Η είσοδος σε υπηρεσία των βλημάτων σε συνδυασμό με τις ανώτερες επιδόσεις του ραντάρ AESA RBE2E θα δημιουργήσει συνθήκες απαγόρευσης πρόσβασης περιοχής σε όλο το Αιγαίο για την ΠΑ.
Η παραγγελία των πυραύλων έγινε στο πλαίσιο της αρχικής σύμβασης για τα 18 μαχητικά Rafale F.3R η οποία ήταν ύψους 2,32 δισ.€ εκ των οποίων τα 400 εκατ. € αφορούν τόσο τα METEOR όσο και αναγκαίες αναβαθμίσεις των υπαρχόντων βλημάτων τύπου MICA, SCALP-EG και Ecoxet.
Η προμήθεια των METEOR ήταν λίγο έως πολύ επιβεβλημένη. Αυτό γιατί ο πύραυλος σχεδιάστηκε για αξιοποίηση από πλατφόρμες όπως το Rafale με τα προηγμένα χαρακτηριστικά που παρέχει το ραντάρ AESA των αεροσκαφών.
Οτιδήποτε άλλο, όπως ο MICA, δεν θα αξιοποιούσε στο έπακρο τις πραγματικές δυνατότητες των αεροσκαφών.
Φυσικά και ο MICA στην έκδοση ΕΜ είναι ένα πολύ ικανό και φονικό βλήμα με 60 χλμ. μέγιστη εμβέλεια και ταχύτητα 4 mach αλλά δεν μπορεί να συγκριθεί σε καμία περίπτωση με τα 200 χλμ. εμβέλειας του METEOR! Ουσιαστικά η μέγιστη εμβέλεια των MICA που είναι τα 80 χλμ. ισοδυναμεί σχεδόν με την «ζώνη αδύνατης διαφυγής» ΝΕΖ (No Escape Zone) του METEOR που είναι 60 χλμ.
Έτσι η απόλυτη εμβέλεια του MICA απλά καλύπτει μόνο ένα μέρος του συνολικού φακέλου εμπλοκής του METEOR.
Η γαλλική Αεροπορία έκανε επιχειρησιακό το βλήμα στις 4 Μαρτίου του 2021, κάτι που σημαίνει πως η ΠΑ είναι η δεύτερη αεροπορική δύναμη στην ανατολική Μεσόγειο που έχει στα χέρια της ένα τόσο σύγχρονο όπλο, καθώς η αιγυπτιακή Αεροπορία δεν έχει παραλάβει παρόμοια βλήματα.
Οι πύραυλοι αέρος-αέρος BVR και WVR
Το METEOR βασίζεται στο σχέδιο του βλήματος S-225XR που αναπτύχθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’80 από τις εταιρείες BAE, Marconi, Alenia και SAAB.
H ΠΑ παραδοσιακά εκτιμούσε ότι οι κλειστές αερομαχίες (dogfight) θα κυριαρχούσαν στο Αιγαίο και τηρούσε επιφυλακτική στάση στις BVR εμπλοκές.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι το βασικό μαχητικό εναέριας υπεροχής της ΠΑ της δεκαετίας του ’70 που ήταν το Mirage F-1CG δεν εξοπλίστηκε ποτέ με βλήμα BVR (R530 ή Super-530).
Η ΠΑ τηρεί επιφυλάξεις για τις βολές BVR λόγω του κορεσμένου περιβάλλοντος στο Αιγαίο, των δυσκολιών στη διαδικασία αναγνώρισης IFF αλλά και λόγω του «καθεστώτος» των παραβιάσεων και παραβάσεων του Εθνικού Εναέριου Χώρου που δεν παρέχει την ευχέρεια για ξεκάθαρους κανόνες εμπλοκής ROE (Rules Of Engagement).
Επιπλέον, η σύγχρονη ιστορία δεν συνηγορεί στην υψηλή αποτελεσματικότητα των βλημάτων BVR. Από τον πόλεμο του Βιετνάμ έως την αεροπορική μάχη του 1982 στην Κοιλάδα Μπεκαά του Λιβάνου, η πιθανότητα καταστροφής του στόχου Pk (Kill Probability) από βλήμα BVR έφθανε μόλις το 11,6%, ενώ εάν δεν περιληφθούν οι βολές βλημάτων BVR που έγιναν εντός της οπτικής θέας του χειριστή μειωνόταν σε μόλις 6,6%.
Στον πόλεμο των Φώκλαντ απουσιάζουν πλήρως οι εμπλοκές BVR, καθώς όλες οι καταρρίψεις έγιναν με βλήματα WVR (μικρής εμβέλειας) αλλά η κατάσταση διαφοροποιείται στην επιχείρηση Desert Storm. Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης βλήθηκαν 88 βλήματα BVR και πέτυχαν κατάρριψη τα 24 εξ αυτών, εκ των οποίων τα 16 σε «πραγματικές συνθήκες BVR» εκτός οπτικής θέας.
Η βελτίωση αυτή οφείλεται εν πολλοίς στην πλήρη αεροπορική κυριαρχία των Συμμάχων, στην ύπαρξη των αεροσκαφών AWACS, στη χρήση του βελτιωμένου AIM-7M με μονοπαλμικό ερευνητή και φυσικά στη «χαμηλή ποιότητα» των μέσων και χειριστών του αντιπάλου με πολύ περιορισμένα μέσα ECM.
Η αποτελεσματικότητα του βελτιωμένου AIM-120A/B/C σε επιχειρησιακές συνθήκες προσεγγίζει το 50% και στις δοκιμές το 85%. Η βελτίωση της αποτελεσματικότητας οφείλεται στους βελτιωμένους ενεργούς ερευνητές, στην εμφάνιση ψηφιακών συστημάτων καθοδήγησης σε σχέση με τα παλαιότερα που ήταν αναλογικά.
Μετά το τέλος του «Ψυχρού Πολέμου», η Δύση στρέφεται σε ενεργούς ερευνητές αντί των ερευνητών ημι-ενεργούς καθοδήγησης, ενώ η ανάπτυξη κινητήρων ramjet στερεών καυσίμων προσφέρει ακόμη καλύτερες κινηματικές επιδόσεις.
Ο AMRAAM για αρκετά χρόνια έμεινε στην τεχνολογική πρωτοπορία. Στηρίχθηκε στο δόγμα της USAF όπου για την εναέρια μάχη πάνω από την Ευρώπη προώθησε ένα ποιοτικό συνδυασμό αεροσκάφους-βλήματος BVR (F-15C, AIMI-120) που να παρέχει τη δυνατότητα πολλαπλών εμπλοκών επί υποδεέστερων ποιοτικά αλλά πολυπληθέστερων αντιπάλων, χωρίς τα αεροσκάφη να εμπλέκονται σε dogfights.
Τα αεροσκάφη του μεγέθους του F-14 και F-15 ξεκινούν με ένα μειονέκτημα στις κλειστές αερομαχίες, καθώς γίνονται αντιληπτά διά «γυμνού οφθαλμού» σε εμβέλεια 3,5 έως 5 χλμ., ενώ αντίθετα ένα μαχητικό του μεγέθους του F-5 θα γίνει αντιληπτό στα 1,5 έως 3,5 χλμ.
Σήμερα, ο συνδυασμός της χρήσης συστημάτων επί κάσκας HMCS (Helmet Mounted Cueing System) όπως το JHMCS και βλημάτων WVR (Within Visual Range) 4ης γενιάς με δυνατότητα εμπλοκής σε μεγάλη απόκλιση από τον διαμήκη άξονα του αεροσκάφους (HOB-High Off Bore sight) όπως το IRIS-T και το AIM-9X είναι μία πραγματικότητα για την ΠΑ και την τουρκική Αεροπορία (Τ.Α.).
