Υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στο Κυπριακό και τα Ελληνοτουρκικά και, αν υπάρχει, πώς κρίνετε ότι επηρεάζουν το ένα το άλλο;
Αναμφίβολα, υπάρχει συσχέτιση και αυτό εδράζεται σε δύο θεμελιώδεις, δυστυχώς, λόγους: Ο πρώτος είναι το γεγονός ότι τόσο το Κυπριακό όσο και τα Ελλαδοτουρκικά, ως προβλήματα, έχουν προκληθεί από την Τουρκία. Το μεν Κυπριακό είναι ένα πρόβλημα εισβολής και κατοχής, το οποίο υφίσταται με τη σημερινή του μορφή από το 1974, τα δε ελλαδοτουρκικά θέματα πηγάζουν από μια σειρά απαράδεκτων διεκδικήσεων της Τουρκίας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, οι οποίες παραβιάζουν διεθνείς συνθήκες, το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας. Ο δεύτερος λόγος είναι το γεγονός ότι η Τουρκία αντιμετωπίζει την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία ως ένα και ενιαίο εχθρό της στον οποίο επιτίθεται, στα διαφορετικά μέτωπα που η ίδια ανοίγει. Τους τελευταίους μήνες, είναι προφανές ότι η Τουρκία ενεργεί επεκτατικά σε όλα τα μέτωπα. Θυμίζω τη μεταναστευτική εισβολή στον Εβρο, πριν από ένα και πλέον χρόνο, τις αμφισβητήσεις στο Αιγαίο, τις παραβιάσεις στο Καστελλόριζο, τη συμφωνία με το καθεστώς της Λιβύης και, ασφαλώς, τις παραβιάσεις στην κυπριακή ΑΟΖ, τις επεκτατικές ενέργειες στη νεκρή ζώνη της Κύπρου και την έναρξη εποικισμού της περίκλειστης κατεχόμενης περιοχής της Αμμοχώστου. Η Τουρκία στοχεύει, προφανώς, στη δημιουργία νέων τετελεσμένων, που θα ενισχύσουν τη διαπραγματευτική της θέση και θα της δώσουν τη δυνατότητα να κερδίσει όσο το δυνατόν περισσότερα σε ένα τραπέζι διαπραγματεύσεων.
Ποιο «μέτωπο» από αυτά που αναφέρατε κρίνετε ότι τίθεται ως προτεραιότητα για την Τουρκία;
Ιστορικά, διπλωματικά, αλλά και από πλευράς εμπλοκής του διεθνούς παράγοντα, αναμφίβολα το Κυπριακό ξεχωρίζει. Ομως, αυτό που έχει σημασία είναι να αντιληφθούμε όλοι, τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ελλάδα, πως ο τουρκικός επεκτατισμός δεν κάνει διακρίσεις… Εάν, δηλαδή, η Τουρκία επιτύχει τους στόχους της στο Κυπριακό και νομιμοποιήσει και μονιμοποιήσει τον ρόλο και την παρουσία της στην Κύπρο για πάντα μέσω μιας κακής λύσης, όπως παραλίγο να γίνει το 2004 με το Σχέδιο Ανάν ή όπως επιδιώκεται να γίνει στο άμεσο μέλλον, τότε να είστε βέβαιοι ότι θα πάρουν σειρά όλες οι άλλες διεκδικήσεις της Τουρκίας, δηλαδή αυτές εις βάρος της Ελλάδας. Με άλλα λόγια, όσο η Τουρκία αφήνεται να ενεργεί με τον προκλητικό, επιθετικό και επεκτατικό τρόπο που ενεργεί, τότε θα συνεχίσει να διεκδικεί όλο και περισσότερα. Είναι γι’ αυτόν τον λόγο που εμείς επιμένουμε, εδώ και πολλά χρόνια, πως είναι αναγκαία η πρόκληση πολιτικού, οικονομικού και διπλωματικού κόστους για την Τουρκία, κυρίως από την Ευρωπαϊκή Ενωση, μέσω μιας στρατηγικής διεκδίκησης τέτοιου κόστους, την οποία θα πρέπει να εφαρμόσουν από κοινού η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία, σε συνεργασία, ασφαλώς, με άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, καθώς και με χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, όπως είναι η Αίγυπτος και το Ισραήλ.
Πιστεύετε ότι είναι εφικτό ένα τέτοιο εγχείρημα;
Κατ’ αρχάς, πιστεύουμε ότι είναι αναγκαίο ένα τέτοιο εγχείρημα, καθώς η εμπειρία των τελευταίων δεκαετιών δείχνει πως η αυτόβουλη συμμόρφωση της Τουρκίας στις δημοκρατικές αρχές και αξίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν έχει επιτευχθεί. Αντί δηλαδή η Τουρκία να εναρμονιστεί με την Ευρωπαϊκή Ενωση, διαπιστώνουμε ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση αφήνεται διαρκώς να προσαρμόζει τις απαιτήσεις της στα μέτρα της Τουρκίας. Επομένως, είναι προφανές ότι είναι μονόδρομος ο εξαναγκασμός της Τουρκίας σε συμμόρφωση με το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι η πολιτική του κατευνασμού έχει αποτύχει πλήρως – και αυτή η αποτυχία διαπιστώνεται πλέον από το σύνολο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, έστω και με διαφορετικές διαβαθμίσεις. Με ρωτήσατε εάν είναι εφικτό και απαντώ, ναι, είναι. Αν και δύσκολο, πιστεύουμε πως είναι εφικτό, καθώς όλο και περισσότερες χώρες και κυβερνήσεις συνειδητοποιούν πλέον ότι η Τουρκία και ο Ερντογάν δεν είναι αυτό που νόμιζαν τα προηγούμενα 15 χρόνια ότι είναι ή αυτό που επέλεγαν να νομίζουν ότι είναι. Προφανώς είναι δύσκολο, προφανώς επιβάλλει σκληρή δουλειά, σε καθημερινή βάση, τόσο σε διπλωματικό και πολιτικό επίπεδο όσο και στο επίπεδο της ενίσχυσης της αμυντικής και διεθνούς ισχύος και επιρροής της Ελλάδας και της Κύπρου.
Πριν από λίγα χρόνια είχατε προτείνει τη σύσταση Συμβουλίου Στρατηγικής Συνεργασίας Κύπρου – Ελλάδας. Επιμένετε στην πρόταση αυτή;
Ασφαλώς. Η πρόταση μας, από το 2017, στόχο έχει την περαιτέρω ενίσχυση της συνεργασίας Ελλάδας και Κύπρου, τόσο σε διμερές επίπεδο όσο και εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ας είμαστε ρεαλιστές και ειλικρινείς: Από τη στιγμή που η Τουρκία αντιμετωπίζει την Ελλάδα και την Κύπρο ως ένα ενιαίο εχθρό, οφείλουμε οι δύο χώρες να αμυνθούμε συνεργαζόμενοι και συντονισμένοι στον μέγιστο δυνατό βαθμό. Γειτονεύουμε με μία από τις πιο επιθετικές και επεκτατικές χώρες του πλανήτη και το γεγονός αυτό δημιουργεί την υποχρέωσή μας να συνεργαζόμαστε στενά, να αμυνόμαστε και να αντιστεκόμαστε. Η συνεργασία Ελλάδας και Κύπρου αποτελεί το ισχυρότερο ανάχωμα στην τουρκική επεκτατικότητα και στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται το ταξίδι μου στην Αθήνα και οι συναντήσεις με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Δένδια.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
Ακολούθησε το eleftherostypos.gr στο Google News και μάθε πρώτος όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr