Γράφει ο Γιώργος Κύρτσος*
Στην πράξη όμως η κοινοβουλευτική πλειοψηφία δεν μπορεί να συμβάλει στην αντιμετώπιση των μεγάλων οικονομικών προβλημάτων, ενώ λειτουργεί ολοένα περισσότερο απομονωμένη από την κοινωνία.
Παρόμοια αποτελέσματα
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, μεταξύ των οποίων της Opinion Poll για τον «Ελεύθερο Τύπο», της Pulse για το iefimerida.gr και της Mark για τον τηλεοπτικό σταθμό Alpha, δίνουν σε γενικές γραμμές τα ίδια αποτελέσματα.
Η Ν.Δ., η οποία έχασε τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 από τον ΣΥΡΙΖΑ με 8 μονάδες διαφορά, έχει φύγει πολύ μπροστά και προηγείται του κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς κατά μέσο όρο με 10 μονάδες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει συνεχώς δυνάμεις και, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, έχει πέσει και κάτω από το όριο ασφαλείας του 25%, με τάση παραπέρα υποχώρησης. Αυτοί που δηλώνουν δυσαρεστημένοι με το κυβερνητικό έργο ξεπερνούν το 80% ή και το 85% του συνόλου των ερωτηθέντων. Τους τελευταίους μήνες η αποστασιοποίηση των ψηφοφόρων από τον ΣΥΡΙΖΑ, η οποία είχε καταγραφεί στις δημοσκοπήσεις του Ιουνίου, μετατράπηκε σε πλήρη αντίθεσή τους σε αυτόν.
Σύμφωνα με τις έρευνες της κοινής γνώμης, περίπου δύο στους τρεις συμπολίτες μας δεν θέλουν πλέον να έχουν καμία σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ και δεν του δίνουν καμία πολιτική ευκαιρία. Ωρίμασαν οι συνθήκες για να περάσουν πολλοί από τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ από την απογοήτευση στην οργή και την αγανάκτηση.
Πρόβλεψη για «γαλάζια» νίκη
Η μεγάλη αποσυσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ συνοδεύεται, όπως είναι φυσικό, από έλλειψη αγωνιστικής διάθεσης. Τα στελέχη επιδιώκουν την παραμονή στην εξουσία με κάθε τρόπο για να συνεχίσουν τη νομή της, ενώ η εκλογική και κοινωνική βάση του ΣΥΡΙΖΑ πιστεύει σε ολοένα μικρότερο ποσοστό την κυβερνητική προοπτική του. Η παράσταση νίκης στις δημοσκοπήσεις που αναφέρουμε είναι υπέρ της Ν.Δ. σε ποσοστό 54%-64%, ενώ για τον ΣΥΡΙΖΑ κινείται μεταξύ 14%-26%. Σπάνια καταγράφεται τέτοια διαφορά στην αντίληψη της κοινής γνώμης για την εκλογική προοπτική της Ν.Δ. και του ΣΥΡΙΖΑ. Η τόσο μεγάλη διαφορά φαίνεται να προεξοφλεί την παραπέρα ενίσχυση της Ν.Δ. και την παραπέρα υποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Aνετη επικράτηση
Ανετη είναι πλέον και η επικράτηση του προέδρου της Ν.Δ. Κυριάκου Μητσοτάκη στην προσωπική πολιτική σύγκριση με τον πρωθυπουργό κ. Τσίπρα. Ο τελευταίος αποτελούσε, πριν από την αλλαγή ηγεσίας στη Ν.Δ. και τη μεγάλη κυβερνητική φθορά του ΣΥΡΙΖΑ, το μεγάλο επικοινωνιακό και πολιτικό «ατού» της κυβερνητικής παράταξης.
Τώρα πλέον τα ηγετικά, πρωθυπουργικά του χαρακτηριστικά έχουν εξασθενήσει και δεν συγκρίνονται με τα αντίστοιχα του κ. Μητσοτάκη. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις που αναφέραμε, ο κ. Μητσοτάκης έπεισε υπερδιπλάσιους συμπολίτες μας απ’ ό,τι ο κ. Τσίπρας με την ομιλία του στη ΔΕΘ, ενώ το πρωθυπουργικό του πλεονέκτημα είναι της τάξης του 40%-50% σε σύγκριση με το βασικό του αντίπαλο.
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
Ο κ. Τσίπρας εμφανιζόταν πριν από 18 μήνες ως ο εκφραστής του νέου, είχε εξαιρετικά δυναμικό ηγετικό προφίλ και δημοτικότητα της τάξης του 60%-65%. Σήμερα πλέον συμβολίζει μία εξουσία η οποία χαρακτηρίζεται από υποκρισία, ασυνέπεια, ιδιοτέλεια και αναποτελεσματικότητα. Εκφραστής του νέου στην πολιτική ζωή είναι, με βάση τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων, ο πρόεδρος της Ν.Δ. κ. Μητσοτάκης, αν και εξακολουθεί να είναι υψηλό το ποσοστό των πολιτών που κρατούν αποστάσεις από την πολιτική ζωή, απορρίπτοντας τη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ και την πολιτική ηγεσία τους.
