Τον Ιανουάριο του 1969, ο Τσεχοσλοβάκος φοιτητής Γιαν Πάλαχ αυτοπυρπολήθηκε στην Πράγα σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την εισβολή των σοβιετικών τανκς τον Αύγουστο του ’68. Tον Σεπτέμβριο του 1970, ο Κερκυραίος φοιτητής Κώστας Γεωργάκης έγινε παρανάλωμα έξω από το δικαστικό μέγαρο της Γένοβας, για να ξυπνήσει τους Ευρωπαίους από την εξοργιστική νιρβάνα τους για τον συνεχιζόμενο βιασμό της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Και την Κυριακή 25 Φεβρουαρίου 2024, ο 25χρονος Αμερικανός Ααρον Μπούσνελ (πιθανόν εβραϊκής καταγωγής) πέταξε το φλεγόμενο, ντυμένο στη στολή της αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας, σώμα του στο κατώφλι της ισραηλινής πρεσβείας στην Ουάσιγκτον, φωνάζοντας ότι δεν θέλει πια να γίνεται συνένοχος σε μια γενοκτονία. Η τελευταία του φράση ενώ καιγόταν ήταν «Free Palestine». Λίγο αργότερα εξέπνευσε στο νοσοκομείο.
Το νήμα που ενώνει τους τρεις νεαρούς αυτόχειρες είναι το ίδιο που οδηγεί εδώ και δεκαετίες εκατοντάδες βουδιστές μοναχούς στο Βιτενάμ, στο κινεζικό Θιβέτ και σε άλλες χώρες της Ινδοκίνας να αυτοπυρπολούνται ως έσχατη πράξη διαμαρτυρίας. Η διαφορά τους με τους φανατικούς «μάρτυρες» (σαΐντ) του αραβο-μουσουλμανικού κόσμου είναι ότι δεν παίρνουν κι άλλους στο λαιμό τους. Στη σκέψη τους επικρατούν η οργή για την αδικία, το αίτημα για ισότητα και ελευθερία, όχι η δίψα για εκδίκηση.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Το Δυτικό μιντιακό σύστημα προσπάθησε να περάσει στα ψιλά την πράξη του Μπούσνελ, που αποδείχθηκε ένας ρομαντικός ουτοπιστής. Υπηρετούσε στο τμήμα κυβερνοασφάλειας σε αεροπορική βάση του Σαν Αντόνιο και οι γνωστοί του τον περιγράφουν ως ένα ήσυχο παιδί, ενεργό στα δίκτυα βοήθειας φτωχών και αστέγων. Ο ίδιος αυτοπροσδιοριζόταν ως αναρχικός, που πιστεύει στην κατάργηση κάθε ιεραρχικής δομής εξουσίας με νόμιμα και ειρηνικά μέσα. Στον αμερικανικό στρατό ο Ααρόν κατατάχθηκε το 2020, αλλά αναζητούσε τρόπο ένταξης σε πολιτικές υπηρεσίες μέσα από το πρόγραμμα SkillBridge.