
Μέσα από σκοτεινές υποθέσεις, μυστηριώδη εγκλήματα και ανατροπές, η συγγραφέας καταδύεται στις σκοτεινές γωνιές της ανθρώπινης ψυχής. Το βιβλίο μάς παρουσιάζει ιστορίες όπου τα συναισθήματα γίνονται όπλα και οι πράξεις αγάπης οδηγούν σε καταστροφή. Το μυθιστόρημα, γεμάτο ένταση και ψυχολογική ανάλυση, φέρνει στην επιφάνεια την ερώτηση: Πώς μπορεί κανείς να σκοτώσει εκείνους που αγαπά περισσότερο; Σε αυτήν τη συνέντευξη, η συγγραφέας μοιράζεται τις σκέψεις και τις επιρροές πίσω από τν δημιουργία του βιβλίου και την εξερεύνηση των βαθιών ψυχολογικών θεμάτων που πραγματεύεται.
Η εικόνα των διαμελισμένων γυναικείων σωμάτων σε βαλίτσες συνδέεται με τη θεματική του βιβλίου για την αγάπη και την καταστροφή. Ποια είναι η σχέση αυτής της εικόνας με τα κεντρικά μηνύματα του έργου;
Η εικόνα αυτή δεν επιλέχθηκε τυχαία∙ είναι βίαιη, σοκαριστική, ταυτόχρονα όμως και βαθιά συμβολική. Δεν αφορά μόνο το κυριολεκτικό έγκλημα, αλλά και την αλληγορική διάλυση της ανθρώπινης υπόστασης, όταν η αγάπη παρεκτρέπεται. Στο συγκεκριμένο βιβλίο, η αγάπη δεν είναι μια ρομαντική, εξιδανικευμένη έννοια. Αντίθετα, παρουσιάζεται ως δύναμη ικανή να σε εξυψώσει ή να σε αφανίσει. Οι γυναίκες στις βαλίτσες δεν είναι απλά θύματα ενός εγκλήματος∙ είναι οι μαρτυρίες μιας αγάπης νοσηρής, μεταλλαγμένης και ανίερης που υπερέβη τα όρια και μετατράπηκε σε όλεθρο. Πρόκειται για ένα σωματοποιημένο σχόλιο πάνω στην εμμονή, στην απώλεια ελέγχου και στη διάλυση της ταυτότητας, όταν τα πάντα υποτάσσονται ολοκληρωτικά στη δύναμη ενός παραμορφωτικού καθρέφτη.
Η φράση «Ο δολοφόνος είναι μονάχα ένα πιόνι» προσφέρει μια αίσθηση ανατροπής και μυστηρίου. Σε ποιον βαθμό η ανατροπή επηρεάζει τον αναγνώστη και την πλοκή του βιβλίου;
Η ανατροπή είναι η καρδιά της αφήγησης, το ρίγος που διατρέχει τη ραχοκοκαλιά της ιστορίας. Η φράση αυτή δεν είναι απλώς ένας αφηγηματικός ελιγμός, αλλά μια προειδοποίηση: Τα πράγματα δεν είναι ποτέ όπως φαίνονται. Ο αναγνώστης βαδίζει σ’ ένα μονοπάτι, όπου κάθε του βήμα μπορεί να τον οδηγήσει σε παγίδα. Το γεγονός ότι οι φερόμενοι ως ένοχοι είναι τελικά μονάχα πιόνια στα χέρια αυτού που κινεί με μεγάλη επιτυχία τα νήματα μετατρέπει το παιχνίδι από απλό whodunnit σε ένα πολυεπίπεδο ψυχολογικό θρίλερ. Η ανατροπή εδώ δεν αποτελεί αυτοσκοπό ούτε βασίζεται σε «ευκολίες». Αντίθετα, αναδύεται οργανικά μέσα από τα ίδια τα γεγονότα, τις λεπτομέρειες και τα στοιχεία που έχουν δοθεί εξαρχής. Μόνο που η αλήθεια είναι τόσο καλά κρυμμένη που δεν αποκαλύπτεται πριν από τις τελευταίες σελίδες.
Η μνήμη και η απώλεια της μνήμης είναι κεντρικά θέματα του βιβλίου. Ποιες είναι οι συνέπειες αυτών των θεμάτων για την προσωπική ταυτότητα των χαρακτήρων και τη διαχείριση του πόνου τους;
Η μνήμη, ή μάλλον η απουσία της, αποτελεί τον πιο ύπουλο αντίπαλο του επιθεωρητή Ρούπερτ Κίλερ. Η ταυτότητα του καθενός μας δεν είναι τίποτα άλλο από ένα σύνολο στιγμών, αποφάσεων και εμπειριών που έχουν καταγραφεί στο μυαλό μας. Όταν αυτή η αλυσίδα διαρρηγνύεται, όταν το «ποιος είμαι» αντικαθίσταται από μια θάλασσα με post-it, τότε η ταυτότητα γίνεται ρευστή, φθαρτή και επικίνδυνα ασταθής. Η απώλεια της πρόσφατης μνήμης του αποξενώνει τον Κίλερ από το παρόν, αλλά το παρελθόν του -ιδίως εκείνο το συγκεκριμένο, τραγικό συμβάν που τον έχει σημαδέψει- παραμένει οδυνηρά ζωντανό, στοιχειώνοντάς τον. Ο πόνος λοιπόν και η διαχείριση αυτού αποτελούν καθοριστικό στοιχείο της πλοκής.
Ο επιθεωρητής Ρούπερτ Κίλερ και η συνεργάτιδά του, Ντανιέλα Τσο, αναλαμβάνουν την έρευνα ενός αινιγματικού εγκλήματος. Τι χαρακτηριστικά τους καθιστούν ικανούς να λύσουν αυτό το σκοτεινό μυστήριο;
Ο Ρούπερτ Κίλερ είναι ένας επιθεωρητής που δίνει μια τιτάνια μάχη όχι μόνο με το έγκλημα, αλλά και με τον ίδιο του τον εαυτό. Παρότι χάνει τη βραχεία μνήμη του, αντισταθμίζει αυτή την απώλεια με ευφυείς μηχανισμούς επιβίωσης, μέσω της τεχνολογίας, της επιμονής και της διορατικότητάς του. Είναι ένας χαρακτήρας βαθιά τραγικός, αλλά και εντυπωσιακά αποτελεσματικός. Στο πλάι του η Ντανιέλα Τσο, με την οξυδέρκεια και το θάρρος της, λειτουργεί ως αντίβαρο σταθερότητας.
Ο τίτλος «Σ’ ΑΓΑΠΩ ΜΕΧΡΙ ΘΑΝΑΤΟΥ» υποδηλώνει μια έντονη, σχεδόν καταστροφική αγάπη. Πώς οι χαρακτήρες του βιβλίου εκφράζουν αυτή την ιδέα της αγάπης που μπορεί να οδηγήσει στην καταστροφή και τι συμβολίζει αυτή η τραγική αγάπη;
Ο τίτλος «Σ’ αγαπώ μέχρι θανάτου» στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα δεν είναι σε καμία περίπτωση ποιητικός ή ρομαντικός∙ είναι μια κραυγή απελπισίας, ένα μοιραίο προμήνυμα. Στην ιστορία, απλοί, καθημερινοί άνθρωποι φτάνουν στο έγκλημα, σκοτώνοντας μάλιστα αυτούς που αγαπούν πιο πολύ στον κόσμο. Γίνονται πιόνια σε μια παρτίδα που άλλος κινεί τα νήματα, θύματα μιας ψυχολογικής και συναισθηματικής χειραγώγησης που ξεπερνά τα όρια του εφιάλτη. Και όταν η «μαριονέτα» αντιλαμβάνεται πλέον τι ακριβώς έχει κάνει, τότε είναι πολύ αργά πια για να σπάσει τα «σκοινιά» που την κρατάνε δέσμια. Ο αναγνώστης αναγκάζεται λοιπόν να αναρωτηθεί: Πόσο καλά γνωρίζουμε εκείνους που αγαπάμε; Και πόσο ασφαλείς είναι οι αγαπημένοι μας από… εμάς τους ίδιους; Διότι πολλοί θα σκότωναν γι’ αυτούς που αγαπούν πιο πολύ… Λίγοι όμως θα σκότωναν αυτούς που αγαπούν πιο πολύ!