Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη
Ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ ανασύρουν από την ντουλάπα του ’12 την ξεχασμένη ρητορική τους, τώρα που θεωρούν ότι χωρίς τον Πάνο Καμμένο μπορούν και πάλι να φορέσουν τα ρούχα του αριστερού. Μετά από τέσσερα χρόνια συγκυβέρνησης με τους δεξιότερα της Δεξιάς ΑΝΕΛίτες, θα απευθύνουν κάλεσμα στον κεντροαριστερό κόσμο, επιδιώκοντας να διαλύσουν το χώρο του Κέντρου και μαζί του την όποια δυναμική έχει το Κίνημα Αλλαγής. Θα ήταν μια «λογική» σκέψη, αν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένα καθαρό κεντροαριστερό κόμμα και κυρίως αν ήταν πραγματικά προοδευτικό. Η πραγματικότητα όμως άλλα αποκάλυψε.
Ο ΣΥΡΙΖΑ του 4% εκτοξεύθηκε στο 37% επειδή εκμεταλλεύθηκε την οργή του κόσμου για τα Μνημόνια, επειδή τράβηξε την πόλωση στα άκρα, επειδή υποσχέθηκε τα πάντα στους πάντες, επειδή είχε «αυταπάτες» και επειδή πάτησε στα αντιδεξιά αντανακλαστικά. Οταν κέρδισε τις εκλογές και είδε ότι δεν μπορούσε να κυβερνήσει μόνος του, αντί να στραφεί στα κεντρώα κόμματα, στράφηκε στους πιο διαθέσιμους πρόθυμους που βρήκε. Ο πολιτικός συνεταιρισμός με τους ΑΝ.ΕΛ. δεν είχε τίποτα αριστερό, τίποτα κεντρώο, τίποτα προοδευτικό, αλλά ο σκοπός τους άγιαζε και τα μέσα τους. Ετσι, η ανίερη συμμαχία με τον ιδεολογικό του αντίπαλο μόνο και μόνο για να κρατηθεί στην εξουσία πλασαρίστηκε ως «έντιμη συμφωνία» για να βγει, υποτίθεται, η Ελλάδα από τα Μνημόνια.
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Αφού πέρασε το πρώτο καταστροφικό εξάμηνο που γονάτισε την οικονομία και πήγε τη χώρα πολλά χρόνια πίσω, η κυβέρνηση άρχισε να εφαρμόζει όλα εκείνα που είχε υποσχεθεί πως δεν θα έκανε: Ψήφισε τρίτο Μνημόνιο, μείωσε μισθούς και συντάξεις, έβαλε φόρους και αύξησε τους ήδη υπάρχοντες και κυρίως τα βρήκε με τους Ευρωπαίους που λοιδορούσε. Οταν όμως -αραια και πού- περνούσε και κάποιο νομοσχέδιο για κοινωνικά και ανθρώπινα δικαιώματα, το οποίο δεν στήριζαν οι εντιμότατοι εταίροι, στρεφόταν στα άλλα κόμματα για να ζητήσει την ψήφο τους.
Είναι δεδομένο πλέον πως μετά από όλα αυτά που έγιναν και που γίνονται ακόμα, η αριστερή καθαρότητα του ΣΥΡΙΖΑ έχει θαμπώσει. Το μοναδικό πραγματικό δίλημμα που πρέπει να απαντηθεί στις επόμενες εκλογές είναι ποιος μπορεί να οδηγήσει τη χώρα στην ανάπτυξη. Ποιος μπορεί να δώσει το επενδυτικό σοκ που χρειάζεται, να ανοίξουν θέσεις εργασίας και να επαναφέρει την κανονικότητα σε μια Ελλάδα που κάποια στιγμή πρέπει να σταματήσει να γλείφει τις πληγές της με επιδόματα και φιλοδωρήματα.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]