Αρνητική προοπτική
Η κυβέρνηση έχει χάσει μεγάλο μέρος των δυνάμεών της επειδή δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει το 2015 και το 2016 τα μεγάλα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, τα οποία εκμεταλλεύτηκε ο ΣΥΡΙΖΑ για να αποκτήσει δυναμική εξουσίας. Το χειρότερο γι’ αυτήν είναι ότι έχει δρομολογήσει, με τα λάθη και τις παραλείψεις της, την επιδείνωση της κατάστασης για σημαντικούς κλάδους της οικονομίας και τους περισσότερους πολίτες, που δοκιμάζονται ήδη από την κρίση.
Η επιστροφή στην ανάκαμψη και στην ανάπτυξη, την οποία είχε δρομολογήσει η κυβέρνηση Σαμαρά, φαίνεται να καθυστερεί κι άλλο, ενώ η πολιτική που εφαρμόζεται θα αποκτήσει χαρακτηριστικά φορολογικού και ασφαλιστικού οδοστρωτήρα από τις αρχές του 2017.
Ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας και το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης προσπαθούν να κατασκευάσουν κάποιες καλές οικονομικές ειδήσεις, όπως η επικείμενη αναδιάρθρωση του χρέους του Ελληνικού Δημοσίου, για να συγκρατήσουν την πολιτική τους πτώση.
Η επιχειρηματολογία που αναπτύσσουν δεν έχει μεγάλη σχέση με την πραγματικότητα εφόσον η καθυστέρηση στην εφαρμογή των συμφωνηθέντων σε ό,τι αφορά τις διαρθρωτικές αλλαγές στην επίτευξη σταθερού και αυξανόμενου πρωτογενούς πλεονάσματος, έχει πάει πιο πίσω την αναδιάρθρωση του χρέους, η οποία αποφασίστηκε σε πολιτικό επίπεδο ήδη από τα τέλη του 2012.
Οπως όλα δείχνουν, οι Ευρωπαίοι εταίροι και πιστωτές θα περιμένουν να περάσει το εκλογικό 2017 για να πάρουν τις σχετικές αποφάσεις. Αλλωστε έχουν ήδη δεσμευτεί ότι ο κύριος όγκος της αναδιάρθρωσης του χρέους θα ακολουθήσει την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος-Μνημονίου, η οποία είναι προγραμματισμένη για τον Αύγουστο του 2018.
Δεν υπάρχουν λοιπόν οι προϋποθέσεις για κάποια μεγάλη διευκόλυνση της Ελλάδας στο άμεσο μέλλον, η οποία θα μπορούσε να αλλάξει το κλίμα και να περάσει μετά από μία περίοδο εννέα, δώδεκα ή δεκαπέντε μηνών στην καθημερινότητα των πολιτών.
Αντίθετα, η οικονομική πολιτική που εφαρμόζει η κυβέρνηση οδηγεί σε νέες μεγάλες δοκιμασίες κατά τη διάρκεια του 2017, ενώ το 2018 έχει προγραμματιστεί να είναι εξαιρετικά οδυνηρό. Κατά τη διάρκεια του 2018 προβλέπεται να μειωθούν και οι κύριες συντάξεις οι οποίες έχουν ήδη δοθεί, να επιτευχθεί εξαιρετικά υψηλό πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ και να ενεργοποιηθεί, σε περίπτωση μεγάλων δημοσιονομικών αποκλίσεων, ο πολυσυζητημένος «κόφτης».
Ακόμη και αν η κυβέρνηση εφάρμοζε με αποτελεσματικό τρόπο μια δύσκολη οικονομική πολιτική και είχε διατηρήσει σημαντικές κοινωνικές και πολιτικές εφεδρείες, δύσκολα θα άντεχε τις δοκιμασίες που περιγράψαμε.
Επιτάχυνση προετοιμασίας
Η διαφαινόμενη επιτάχυνση των πολιτικών εξελίξεων δημιουργεί νέες υποχρεώσεις για τη Ν.Δ. Επικρατεί πλέον με άνεση σε ό,τι αφορά τη σύγκριση με τον ΣΥΡΙΖΑ και δεν υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες για πολιτική και εκλογική ανάκαμψη του τελευταίου. Από την άλλη πλευρά, το πολιτικό σκηνικό είναι εξαιρετικά σύνθετο, με ένα σημαντικό ποσοστό των συμπολιτών μας να έχει απομακρυνθεί από την πολιτική, την άκρα Δεξιά να φαίνεται ικανή να αξιοποιήσει το συνδυασμό της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης με το προσφυγικό-μεταναστευτικό και μικρότερες πολιτικές δυνάμεις, ιδιαίτερα της Αριστεράς, αλλά και του δεξιόστροφου λαϊκισμού, να συντηρούν την πολυδιάσπαση δυνάμεων.
Το γενικό συμπέρασμα είναι ότι όσο ενισχύεται το σενάριο της επιτάχυνσης των πολιτικών εξελίξεων λόγω της αδυναμίας του ΣΥΡΙΖΑ τόσο πρέπει να βάλει τα δυνατά της η Ν.Δ. για να ξεπεράσει τα εμπόδια που περιγράψαμε και να προετοιμάσει την αποτελεσματική άσκηση της εξουσίας.
*Ο Γιώργος Κύρτσος είναι ευρωβουλευτής της Ν.Δ.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής