Καθημερινές εκτελέσεις αγωνιστών στο Χαϊδάρι, εκτελέσεις σε Καισαριανή, μπλόκο της Κοκκινιάς και μαζικές συλλήψεις συνθέτουν ένα σκηνικό τρόμου, επιβεβαιώνοντας ότι το πυκνότερο σκοτάδι είναι πριν από το ξημέρωμα…
Πολιτικά η εικόνα της χώρας είναι τραγελαφική, αφού υπάρχουν παράλληλα τρεις κυβερνήσεις: Η γερμανόφιλη των δωσιλόγων, η εξόριστη της Μέσης Ανατολής που αποτελείται απ’ όλα τα προπολεμικά κόμματα πλην ΚΚΕ, καθώς και η ΠΕΕΑ (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης) του ΕΑΜ. (Λίγο διάστημα μετά δημιουργείται και τέταρτη στο εξωτερικό από κυνηγημένους από την Ελλάδα συνεργάτες των Γερμανών, αλλά αυτό δεν είναι παρά η φαιδρή κατάληξη μιας προδοσίας.)
[fwduvp preset_id=”test” playlist_id=”Test”]
Αν εξαιρεθεί η «κυβέρνηση» των δωσιλόγων, που, βλέποντας το τέλος της να πλησιάζει, ρίχνει γέφυρες προς τους Συμμάχους, οι άλλοι δύο πολιτικοί σχηματισμοί είναι εξίσου βέβαιοι ότι θα κατακτήσουν το μεγαλύτερο κομμάτι της μεταπολεμικής εξουσίας. Η κυβέρνηση του Καΐρου, γιατί θεωρεί ότι είναι η φυσική συνέχεια της προηγούμενης πολιτικής κατάστασης, και το ΕΑΜ, γιατί αποτελεί τον μοναδικό πολιτικό στη χώρα σχηματισμό στη διάρκεια της τριπλής Κατοχής. Στην πραγματικότητα, όμως, η μόνη που έχει συγκροτημένο σχέδιο για το αύριο της χώρας, καθώς και τρόπο να το επιβάλει, είναι η Μεγάλη Βρετανία…
Οι Αθηναίοι της εποχής, βέβαια, ελάχιστα γνωρίζουν γι’ αυτό το παρασκήνιο και έχουν περάσει πάρα πολύ δύσκολες ημέρες για να μη θελήσουν να γιορτάσουν με την ψυχή τους την ημέρα Απελευθέρωσης της πρωτεύουσας. Είναι Κυριακή 12 Οκτωβρίου και παρότι όλοι γνωρίζουν ότι η ώρα της λύτρωσης έχει φτάσει, παρότι βλέπουν τα γερμανικά στρατεύματα να αποχωρούν, παραμένουν επιφυλακτικοί, μέσα στην… κρούστα φόβου που υπάρχει πάνω από την πόλη τις 1.337 ημέρες της σκληρής γερμανικής Κατοχής. Μόνο όταν κατεβαίνει η ναζιστική σημαία από τον Ιερό Βράχο της Ακροπόλεως, το ανθρώπινο ποτάμι αρχίζει να πλημμυρίζει τους δρόμους της πρωτεύουσας.
Να πώς περιγράφει την υποστολή της γερμανικής σημαίας, καθώς και τις πρώτες στιγμές της Απελευθέρωσης, η Ιωάννα Τσάτσου στο ημερολόγιό της: «Η μακριά σκοτεινή ματωμένη πορεία μας έφτασε στην κορυφή. Ο Θεός είναι εκεί και τώρα θα ευλογήσει τα δάκρυα της λαχτάρας και τις πίκρας μας. Ανοίγω διάπλατα το παράθυρο. Φως, ήλιος, γαλανός ουρανός. Μαζί με τα παιδιά μου παρακολουθούμε με κατάνυξη θρησκευτική ένα σημείο απέναντι από την Ακρόπολη. Αυτό είναι ο κόσμος όλος. Και βλέπουμε τη γερμανική σημαία σιγά σιγά να υποστέλλεται, να εξαφανίζεται σαν να την κατάπιε ο Ιερός Βράχος. Και ν’ αρχίζει ν’ ανεβαίνει στον ιστό το αγαπημένο χρώμα του ουρανού μας. Τα θολωμένα μάτια μου δεν μπορούν πια να δουν. Οταν έχω στεγνώσει βιαστικά τα δάκρυα, η γαλανόλευκη ανεμίζει περήφανα. Η Ελλάδα είναι πάλι δική μας, δική μας. Την έχουμε κατακτήσει με το αίμα μας, με τον μόχθο μας, με την καθημερινή στέρηση, μα προπάντων με το σκοτάδι της οδύνης όλων των χρόνων της σκλαβιάς. Η Ελλάδα είναι πάλι δική μας. Αυτό είναι η δικαιοσύνη. Αυτό είναι η τάξη. Δεν ξέρω καλά καλά τι να κάνω. Αγκαλιάζω τις συμμαχικές σημαιούλες που μου είχαν φέρει και βγαίνω στους δρόμους».
Οι καμπάνες των εκκλησιών δίνουν ρυθμό στο πλήθος, ενώ «οι φοβερές σημαίες», όπως απήγγειλε έναν χρόνο πριν ο Αγγελος Σικελιανός, βγαίνουν από τα σεντούκια και ξεδιπλώνονται στον αέρα, στολίζοντας μπαλκόνια, δρόμους και ψυχές. Η εμφάνιση οποιουδήποτε με στρατιωτική στολή, είτε πρόκειται για αντάρτη του ΕΛΑΣ, του ΕΔΕΣ ή Βρετανού αξιωματικού, αρκεί ώστε να σηκωθεί στα χέρια και να στολιστεί με δάφνες. Ο λαός γιορτάζει με όλους τους τρόπους που μπορεί να εκδηλωθεί η χαρά: Χορεύοντας, τραγουδώντας, ψέλνοντας, αγκαλιάζοντας και φιλώντας αγνώστους, παίζοντας μουσική, κλαίγοντας από χαρά και από θλίψη για όσους δεν πρόλαβαν να ζήσουν αυτές τις στιγμές. Κι όλα αυτά με υποδειγματική τάξη και πνεύμα συναδέλφωσης, διαψεύδοντας όσους υποστήριζαν ότι μετά τη γερμανική αποχώρηση θα ακολουθούσαν χάος και αναρχία. Ο πολιτικός σύμβουλος του Γερμανού στρατιωτικού διοικητή της Ελλάδας, Ρόναλντ Χάμπε, αναφέρει γι’ αυτό που συναντά: «Βρήκαμε τους δρόμους σκεπασμένους από μια ανθρώπινη πλημμύρα, έτσι που το αυτοκίνητό μας δεν μπορούσε ν’ ανοίγει παρά με δυσκολία τον δρόμο του. Ποτέ μου δεν είδα ανθρώπους κυριαρχημένους από τέτοια χαρά και τέτοιο ενθουσιασμό». Πράγματι, όσοι βιώνουν το παραλήρημα της Απελευθέρωσης δεν το συγκρίνουν με οτιδήποτε άλλο ζουν στη μετέπειτα ζωή τους…
Για να κατανοήσουμε το μέγεθος της ελληνικής παράνοιας που αδυνατεί να διαχειριστεί την υπέρτατη χαρά χωρίς να παρεισφρήσει σε αυτήν το στοιχείο της τραγωδίας, θυμίζουμε ότι η πατρίδα μας είναι η μοναδική χώρα που δεν γιορτάζει την Απελευθέρωση και τη λήξη του πολέμου αλλά την έναρξή του και η αιτία είναι προφανής: Εχουμε πολλούς λόγους να είμαστε περήφανοι για όσα γίνονται μετά την έναρξη του πολέμου, αλλά ελάχιστους για όσα συμβαίνουν μετά τον τερματισμό του…
Κατά λάθος… ανοχύρωτη πόλη
Δείγμα της αποδιοργάνωσης των αποχωρούντων κατακτητών είναι και η κατά λάθος αποφυγή της καταστροφής ιστορικών μνημείων της πόλης. Ηδη από τον Αύγουστο του 1944 ξεκινούν συζητήσεις Ελλήνων παραγόντων με τον προσωπικό απεσταλμένο του Χίτλερ στη ΝΑ Ευρώπη, Χέρμαν Νοϊμπάχερ, ώστε αποχωρώντας οι κατακτητές από την πρωτεύουσα να μη λεηλατήσουν ή καταστρέψουν τα ιστορικά της μνημεία. Πράγματι, ο Νοϊμπάχερ κάνει θετική εισήγηση στον Χίτλερ, αλλά η απάντηση καθυστερεί, καθώς τον τελευταίο τον απασχολεί η κατάρρευση του Ράιχ και όχι τα μνημεία της Αθήνας.
Ετσι, όταν κάποιος κατώτερος σύμβουλος του γερμανικού Γενικού Στρατηγείου μεταφέρει στον Νοϊμπάχερ ότι η εισήγησή του θα γίνει δεκτή, αυτός τηλεγραφεί άμεσα στον Γερμανό διοικητή Ελλάδας, λέγοντάς του ότι η Αθήνα κηρύχθηκε ανοχύρωτη πόλη. Στο πλαίσιο αυτής της -ανύπαρκτης- ανακήρυξης, οι κατακτητές έχουν το θράσος να καταθέσουν στεφάνι στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, το οποίο ποδοπατεί στη συνέχεια το συγκεντρωμένο πλήθος. Μόνο όταν οι «θεατρικές» τελετές τελειώνουν και οι Γερμανοί έχουν αποχωρήσει από την πόλη, φτάνει το τηλεγράφημα από τη Γερμανία με την αρνητική απάντηση του Χίτλερ…
Αυτά, βέβαια, έχουν να κάνουν περισσότερο με τους κώδικες τιμής, γιατί στην πραγματικότητα η πόλη είναι και στρατιωτικά και πολιτικά ανοχύρωτη… Πολιτικά, γιατί πίσω από τους πανηγυρισμούς ο Εμφύλιος πλησιάζει, και στρατιωτικά, γιατί οι κατακτητές αποχωρώντας θέλουν να αφήσουν πίσω τους καμένη γη. Ζώνουν με εκρηκτικά ζωτικούς για τη λειτουργία της πόλης χώρους (Ηλεκτρική και Τηλεφωνική Εταιρία, φράγμα Μαραθώνα, γέφυρες κ.λπ.). Αλλοτε οι καταστροφές αποτρέπονται με ενέργειες του ΕΛΑΣ και άλλοτε όχι (καταστροφή λιμανιού Πειραιά).
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr