Tο eleftherostypos.gr δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.
Το εμβληματικό μυθιστόρημα του Μιγκέλ ντε Θερβάντες μεταφέρεται στο θεατρικό σανίδι, με δυνατή διασκευή κι εκλεκτό θίασο που… κυνηγάει ανεμόμυλους σε όλη την Ελλάδα.
Δε χρειάζεται να έχει διαβάσει κανείς το πρωτότυπο κείμενο των αρχών του 17ου αιώνα, που θεωρείται από πολλούς ως το πρώτο μοντέρνο, ευρωπαϊκό μυθιστόρημα. Ή να ξέρει το μιούζικαλ του 1965, που μας χάρισε το -κλασικό πια- “The Impossible Dream”, τραγούδι-ύμνο για την πίστη στο όνειρο. Ούτε να έχει δει την κινηματογραφική μεταφορά του “Ο Άνθρωπος από την Μάντσα”, με τον Πήτερ Ο’ Τουλ και τη Σοφία Λόρεν.
Ο ψηλόλιγνος Δον Κιχώτης, με το τσιγκελωτό μουστάκι, τη σκουριασμένη πανοπλία και το στραβωμένο ξίφος, έφιππος πλάι στον στρογγυλό Σάντσο Πάντσα και το μουλάρι του, είναι φιγούρα ανεξίτηλα χαραγμένη στο συλλογικό ασυνείδητο. Μας έχει κληροδοτήσει το αρχέτυπο του κατ’ επιλογήν ιππότη, που τολμά να παλεύει για έναν ιδανικό κόσμο. Ακόμα κι όταν αυτός ο κόσμος υπάρχει μόνο στη φαντασία του.
Η θεατρική μεταφορά
Την εξαιρετική διασκευή του έργου υπογράφει ο συγγραφέας Άκης Δήμου. Τιμά την επεισοδιακή δομή του πρωτότυπου κειμένου, και αντιδιαστέλλει το λυρισμό του κεντρικού ήρωα με γειωμένο, σημερινό χιούμορ. Τη σκηνοθετική σκυτάλη παραλαμβάνει ο Γιάννης Μπέζος.
Είναι δύσκολος, κωμικοτραγικός, ο ρόλος του Δον Κιχώτη. Κι αυτό γιατί η κωμωδία, αλλά και το συναίσθημα, προκύπτουν από τη συνθήκη, από τη ματιά των άλλων. Ο ρομαντικός τρόπος με τον οποίο εκφράζεται προσφέρει μια σωρεία από κωμικές “πάσες” στους συμπρωταγωνιστές του. Όσο πιο ειλικρινά και σθεναρά υποστηρίζει τα πιστεύω του, τόσο πιο έντονη η πρόσκρουση με την πραγματικότητα, τόσο πιο δυνατή η κωμωδία.
Ο ρόλος χρήζει ενός ηθοποιού με την ερμηνευτική ευελιξία του Βλαδίμηρου Κυριακίδη, γιατί η πρόκληση είναι να γελάσουμε μαζί του, χωρίς να τον λυπηθούμε. Πλαισιώνεται από γερά, κωμικά ταλέντα: ο Θανάσης Τσαλταμπάσης ως Σάντσο και η Παρθένα Χοροζίδου ως Μαριτόρνα, παίρνουν τις πάσες του Δον Κιχώτη και καρφώνουν ατάκες γενναιόδωρα.
Ακριβώς στη μέση των δύο κόσμων, του πραγματικού και του “Δονκιχωτικού”: η Δουλτσινέα.
Το πραγματικό, το φαντασιακό, και η Δουλτσινέα
Για μένα, η Δουλτσινέα είναι το κλειδί της ερμηνείας και της κατανόησης του έργου, η νοηματική πυξίδα του. Η Νάντια Κοντογεώργη καλείται να χρησιμοποιήσει την ευρεία, ακονισμένη ερμηνευτική φαρέτρα της για να υπηρετήσει δύο χαρακτήρες. Είναι, ταυτόχρονα, η πραγματική, αγράμματη, απότομη χωριατοπούλα που εκτρέφει γουρούνια, και η φαντασιακή, καλλιεργημένη, ευγενής Δουλτσινέα, όπως καθρεφτίζεται στα ερωτοχτυπημένα μάτια του Δον Κιχώτη.
Στην πορεία του έργου, η Δουλτσινέα μοιάζει να ενσαρκώνει το όραμα του Δον Κιχώτη. Ανακαλύπτει την “κρυμμένη” αρχόντισσα μέσα της, πιστεύει κι επιλέγει συνειδητά αυτήν την πλευρά του εαυτού της. Τελικά, ίσως το τρελό όνειρο να μην είναι και τόσο τρελό. Ο απρόσμενος, ανεκπλήρωτος έρωτας να βρει χαραμάδα για να εκπληρωθεί. Μια μικρή, χρυσή τομή ανάμεσα στο πραγματικό και το φαντασιακό.
Γιατί, αν δεν είναι αυτό Έρωτας, το να ανακαλύπτεις και να αγαπάς κομμάτια του εαυτού σου μέσα από την επαφή με τον Άλλο… Τότε τί είναι;