Μιλούσε λίγο και δεν εμφανιζόταν πολύ, κι είχε επιβάλει κάποιους κανόνες συμπεριφοράς στους μαθητές του, που αφορούσαν τον τρόπο σκέψης, δράσης, τη διατροφή και κάποιες μορφές τελετουργιών.
Αλλωστε γι’ αυτές ακριβώς τις κλειστές, μυστικές δομές της αδελφότητάς του, αλλά και για την όλη φιλοσοφική του στάση, θεωρήθηκαν κι αυτός κι οι μαθητές του ύποπτοι ανατροπής πολιτικών καταστάσεων, μ’ αποτέλεσμα να κυνηγηθούν οι Πυθαγόρειοι όχι μόνο στην Ελλάδα τότε, αλλά και στην Ιταλία.
Πέρα από τόσες πολλές απόψεις που του χρεώνουν, μία που μας ενδιαφέρει σ’ αυτό εδώ το άρθρο είναι η έννοια της δομής.
Ο Πυθαγόρας έδινε μεγάλη αξία στη δομή των πραγμάτων, πιστεύοντας ότι εάν μπει όριο στο άπειρο, τότε γεννιέται το πεπερασμένο. Που σημαίνει ότι γι’ αυτόν πολύ μεγαλύτερη αξία είχε η έννοια της δομής, παρά το απείρως ανοικτό σύστημα. Μια δομή όμως διαπερασμένη από τη δημιουργική δύναμη κι ενέργεια του πνεύματος.
Αυτήν την αντίληψή του πήρε κι ο Πλάτωνας στην «Πολιτεία» του, αλλά κι αργότερα έγινε συχνά σημείο αναφοράς της σύγχρονης αντίληψης περί κράτους. Την πήραν κι οι πολιτικοί σχηματισμοί, οι οποίοι επεδίωξαν να κατασκευάσουν κομματικές δομές που θα στήριζαν και θα κινούσαν τον πολιτικό μηχανισμό, ως συμβολή στις κοινωνικές αλλαγές ή μεταβολές.
Το μέχρι σήμερα όμως αποτέλεσμα δεν φαίνεται να ’χει κάτι το ποιοτικό πολιτικά. Κι αυτό γιατί, όπως πιστεύω, πήραν επιδερμικά τις πυθαγόρειες ιδέες περί δομής.
Τα θεμέλια των κομμάτων (οι φωτεινές όποιες ατομικές εξαιρέσεις δεν αλλάζουν τον κανόνα όπως βιώνουμε διαρκώς εδώ και χρόνια) είναι χτισμένα σε πελατειακά, αγοράς συμφέροντα κι όχι σε φιλοσοφική πολιτική συνείδηση.
Σπάνια βλέπουμε ο πολιτικός λόγος ή οι θέσεις να διαπερνώνται από πνευματική διάθεση κι ενέργεια.
Η λογική της επιβολής της εξουσίας μέσω μιας συντεχνιακής υλικής κι υλιστικής αντίληψης κυριαρχεί στην πολιτική λογική σήμερα, δυστυχώς διεθνώς.
Κι ας μην δικαιολογήσουν κάποιοι το άσχημο φαινόμενο που αναφέρω ως ρεαλισμό του εφικτού, ως αναγκαία πραγματικότητα στα ρεαλιστικά δεδομένα της εκάστοτε εποχής.
Δεν το δέχομαι αυτό το επιχείρημα, δεν ισχύει, και προσωπικά δεν θεωρώ ουτοπικό να επιδιώκεται στα πολιτικά κόμματα ή σχηματισμούς η καλλιεργημένη πνευματική πολιτική συνείδηση.
Το να μη σέβονται, για παράδειγμα, κάποιοι πολιτικοί σχηματισμοί την κοινωνική σύμβαση υγείας για την Covid καραντίνα είναι δείγμα μιας υλιστικής πολιτικής αντίληψης που πιστεύει σε μια μη πνευματική δομή κι επιδιώκει την εξουσία με κάθε τρόπο, αδιαφορώντας για την πνευματική ανύψωση των μελών της.
Δεν μπορούσε κάποιος στις πυθαγόρειες δομές να δράσει, όπως μας λένε οι διάφορες μαρτυρίες, με βάση τα υλικά, εμπορικά και μόνο συμφέροντα. Δεν μπορούσε να δράσει μόνο με τη λογική της αγοράς.
Επρεπε να δράσει υπηρετώντας την αρετή του ατόμου και του συνόλου, να προσφέρει πέρα από τα στενά ατομικά του ή συντεχνιακά συμφέροντα. Ακόμα κι αν οι πυθαγόρειοι, ως μυημένοι, είχαν έναν δικό τους κώδικα επικοινωνίας που δεν ήταν εύκολα αντιληπτός από τους μη μυημένους, ακόμη και τότε το κέντρο βάρους της δράσης τους ήταν το καλό, ως αρμονία, αυτογνωσία, ισορροπία.
Η κυριαρχία της αγοραστικής αξίας του κόσμου σε βάρος της πνευματικής (που ήταν καθοριστικό πυθαγόρειο μέλημα) κυριάρχησε και κυριαρχεί ακόμα στο σημερινό πολιτικό σύστημα διεθνώς. Τα λεφτά κι ο άμετρος πλούτος (κι όχι το χρήμα με την έννοια της χρηματικής ανταλλακτικής ανάγκης) προέχουν της παιδείας, του πολιτισμού και της πνευματικής καλλιέργειας.
Ειδικά σήμερα, στο κλίμα της παγκοσμιοποίησης που ζούμε, αγορά κι η επικοινωνία έχουν αντικαταστήσει την παιδεία.
Η «τεχνική» έχει αντικαταστήσει βίαια τις διαχρονικές ιστορικά ανθρωπολογικές αναφορές, όπως πατρίδα ή θεολογική ενατένιση, ενώ οι ανθρωπιστικές αξίες έχουν δώσει τη θέση τους στην τεχνολογική ειδίκευση και την υπερφίαλη άμετρη αισιοδοξία.
Ο σκοπός της ζωής κατά τον Πυθαγόρα ήταν, μετά από μια σειρά μεταναστεύσεων της ψυχής, να ενωθεί η ζωή με το θείο. Δηλαδή ο πολίτης, ή αν θέλετε το πολιτικό μέλος (μιας και φέρνω τον Πυθαγόρα στην πολιτική σ’ αυτό το κείμενό μου), να μπορεί να συμπεριφερθεί στον εαυτό του και στο σύνολο με πνευματική αγάπη, ικανή ν’ ανεβάσει την ανθρώπινη ποιότητα των σχέσεων και την αυτογνωσία όλο και ψηλότερα.
Το κατανοητό, το ορισμένο, το μέτρο, το φως, η ενότητα, σε αντίθεση με το παράλογο, το ασαφές, το άμετρο, το σκοτάδι και τον ναρκισσιστικό διχασμό, ήταν μερικά από τα βασικά στοιχεία της πυθαγόρειας (πολιτικής) φιλοσοφίας, στοιχεία που λείπουν στους σημερινούς πολιτικούς σχηματισμούς, κομμάτων ή μη.
Η τάξη κι η αναλογία, πυθαγόρεια χαρακτηριστικά, λείπουν από τις πολιτικές ομάδες. Δεν φτάνει μόνο η ύπαρξη «δομής» ή μιας καλοβαλμένης, υπάκουης στην ηγεσία οργάνωσης, για να κάνει έναν πολιτικό σχηματισμό λειτουργικά ποιοτικό.
Χρειάζεται κάθε ον, κάθε πρόσωπο ή στοιχείο που θεμελιώνει αυτήν τη δομή, να μπορεί να συμμετέχει πλήρως σ’ αυτήν με τη βιολογική και κυρίως την πνευματική του οντότητα. Η δομή έτσι παίρνει αυτόματα τις διαστάσεις του «προσώπου» που είμαστε, που θέλουμε να είμαστε και που μπορούμε, μέσα από αυτογνωσιακή δύναμη κι εξάσκηση, να γίνουμε.
Μια πολιτική δομή χρειάζεται να ’χει γερή «κράσιν», δηλαδή να ’χει αρμονική σύνθεση των μελών της, ώστε να λειτουργήσει αρμονικά.
Κι αυτό που γράφω εδώ, επιμένω, δεν είναι ουτοπία. Είναι μέθοδος, άσκηση, καλλιέργεια, παιδεία, πολιτισμός, όλα μαζί σε μια ισορροπημένη πνευματική εκπαίδευση. Είναι κάτι το εφικτό.
*Ο Δημοσθένης Δαββέτας είναι καθηγητής Φιλοσοφίας της Τέχνης, ποιητής, εικαστικός, γεωπολιτιστικός αναλυτής
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr