Γράφει η Άννα Παναγιωταρέα
Σήμερα μιλάμε για εκείνους που βλέπουν και θέλουν να πάει η Ελλάδα μπροστά και τους άλλους που -με νύχια και με δόντια- θέλουν να κρατήσουν την Ελλάδα πίσω. Σήμερα, μιλάμε για την πλειοψηφία με πρόσημο τη σύγχρονη Ελλάδα και για μειοψηφία που ζει καρφωμένη στο παρελθόν.
Επί δεκαοκτώ μήνες που παρακολουθώ, κάθε μέρα, όσα αφορούν στις κυβερνητικές πολιτικές, δεν έχω σημειώσει ούτε μία φορά ότι πάρθηκε πρωθυπουργική απόφαση επειδή έτσι «απαίτησαν» τα ΜΜΕ. Κι όταν γράφω ΜΜΕ εννοώ και τον ιντερνετικό καθημερινό ορυμαγδό στα social media. Αλλωστε είναι τὀσο εμφανείς οι κομματικές υπηρεσίες που οι πλείστοι «λογαριασμοί» προσφέρουν, ώστε δεν μπορείς και να λάβεις σοβαρά υπόψη αυτούς που έχουν άποψη ενὠ βρίσκονται σε διατεταγμένη υπηρεσία. Tο μίσος, η εμπάθεια, οι ύβρεις, οι βωμολοχίες, η κακία, ο φθόνος ξεχειλίζουν από κάθε λέξη, ώστε να μην επιτρέπουν σ’ έναν κανονικό άνθρωπο να ασχοληθεί.
Βλέπω, λοιπόν, ότι από την τελευταία εβδομάδα του ’20 υπάρχει μια αυξημένη «ανησυχία» για τους σχεδιασμούς του πρωθυπουργού: Αν θα προβεί σε ανασχηματισμό. Τι είδους και ποια έκταση θα έχει. Και επειδή μετρώ σαράντα χρόνια στο πολιτικό ρεπορτάζ, θέλω να σημειώσω ότι όταν δεν υπάρχουν ειδήσεις που να προσελκύουν σοβαρό ενδιαφέρον, μία συνήθης πρακτική είναι να δημιουργείται… ανασχηματική ατμόσφαιρα.
Το δίμηνο της φωτιάς
Γράφει, λοιπόν. ο καθένας και ανασχηματίζει όσους δεν του κάνουν… κέφι. Γράφει και βάζει στη κυβέρνηση όσους του κάνουν… κέφι. Γράφει και στέλνει στο σπίτι τους όσους είτε τον έχουν στραβοκοιτάξει ή δεν συνεργάστηκαν αρκούντως μαζί του. Συνελόντι ειπείν, κάθε ένας από εμάς που έχει τη δυνατότητα να εκφράζεται δημόσια, για κάποιο διάστημα νιώθει ως… «μικρός πρωθυπουργός».
Θα μου πεις, μήπως και κοστίζει; Οι εποχές που η αποτυχία σε ένα τέτοιο ρεπορτάζ είχε επίπτωση, κατ’ αρχάς, στην αξιοπιστία του συντάκτη εντός της εφημερίδας, για τις πηγές του, πλέον έχει ατονίσει. Είπαμε: Οι εποχές άλλαξαν.
Αλλά το μόνο που έχει μείνει και θα μείνει, όσο κι αν αλλάζουν οι εποχές, είναι ότι τον ανασχηματισμό τον κάνει μόνον ΕΝΑΣ. Τις αποφάσεις τις παίρνει μόνον ΕΝΑΣ. Ποιος μένει σε μια κυβέρνηση και ποιος φεύγει απὀ την κυβέρνηση είναι υπόθεση ΕΝΟΣ. Ούτε αυλής ούτε συμβούλων ούτε βαρόνων ούτε πιέσεων. Τελεία και παύλα.
Επομένως, ψυχραιμία. Στο κάτω κάτω και να αλλἀξει ένας υπουργός, η κεντρική γραμμή θα είναι ίδια. Κατά την ταπεινή μου γνώμη, η παραμονή ενός υπουργού στην κυβέρνηση κρίνεται από το πόσο πιστά, ανιδιοτελώς και αποτελεσματικά υπηρέτησε τη γραμμἠ που είχε καθορίσει ο πρωθυπουργός. Απλά πράγματα. Τα άλλα όλα που γράφονται μάλλον εκθέτουν τους συντάκτες τους…
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου