Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Από την επόμενη κιόλας ημέρα εγκαταστάθηκε στην πόλη η Εθνοφρουρά ενώ την παραμονή της ορκωμοσίας του Τζο Μπάιντεν είδαμε πάνοπλους στρατιώτες να κοιμούνται στους διαδρόμους του Καπιτωλίου προκειμένου να μην επαναληφθούν οι σκηνές που είχαν σοκάρει όλο τον κόσμο.
Η αμερικανική κοινή γνώμη δεν μίλησε ούτε για «στρατοκρατία» ούτε για «αστυνομοκρατία» βλέποντας την Εθνοφρουρά παρατεταγμένη, με τα όπλα παρά πόδας, κατά μήκος της λεωφόρου που διέσχισε ο εκλεγμένος πρόεδρος για να αναλάβει τα καθήκοντά του. Ηταν ζήτημα δημόσιας ασφάλειας και έτσι αντιμετωπίστηκε από όλους, εκτός ίσως από τους φανατικούς οπαδούς του Τραμπ.
Και περνάμε τώρα στα ελληνικά πανεπιστήμια, όπου η Σύγκλητος των Πρυτάνεων έχει να αντιμετωπίσει το δικό της ζήτημα ασφαλείας. Νωπές είναι ακόμη οι μνήμες από τη διαπόμπευση του πρύτανη της ΑΣΟΕΕ από ομάδα κουκουλοφόρων που μπούκαρε στο γραφείο του, τον προπηλάκισε και έδωσε στη δημοσιότητα τη γνωστή φωτογραφία προκειμένου να περιφέρει το τρόπαιο της εγκληματικής της πράξης.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και σε κάθε κράτος που σέβεται την αξιοπρέπεια του ανθρώπου και την ανάγκη προστασίας της ακαδημαϊκής ελευθερίας από περιφερόμενους τραμπούκους, την επόμενη ημέρα ενός τέτοιου αποτρόπαιου γεγονότος θα είχε εγκατασταθεί όχι απλώς αστυνομία αλλά τα μέλη της Εθνοφρουράς που είδαμε στο Καπιτώλιο.
Στην Ελλάδα οι πρυτάνεις βρίσκονται ακόμη στο «ναι μεν αλλά». Απορρίπτουν τη νομοθετική πρόταση του υπουργείου Παιδείας για δημιουργία ομάδας φύλαξης των πανεπιστημίων, ζητούν αστυνόμευση χωρίς Αστυνομία, ορισμένοι απορρίπτουν ακόμη και την εγκατάσταση συστημάτων ελεγχόμενης πρόσβασης, τελικώς όλοι τους δεν θέλουν να αλλάξει το παραμικρό στον τρόπο λειτουργίας των ΑΕΙ. Μέχρι να φτάσουμε στην επόμενη διαπόμπευση καθηγητή ή πρύτανη και να απορήσουμε για άλλη μια φορά πώς γίνεται σε πανεπιστημιακούς χώρους να τελούνται παράνομες πράξεις χωρίς η Πολιτεία να λαμβάνει μέτρα.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Γι’ αυτό η κυβέρνηση δεν πρέπει να κάνει πίσω στις μεταρρυθμίσεις για την ανάκτηση του αισθήματος της ασφάλειας στα πανεπιστήμια. Καλός ο διάλογος με τους πρυτάνεις και όπου βρεθεί σημείο σύγκλισης είναι χρήσιμο, αλλά πρέπει κάποτε να λαμβάνονται και αποφάσεις ώστε η παραβατικότητα να μην έχει θέση σε αμφιθέατρα ή πέριξ των σχολών.
Συνολικά η κυβέρνηση οφείλει να προχωρήσει χωρίς δισταγμό τις αλλαγές στην Παιδεία καθιερώνοντας ελάχιστη βάση εισαγωγής που θα καθορίζεται και από τις σχολές (και εδώ δυστυχώς οι πρυτάνεις διαφωνούν, παρά το γεγονός ότι γνωρίζουν ότι μαθητές που εισάγονται με λευκές κόλλες σε ΑΕΙ δεν θα μπορέσουν να τελειώσουν τις σπουδές τους) και ταυτόχρονα να ενισχύσει τα δημόσια ΙΕΚ, που μπορούν να προσφέρουν αξιόπιστες εναλλακτικές λύσεις για όσους δεν έχουν τα εφόδια να περάσουν τις πανεπιστημιακές πύλες.
Το ίδιο πρέπει να συμβεί στο ζήτημα των συγκεντρώσεων. Το νομοσχέδιο του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη δεν εμποδίζει τις διαδηλώσεις αλλά επιχειρεί να βάλει φρένο στα επεισόδια που κατά κανόνα προκαλούν οι μπαχαλάκηδες στις μεγάλες συγκεντρώσεις. Η δημόσια ασφάλεια στη χώρα μας απειλείται από τη «μπαχαλοκρατία», ακόμη αναζητούνται οι κουκουλοφόροι με τις μολότοφ στη Μαρφίν, ο δημοκρατικός κόσμος δεν έχει να φοβηθεί το «σκιάχτρο» της «αστυνομοκρατίας» που κραδαίνουν ορισμένοι στην αντιπολίτευση. Η Αστυνομία πρέπει να λογοδοτεί στους πολίτες για το πώς κινείται στις συγκεντρώσεις και να προστατεύει τους πολίτες και τους διαδηλωτές από τους μπαχαλάκηδες που εισβάλλουν στις πορείες για να προβοκάρουν τα συλλογικά αιτήματα. Το σχέδιο δράσης της ΕΛ.ΑΣ. μπορεί να εφαρμοσθεί αλλά με αλλαγές στο θέμα των δημοσιογράφων και φωτορεπόρτερ, που πρέπει να λειτουργούν χωρίς περιορισμούς.
Και βέβαια πρέπει να αλλάξει το θεσμικό πλαίσιο που ευνοεί την ατιμωρησία, γιατί όσοι εισέβαλαν στο Καπιτώλιο σήμερα βρίσκονται πίσω από τα κάγκελα ενώ όσοι διαπόμπευσαν τον πρύτανη πίνουν καφέ στο σπίτι τους.
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση