Ο λογαριασμός δεν εστάλη τελικώς στον Μητσοτάκη, όπως φάνηκε από τη μικρή συμμετοχή των πολιτών στις κάλπες του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ μάλλον επεστράφη στον Τσίπρα, όπως προέκυψε από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, οι οποίες έδειξαν ότι το κυβερνών κόμμα διευρύνει το προβάδισμά του από την αξιωματική αντιπολίτευση.
Η στόχευση της Κουμουνδούρου στα θέματα της ακρίβειας ήταν σωστή, ο πληθωρισμός καίει κάθε νοικοκυριό και η δυσαρέσκεια για τους φουσκωμένους λογαριασμούς κάπου πρέπει να εκτονωθεί πολιτικά, όμως το εγχείρημα δεν στέφθηκε με επιτυχία για έναν σοβαρό λόγο.
Οι πολίτες έχουν πληρώσει ακριβά τον λογαριασμό του Τσίπρα, ο οποίος δεν οφειλόταν σε κάποιον εξωγενή παράγοντα, όπως συμβαίνει τώρα με την ενεργειακή κρίση που πλήττει όλη την Ευρώπη, αλλά στους τυχοδιωκτισμούς της διακυβέρνησής του και δεν θέλουν να επαναλάβουν το πείραμα της πρώτης φοράς αριστερά.
Δρόμος χωρίς γυρισμό…
Για το λόγο αυτό, μόλις ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε μέτρα για την ενίσχυση των πολιτών με την απενεργοποίηση της ρήτρας αναπροσαρμογής και την επιστροφή μέρους των πληρωθέντων ποσών, η Νέα Δημοκρατία απέκτησε ξανά διψήφιο προβάδισμα και απαξιώθηκε το αντιπολιτευτικό αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ.
Η οικονομία παραμένει το ισχυρό χαρτί του Μητσοτάκη, οι πολίτες γνωρίζουν ότι τα καταφέρνει καλύτερα από τον προκάτοχό του στην προσέλκυση επενδύσεων και στη βελτίωση των συνθηκών στην αγορά εργασίας. Η ανεργία αναμένεται να διαμορφωθεί σε μονοψήφια επίπεδα το καλοκαίρι και οι ξένες άμεσες επενδύσεις είναι οι υψηλότερες των τελευταίων ετών. Σε όλες τις δημοσκοπήσεις και στο ερώτημα ποιος μπορεί να αντιμετωπίσει καλύτερα τα ζητήματα της οικονομίας, το προβάδισμα του πρωθυπουργού έναντι του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ είναι συντριπτικό. Και στην πρόσφατη έρευνα της Alco για το Open, μόνο το 21% των ερωτηθέντων (περίπου όσο και το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ) δήλωσε ότι η οικονομική κατάσταση θα ήταν καλύτερη εάν κυβερνούσε ο Τσίπρας, όταν το 33% λέει ότι θα ήταν χειρότερη και το 34% το ίδιο.
Ο Τσίπρας δεν πείθει όταν μιλάει για «λογαριασμό Μητσοτάκη», όπως δεν έπειθε όταν εν μέσω πανδημίας φώναζε για «ύφεση Μητσοτάκη», γιατί κανείς δεν έχει ξεχάσει την υπερφορολόγηση της περιόδου 2015-2019, την εξόντωση της μεσαίας τάξης με τις υπέρογκες εισφορές, τα χαράτσια σε κάθε κινητή ή ακίνητη αξία, τις κλειστές τράπεζες της «περήφανης» διαπραγμάτευσης και το μηδενικό έργο στον τομέα των επενδύσεων.
Πολύ απλά, η αξιωματική αντιπολίτευση αδυνατεί να καρπωθεί μέρος της δυσαρέσκειας των καταναλωτών για την ακρίβεια, γιατί είναι μέρος του προβλήματος και όχι η λύση του. Ο πληθωρισμός καίει όλη την ευρωπαϊκή οικονομία, αλλά η Ελλάδα διαθέτει αναπτυξιακά αποθέματα και μπορεί να πάρει δημοσιονομικές ανάσες από τον τουρισμό. Η κυβέρνηση, εφόσον συνεχίσει την πολιτική μείωσης της ανεργίας και συγκράτησης του ενεργειακού κόστους, δεν θα απειληθεί από τις αντιπολιτευτικές κορόνες του Τσίπρα. Αρκεί ταυτόχρονα να κάνει τα πάντα, προκειμένου να παταχθεί η αισχροκέρδεια σε καύσιμα και αγορά βασικών αγαθών, που σε περιόδους κρίσεων «φουντώνουν» σε βάρος των καταναλωτών.
Ελεγχοι, μέτρα για την ενέργεια για όσο χρειαστεί, και ο λογαριασμός θα επιστραφεί στον Τσίπρα ως ανεπίδεκτος.