Ο συνδυασμός αυτός περιορίζει σημαντικά τις κλειστές αερομαχίες πάνω από το Αιγαίο, καθώς τα σύγχρονα βλήματα WVR διατηρούν φακέλους εμπλοκής με εξαιρετικά μεγάλες «ζώνες αδύνατης διαφυγής» καθώς έχουν τη δυνατότητα εκτέλεσης ελιγμών υψηλής φόρτισης που φθάνουν τα 50g.
Οι ερευνητές χρησιμοποιούν πλέον αισθητήρες Απεικόνισης Υπέρυθρου Φάσματος με Πίνακες Εστιακού Επιπέδου FPA (Focal Plane Array) και δεν απαιτείται το «κυνήγι της ουράς» του αντιπάλου.
Έτσι είναι δυνατές οι εμπλοκές head-on που εξασφαλίζουν υψηλότερες πιθανότητες επιτυχίας και εμβέλειας, καθώς ο πύραυλος κινείται ταχύτερα προς τον στόχο, ο οποίος επίσης κινείται προς το βλήμα αερομαχίας!
Η «ζώνη αδύνατης διαφυγής» ορίζεται ως ένας «νοητός κώνος» που σχηματίζεται στο εμπρόσθιο τμήμα του κώνου του ραντάρ του μαχητικού όπου η Pk είναι εξαιρετικά υψηλή, ακόμη και στην περίπτωση που ο τελευταίος εκτελεί ελιγμούς υψηλής φόρτισης. Στην NEZ δεν λαμβάνεται υπόψη η χρήση ECM.
Η σημασία της ευελιξίας και των επιδόσεων των αεροσκαφών στην κλειστή αερομαχία θα μειωθεί σημαντικά και οι χειριστές θα επιδιώκουν μελλοντικά την εμπλοκή του αντιπάλου στη μεγαλύτερη δυνατή απόσταση ή «ασφαλή εμβέλεια» (stand off range).
Ο στόχος είναι η επίτευξη της κατάρριψης του αντιπάλου με την πρώτη βολή, χωρίς ο τελευταίος να έχει τη δυνατότητα αντίδρασης (First Shot First Kill).
Για τον λόγο αυτό, τα σύγχρονα βλήματα WVR 4ης γενιάς όπως τα AIM-132 ASRAAM, IRIS-T και AIM-9X «φλερτάρουν» με τις επιδόσεις εμβέλειας των βλημάτων BVR μέσης εμβέλειας και τα όρια διάκρισης μεταξύ WVR και BVR μέσης εμβέλειας είναι εξαιρετικά δυσδιάκριτα.
Παλαιότερα, η ύπαρξη του βλήματος AIM-54 Phoenix είχε ως αποτέλεσμα τον διαχωρισμό των βλημάτων BVR σε μέσης και μεγάλης εμβέλειας, όπου στην πρώτη κατηγορία περιλαμβάνονται τα τυπικά βλήματα της κατηγορίας με ημιενεργό καθοδήγηση όπως η οικογένεια AIM-7 Sparrow. Σήμερα, ο χώρος αυτός μονοπωλείται από ρωσικά βλήματα όπως το Novator R-172 με εμβέλεια 350+χλμ (!) ή το R-77M-PD που αποκαλείται και «Ramjet Adder», καθώς χρησιμοποιεί κινητήρα ramjet με εμβέλεια 150 χλμ.
Το αμερικανικό Ναυτικό χρησιμοποιούσε το βλήμα AIM-54C εμβέλειας 180 χλμ., σε συνδυασμό με τα αεροσκάφη F-14D Tomcat για την εκτέλεση αποστολών BARCAP (Barrage CAP) και την αντιμετώπιση των εχθρικών αεροσκαφών εναέριου εφοδιασμού και AEW&C.
Το βλήμα χρησιμοποιήθηκε τελευταία φορά το 1999 στην επιχείρηση Southern Watch για την επιτήρηση της No Fly Zone πάνω από το Ιράκ, όταν δύο αεροσκάφη F-14D έβαλαν χωρίς επιτυχία δύο βλήματα εναντίον μαχητικών MIG-25. Το βλήμα αποσύρθηκε το 2005. Η BARCAP είναι αποστολή «Πολεμικής Περιπολίας» (Combat Air Patrol) με σκοπό την προστασία συγκεκριμένου τμήματος του εναέριου χώρου (π.χ. ευρύτερη περίμετρο των αεροπλανοφόρων) από το σύνολο των εναέριων απειλών που περιλαμβάνουν μαχητικά αλλά και μεταγωγικά αεροσκάφη, ΑΣΕΠΕ και βλήματα cruise.
Σε ανάλογες αποστολές αναμένεται να χρησιμοποιηθεί και το METEOR, το οποίο θα επαναφέρει στο προσκήνιο τα βλήματα BVR μεγάλης εμβέλειας.
Σύγχρονα ραντάρ AESA και βλήματα BVR
Η εμβέλεια αποκάλυψης του ραντάρ του αεροσκάφους αλλά και η ακρίβεια ιχνηλάτησης αποτελούν βασικές παραμέτρους για τις εμπλοκές BVR όσο και για τις εμπλοκές WVR, καθώς προσδίδουν καίριο τακτικό πλεονέκτημα στον χειριστή. Τα σύγχρονα βλήματα BVR κατευθύνονται αδρανειακά στον στόχο με χρήση μονόδρομης ή αμφίδρομης ζεύξης δεδομένων όπου χρησιμοποιούνται τα δεδομένα του ραντάρ του αεροσκάφους για την πρόσκτηση του στόχου στην ενδιάμεση πορεία.
Ο κίνδυνος στην ενδιάμεση φάση είναι η ενδεχόμενη παρεμβολή της ζεύξης. Στην τερματική φάση εμπλοκής χρησιμοποιείται συνήθως ενεργός ερευνητής υψηλών συχνοτήτων.
Στις εμπλοκές BVR το ραντάρ του αεροσκάφους πρέπει να παρέχει δεδομένα στόχου υψηλής ακρίβειας, ώστε να εξασφαλίζει τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις για την ακρίβεια της τερματικής εμπλοκής.
Έτσι, με τα ραντάρ τεχνολογίας AESA αξιοποιούνται πλήρως οι δυνατότητες των σύγχρονων βλημάτων BVR, ενώ μεγιστοποιούν και τον αριθμό των εμπλεκόμενων στόχων από ασφαλή εμβέλεια.
Σε σχέση με τα ραντάρ μηχανικής σάρωσης, παρέχουν προφανή πλεονεκτήματα:
- Ταχύτερο ρυθμό παροχής δεδομένων και συνεπώς μείωση του χρόνου αντίδρασης.
- Υψηλότερη συχνότητα ενημέρωσης στόχων, που είναι «καίριο» χαρακτηριστικό για ραντάρ ελέγχου πυρός.
- Αλλαγή τομέα έρευνας σε χρόνο της τάξεως του microsecond.
- Αποφυγή σφαλμάτων ή αστοχιών από τη μηχανική κίνηση της κεραίας.
- Καλή «ποιότητα ίχνους».
- Αποφόρτιση έργου για τον πιλότο χάρη στην πλήρη δυνατότητα αυτόματης ιχνηλάτησης.
- Δυνατότητα πολλαπλών λειτουργιών με παρεμβαλλόμενες (interleaved) διαμορφώσεις αέρος-αέρος ή αέρος-εδάφους που εναλλάσσονται σε σχεδόν πραγματικό χρόνο (near real time).
- Δυνατότητα διαχείρισης και εμπλοκής πολλαπλών ιχνών. Ενδεικτικά, το ραντάρ RBE2 παρέχει τη δυνατότητα ιχνηλάτησης 40 στόχων και την ταυτόχρονη εμπλοκή οκτώ από αυτούς.
- Βέλτιστη τοποθέτηση της δέσμης του ραντάρ στο υπόδειγμα (pattern) εκπομπής της κεραίας του ραντάρ. Ως υπόδειγμα εκπομπής ορίζεται το μέγεθος της ισχύος που προβάλλει η κεραία του ραντάρ σε μία κατεύθυνση. Δεν απαιτείται πλέον η κίνηση της δέσμης να εξαρτάται από ένα προσχεδιασμένο υπόδειγμα εκπομπής, αλλά είναι ελεύθερη σύμφωνα με το λογισμικό του ραντάρ. Αυτό συνδέεται άμεσα με την αναβαθμισμένη δυνατότητα TWS σε σχέση με τα συμβατικά ραντάρ.
Τα ραντάρ AESA παρέχουν σημαντική ευελιξία στη χρήση συχνοτήτων και κίνησης της δέσμης, δυνατότητα διαφορετικής διαμόρφωσης από παλμό σε παλμό, βέλτιστης διαχείρισης της ισχύος εκπομπής.
Η δυνατότητα αυτή τους προσδίδει το χαρακτηρισμό ως LPI (Low Probability Of Intercept) και συνεπώς είναι δύσκολο να γίνουν αντιληπτά από τα συστήματα ESM του αντιπάλου.
Επιπλέον, σε σχέση με τα ραντάρ PESA (Passive Electronically Scanned Array) όπως το RBE2 του Rafale, τα ραντάρ AESA παρουσιάζουν μία σειρά από πλεονεκτήματα:
- Χαμηλό επίπεδο πλευρικών λοβών.
- Χαμηλά επίπεδα θορύβου στο δέκτη της κεραίας και συνακόλουθα προσδίδει «καθαρό σήμα» για επεξεργασία.
- Σημαντικά αυξημένη εμβέλεια. Η ισχύς της εκπομπής στην κεραία είναι σαφώς υψηλότερη, καθώς οι πομποί βρίσκονται επί της κεραίας και δεν υπάρχουν απώλειες. Είναι χαρακτηριστικό ότι το RBE2 ΑΑ στο αεροσκάφος Rafale θα παρέχει 40% αυξημένη εμβέλεια σε σχέση με το RBE2.
- Αυξημένη ευαισθησία.
- Αυξημένη αξιοπιστία, καθώς σε περίπτωση αστοχίας του 10% των στοιχείων T/R δεν επηρεάζεται εμφανώς η λειτουργία του ραντάρ (φαινόμενο «κομψής υποβάθμισης»).
Έτσι είναι ιδιαίτερα σημαντικό το ότι τα αεροσκάφη F-35Α παραδόθηκαν εξαρχής με ραντάρ AESA. Πρόκειται για το AN/APG-81, που είναι μία «υπό σμίκρυνση» έκδοση του AN/APG-77 που χρησιμοποιείται στο F-22. Το AN/APG-81 διαθέτει 1200 T/R έναντι των 1500 T/R του APG-77, το οποίο θεωρείται το κορυφαίο ραντάρ τεχνολογίας AESA. Για στόχο με διατομή ραντάρ (RCS)1 τμ. επιτυγχάνει εμβέλεια 144 χλμ., ενώ η μέγιστη εμβέλειά του υπερβαίνει τα 180 χλμ.
Χρησιμοποιεί τη X ζώνη συχνοτήτων με μεγάλο εύρος ζώνης και παρέχει τρεις διαμορφώσεις αέρος-αέρος (multi-target track, track while scan ,dogfight) και έξι διαμορφώσεις αέρος-εδάφους (SAR,GMTI κ.ά.).
RBE 2 AESA
Το ραντάρ RBE 2 AESA θα αποτελέσει το νέο σύστημα ενεργού ηλεκτρονικής σάρωσης και το πρώτο που θα θέσει σε υπηρεσία η Π.Α., με την προμήθεια των 24 Rafale της έκδοσης F3R. Από το 2013 η γαλλική Αεροπορία ξεκίνησε να εγκαθιστά το νέο ραντάρ στα .
Σύμφωνα με τα όσα έχει κάνει γνωστά η Thales, το νέο RBE, διαθέτει σε σχέση με το προηγούμενο RBE.2 PESA μεγαλύτερη ακτίνα εντοπισμού, εντοπίζει στόχους με χαμηλό RCS, έχει αυξημένη δυνατότητα εναλλαγής συχνοτήτων, πραγματοποιεί έρευνα εδάφους χρησιμοποιώντας τεχνική SAR, παρουσιάζει αυξημένη αντοχή στα αντίμετρα και τέλος έχει αυξημένη αξιοπιστία και μικρότερο κόστος ζωής.
To RBE.2AA διαθέτει πάνω από 1.000 στοιχειοκεραίες εκπομπής/λήψης. Οι επιδόσεις του συστήματος κρατούνται όμως ως «επτασφράγιστο» μυστικό από την Thales, αν και σύμφωνα με ινδικές πηγές, καθώς η Αεροπορίας της Ινδίας έχει υπό παραγγελία 36 Rafale, η μέγιστη εμβέλεια του ραντάρ για στόχους μεγέθους μαχητικού ανέρχεται στα 200 χλμ.
Σε ότι αφορά το προηγούμενο, το RBE.2 PESA το σύστημα μπορεί να παρακολουθεί συνεχώς έως 40 στόχους, να εγκλωβίζει τους 8πλέον επικίνδυνους και να βάλει ταυτόχρονα κατά τεσσάρων εξ αυτών.
Το RBE.2 AESA θα διαθέτει πολύ καλύτερες επιδόσεις σε αυτόν τον τομέα.
METEOR: Τα χαρακτηριστικά της ανωτερότητας
Το METEOR είναι ένα βλήμα με μήκος 3,65 μέτρα, διάμετρο 0,178 μέτρα και βάρος 185 κιλά. Αναπτύσσει μέγιστη υπερηχητική ταχύτητα άνω των 4 Mach που του επιτρέπει να εκτελεί ελιγμούς υψηλής φόρτισης στα ακραία όρια του φακέλου εμπλοκής.
Η εμβέλειά του (NEZ) υπολογίζεται ότι υπερβαίνει τα 60 χλμ. Το σώμα του βλήματος είναι κυλινδρικό, με μία α-συμμετρική διαμόρφωση με δύο αεραγωγούς κάτω από το κυρίως σώμα του. Στο σώμα του βλήματος έχουν εγκατασταθεί τέσσερα ουραία πτερύγια.
Χρησιμοποιείται δηλαδή ο κλασικός αεροδυναμικός έλεγχος των ουραίων πτερυγίων των βλημάτων μεγάλης εμβέλειας.
Το βλήμα κατευθύνεται αδρανειακά στον στόχο με χρήση αμφίδρομης ζεύξης δεδομένων όπου χρησιμοποιούνται τα στοιχεία του ραντάρ του αεροσκάφους για την πρόσκτηση του στόχου στην ενδιάμεση πορεία.
Στην τερματική φάση εμπλοκής χρησιμοποιείται ενεργός ερευνητής παλμικού ντόπλερ Ku (12-18GHz) ζώνης συχνοτήτων, ο οποίος προέρχεται από τον ενεργό ερευνητή του MICA Actif 4A. Το βλήμα μπορεί να βληθεί και χωρίς την ενδιάμεση φάση πλοήγησης με απευθείας πρόκτηση του στόχου από τον ενεργό ερευνητή, εάν όμως ο στόχος βρίσκεται εντός της ακτίνας του ερευνητή.
Το βλήμα διαθέτει γόμωση εκτόνωσης θραυσμάτων με πυροσωλήνες προσέγγισης και επαφής. Το METEOR απαιτεί εργασίες συντήρησης μετά από 1.000 ώρες πτήσης.
Ο κινητήρας TDR (Throttle-able Ducted Rocket) του βλήματος είναι ένας αυλοαεριωθητής (Ramjet) ρυθμιζόμενης ώσης.
Η σχετική τεχνολογία μεταβιβάστηκε από τους Ρώσους (χρησιμοποιείται στο R-77M-PD) στους Γάλλους μέσω του προγράμματος ONERA. Η Γαλλία επιχείρησε να καλύψει και αυτή την επιχειρησιακή απαίτηση για το BVRAAM, με μία έκδοση του βλήματος MICA με τον εν λόγω κινητήρα, χωρίς όμως επιτυχία.
