Η νομενκλατούρα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ενωσης είχε επιλέξει τον φέρελπι Γκορμπατσόφ αρκετά προτού του παραδώσει την εξουσία, το 1985. Εβλεπαν τη χώρα να σαπίζει από τη στασιμότητα της μπρεζνιεφικής περιόδου, να χάνει έναν πόλεμο στο Αφγανιστάν, να χάνει την ιδεολογική της αίγλη, να ηττάται κατά κράτος σε οικονομικό επίπεδο από τη Δύση. Αναζητούσαν λοιπόν έναν σωτήρα να την αναμορφώσει – προς ποια κατεύθυνση ούτε οι ίδιοι δεν ήξεραν καλά-καλά. Ο ασθενής, όμως, δεν έπαιρνε γιατρειά, καθώς οι ίδιοι οι νοσηλευτές του, οι ηγέτες των επιμέρους σοβιετικών δημοκρατιών, είχαν αποφασίσει να του τραβήξουν τα σωληνάκια και να μοιραστούν τα ιμάτιά του. Ο Γκορμπατσόφ ήταν απλώς ο εκτελεστής της διαθήκης.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Ομως κακά τα ψέματα, αυτό που συνέβη το 1991-92 ήταν μια ξεκάθαρη ήττα της ΕΣΣΔ στον Ψυχρό Πόλεμο, που παραλίγο να οδηγήσει σε διάλυση ακόμη και την ίδια τη Ρωσία επί εποχής Γιέλτσιν.
Σε δημοσκόπηση του 2021, το 70% των Ρώσων είπε ότι η χώρα είχε πάρει στραβό δρόμο επί εποχής Γκορμπατσόφ, φορτώνοντάς του τα δεινά της δεκαετίας 1990-2000. «Εγώ δεν είμαι τσάρος», έλεγε ο εκλιπών, δικαιολογώντας τις ευαισθησίες του για τις ατομικές ελευθερίες, που τόσο είχαν λείψει από τον ρωσικό λαό. Ναι μεν ο Γκορμπατσόφ υποβίβασε τη Ρωσία σε δύναμη β’ διαλογής, αλλά για μια 30ετία απομάκρυνε το φάσμα ενός πυρηνικού πολέμου, κι αυτό του πιστώνεται. Τώρα, ο Θεός να βάλει το χέρι του.