Οχι ότι δεν έχουμε δει στο παρελθόν ανάλογες επιχειρήσεις μιντιακής χειραγώγησης.
Όπως, π.χ., τους «ομαδικούς τάφους της Τιμισοάρα» το 1989, που αποδείχθηκε ότι αποτελούνταν από πτώματα του νεκροτομείου της πόλης και όχι από θύματα της Σεκουριτάτε του Τσαουσέσκου.
Από την άλλη πλευρά, όμως, η δολοφονία των 8.000 Βόσνιων μουσουλμάνων το 1995 στη Σρεμπρένιτσα ήταν 100% αληθινή και δικαίως χαρακτηρίστηκε γενοκτονία, με τη στενή νομική έννοια του όρου.
Χαμένοι στο πρωτόκολλο
Ολα τα εξωτερικά γνωρίσματα της γενοκτονίας είχε και η επίθεση με χημικά του Σαντάμ Χουσεΐν στα κουρδικά χωριά της Χαλάμπτζα το 1988, όπου φέρονται να χάθηκαν τουλάχιστον 5.000 άνθρωποι. Τυπικά, η σφαγή της Μπούκα και οι αντίστοιχες ρωσικές ωμότητες που καταγγέλθηκαν στο Χοστομέλ και το Ιρπίν, οικισμούς της ευρύτερης περιφέρειας του Κιέβου, δεν ήταν γενοκτονίες, αλλά εγκλήματα πολέμου.
Οπως ακριβώς τα Καλάβρυτα, το Κοντομαρί, το Δίστομο και οι εκατοντάδες άλλες θηριωδίες των Γερμανών στην Ελλάδα. Σκοπός των ναζί δεν ήταν άλλωστε η εθνοκάθαρση -εν αντιθέσει με τους Τούρκους στη Μικρά Ασία σε βάρος Αρμενίων, Ελλήνων και άλλων εθνοτήτων- αλλά η τρομοκράτηση του πληθυσμού και η αντεκδίκηση για τις επιθέσεις των ανταρτών.
Φυσικά, από ένα σημείο και μετά οι νομικοί χαρακτηρισμοί δεν έχουν τόσο σημασία. Τα τεκμηριωμένα ρωσικά εγκλήματα πρέπει να ερευνηθούν, να καταλογιστούν και να τύχουν της δέουσας τιμωρίας – όσο το επιτρέπει η δεσπόζουσα θέση της Ρωσίας στη διεθνή αρχιτεκτονική.
Το γεγονός ότι κανείς στη διεθνή κοινότητα δεν ενδιαφέρεται για τον παράνομη εποικισμό της κατεχόμενης Κύπρου ούτε για την πενταετή εθνοκάθαρση που πραγματοποιεί η Τουρκία στο Αφρίν και άλλα εδάφη της Βόρειας Συρίας είναι μια άλλη, πονεμένη ιστορία.