O κινητήρας ramjet είναι μια μορφή κινητήρα τζετ που χρησιμοποιεί την εμπρός κίνηση για να συμπιέσει εισερχόμενο αέρα, χωρίς έναν περιστροφικό συμπιεστή. Ο κινητήρας δεν μπορεί να παραγάγει ώση σε μηδενική ταχύτητα αέρα και επομένως δεν μπορεί να δώσει ώθηση από στάση.
Η υπεροχή του είναι αδιαμφισβήτητη σε ταχύτητες από 2,7 έως 4,5 Mach, αλλά απαιτείται κινητήρας αρχικής ώθησης. Στο METEOR χρησιμοποιείται κινητήρας αρχικής ώθησης στερεού καυσίμου χωρίς ακροφύσιο.
Η σχεδίαση του κινητήρα ξεκίνησε στα τέλη του 2000, το πρωτότυπο ολοκληρώθηκε το 2006 και η παραγωγή αναμενόταν να ξεκινήσει το 2010.
Οι κινητήρες Ramjet παρέχουν καύση καθόλη τη διάρκεια της πτήσης και κινηματικές επιδόσεις τριπλάσιας έως εξαπλάσιας απόδοσης (σύμφωνα με την MBDA για το METEOR) σε σχέση με τους συμβατικούς κινητήρες στερεών καυσίμων. Οι τελευταίοι πραγματοποιούν συνήθως την καύση τους για μερικά δευτερόλεπτα κατά τη διάρκεια της πτήσης.
Το βάρος ενός κινητήρα Ramjet φθάνει στο 35-40% ενός κινητήρα στερεών καυσίμου ανάλογης εμβέλειας και έτσι παρέχεται η δυνατότητα μεταφοράς μεγαλύτερης ποσότητας καυσίμου.
Ο κινητήρας TDR χρησιμοποιεί μία διάταξη αυξομείωσης των στροφών μέσω τροφοδοτικής βαλβίδας που ρυθμίζει το στόμιο του ακροφυσίου. Η μεταβλητότητα της συνεχούς ροής της γεννήτριας αερίων είναι μεγαλύτερη του 10:1.
Η διαφοροποίηση της ώσης του κινητήρα παρέχει τη δυνατότητα οικονομίας στην ενέργεια που έχει καταναλωθεί, άρα και υψηλότερο απόθεμα για την τερματική φάση και την εκτέλεση βίαιων ελιγμών.
Επιπλέον, παρέχεται η δυνατότητα μείωσης της επιτάχυνσης του βλήματος στην τερματική φάση, ώστε να μειωθούν και τα g που απαιτούνται ώστε να ακολουθήσει το βλήμα τον στόχο.
Για την υποστήριξη αντοχής στην αυξημένη πίεση παρέχεται ακριβώς αυτή η διάταξη των αεραγωγών από τιτάνιο που «ξενίζει» σε σχέση με τα σύγχρονα βλήματα αέρος-αέρος. Ως προωθητική ουσία χρησιμοποιείται το βάριο, ενώ τα βασικά τμήματα του κινητήρας είναι κατασκευασμένα από χάλυβα.
Οι κινητήρες ramjet είναι απλοί «αερόβιοι» κινητήρες και δεν διαθέτουν κινούμενα τμήματα με χαμηλό κόστος κατασκευής.
Το METEOR αναμένεται να κυριαρχήσει στον χώρο των βλημάτων μέσης εμβέλειας όχι μόνο στην παρούσα δεκαετία, αλλά και στην επόμενη.
Η χρήση των κινητήρων Ramjet φαίνεται ότι θα κυριαρχήσει στην οικογένεια βλημάτων μέσης εμβέλειας δίδοντας μάλιστα νέα διάσταση στις εμπλοκές αυτές.
