Συνολικά τα παραπανίσια κιλά και γενικότερα το έξτρα λίπος στο σώμα αυξάνουν τον κίνδυνο για 11 είδη καρκίνου, όπως του εντέρου, του παγκρέατος, των νεφρών, της μήτρας, του μαστού, των ωοθηκών, του οισοφάγου κ.ά. Με δεδομένο ότι σχεδόν τρεις στους τέσσερις ανθρώπους αναμένεται να είναι υπέρβαροι έως το 2035, η νέα μελέτη κρούει τον κώδωνα του κινδύνου.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη Μαρία Κύργιου, κλινική λέκτορα γυναικολογικής ογκολογίας στην Ιατρική Σχολή του Imperial College του Λονδίνου και τον Κώστα Τσιλίδη, λέκτορα επιδημιολογίας του καρκίνου στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Imperial και επίκουρο καθηγητή επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό «British Medical Journal» (BMJ).
Οι επιστήμονες μελέτησαν (μετα-ανάλυση) 204 έρευνες που συσχέτιζαν το βάρος με τον καρκίνο. Διαπιστώθηκε ότι η παχυσαρκία σχετίζεται σαφώς με τον κίνδυνο καρκίνου του οισοφάγου, του μυελού των οστών, του παχέος εντέρου (στους άνδρες), των χοληφόρων οδών, του παγκρέατος, του ενδομητρίου (στις γυναίκες προ της εμμηνόπαυσης) και των νεφρών.
Για κάθε πέντε μονάδες αύξησης του δείκτη μάζας σώματος (αναλογία του βάρους σε κιλά προς το τετράγωνο του ύψους σε μέτρα), ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου αυξάνεται από 9% στην περίπτωση του καρκίνου του παχέος εντέρου στους άνδρες, έως 56% στην περίπτωση του καρκίνου του χοληφόρου συστήματος. Αντίστοιχα, ο κίνδυνος καρκίνου της μήτρας αυξάνεται κατά 21% για κάθε αύξηση κατά 0,1 της αναλογίας μέσης/γοφών στις γυναίκες.
Το βασικό μήνυμα της μελέτης είναι ότι η απώλεια βάρους μειώνει τον κίνδυνο διαφόρων καρκίνων, εκτός από τον κίνδυνο άλλων χρόνιων παθήσεων, όπως του διαβήτη ή της καρδιοπάθειας. Ο καρκίνος αποτελεί βασική αιτία θανάτου παγκοσμίως, ενώ ο αριθμός των παχύσαρκων έχει υπερδιπλασιασθεί διεθνώς κατά τα τελευταία 40 χρόνια.
Στην έρευνα συμμετείχαν επίσης από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων ο καθηγητής Ευάγγελος Παρασκευαΐδης (Τμήμα Μαιευτικής & Γυναικολογίας) και ο Γιώργος Μαρκοζάννης (Τμήμα Υγιεινής και Επιδημιολογίας).