη πως «ο ελληνικός λαός δυσπιστεί πλειοψηφικά κατά της κυβέρνησης», προκύπτει από την καταμέτρηση των τρολ στο τουίτερ. Από τις δημοσκοπήσεις πάντως αποκλείεται, αφού εκεί αποτυπώνεται η κατακρήμνιση ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ, η εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του Κυριάκου Μητσοτάκη και η ενίσχυση των ακραίων δυνάμεων δεξιά και αριστερά του δημοκρατικού εκκρεμούς.
Τα πράγματα είναι τρομακτικά απλά. Όταν ο Σωκράτης Φάμελλος ή ο Νίκος Ανδρουλάκης εμφανίζονται πεπεισμένοι πως η κυβέρνηση συγκαλύπτει τα αίτια μιας τραγωδίας και εργαλειοποιούν στυγνά τον εθνικό πόνο, αλείφουν βούτυρο στο ψωμί των ακραίων και τους το σερβίρουν στο κρεβάτι. Όταν δηλώνουν πως δεν έχουν εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη, πυροβολούν τα πόδια τους. Όταν παίζουν πονηρά με τις λέξεις, μπαίνουν σε ένα επικίνδυνο παιχνίδι το οποίο ποτέ δεν θα κερδίσουν. Ένα πολιτικό squid game φτιαγμένο και ραμμένο στις προδιαγραφές των πιο αντισυστημικών και τοξικών δυνάμεων.