Και αυτό, γιατί το μεγαλύτερο μειονέκτημα των βλημάτων αυτών σήμερα ήταν η δραματική μείωση της πιθανότητας επιτυχημένης βολής (Pk) σταδιακά με την αύξηση της εμβέλειας λόγω των περιορισμών αποθέματος ισχύος των κινητήρων στερεών καυσίμων.
Ο στόχος κατέχει συνήθως υψηλότερα κινηματικά αποθέματα και εφόσον η συσκευή RWR (Radar Warning Receiver) ειδοποιήσει έγκαιρα τον χειριστή, αυτός εκτελεί ελιγμούς ώστε να εξέλθει της περιοχής LAR του βλήματος BVR. Το βλήμα BVR λόγω της υψηλής ταχύτητας με την οποία κινείται είναι υποχρεωμένο να «τραβήξει» περισσότερα g ώστε να ακολουθήσει τον στόχο, με αποτέλεσμα την ταχεία εξάντληση της κινητικής του ενέργειας.
Οι περισσότερες αποτυχίες στις εμπλοκές BVR οφείλονται στην αδυναμία εμπλοκής του στόχου στην τερματική φάση (Endgame) η οποία γίνεται ακόμη δυσχερέστερη λόγω της χρήσης εξελιγμένων παρεμβολέων τεχνολογίας DRFM ή ρυμουλκούμενων δολωμάτων (towed decoys). Η φάση endgame κυμαίνεται μεταξύ 10-15 χλμ., όση δηλαδή είναι η εμβέλεια πρόσκτησης του ενεργού αισθητήρα του βλήματος.
Το ζήτημα της αναγνώρισης (IFF) πάνω από το Αιγαίο δεν θα αποτελεί πρόβλημα στο μέλλον.
Η είσοδος των ΑΣΕΠΕ σε υπηρεσία, η δημιουργία διευκρινισμένης εναέριας εικόνας RAP (Recognized Air Picture), ο εκσυγχρονισμός του Σ.Α.Ε. με νέα 3D ραντάρ διάταξης φάσης αλλά και η σταδιακή αναβάθμιση των ραντάρ των μαχητικών της ΠΑ στην τεχνολογία AESA και η επέκταση του συστήματος Link-16 στα υπό αναβάθμιση F-16 της ΠΑ, θα διαφοροποιήσουν σταδιακά τη σημερινή εικόνα, ενώ κάτι ανάλογο συμβαίνει και στην άλλη πλευρά του Αιγαίου.
Η προσθήκη όμως των βλημάτων METEOR στα μαχητικά Rafale αλλάζει εντελώς τα δεδομένα στο Αιγαίο, στις BVR εμπλοκές.
Έτσι θα έχουν τη δυνατότητα του «First Shot First Kill», συνδυάζοντας το βλήμα με το ενεργό ραντάρ RBE.2 AESA.
Επιπλέον, καθώς θα επιχειρήσουν από μέσα ύψη 25.000-30.000 πόδια, θα εκτελούν βολή BVR με καλές κινηματικές προϋποθέσεις. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η βολή ενός βλήματος με καλές προϋποθέσεις μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της εμβέλειας έως και 50%.
Διαβάστε ακόμα
Αυτά είναι τα αεροπλάνα που αν τα δεις ήρθε το τέλος του κόσμου
Mirage 2000-5 Mk2: Ο εναέριος κυρίαρχος του Αιγαίου
Πολυβολητές ελικοπτέρων: Οι αφανείς πρωταγωνιστές των πολεμικών συγκρούσεων
Γιατί οι νέες φρεγάτες του ΠΝ θα κάνουν την διαφορά στο Αιγαίο
Αντιαεροπορικά συστήματα: Το απόλυτο crash test για Iron Dome, SPYDER SR/MR, David’s Sling & Barak 8
Πόσο κοστίζουν οι πτήσεις των μαχητικών και οι εκτιμήσεις για το Rafale – Τα δεδομένα και η ανάλυση
Άρματα μάχης: Eλληνοτουρκική «σύγκρουση» – Ποιο θα επιβιώσει στο πεδίο µάχης;