Σύμφωνα με την ανακοίνωση, η συνάδελφος Σοφία Γιαννακά παραπέμπεται στο Πειθαρχικό Συμβούλιο γιατί «δεν έλαβε υπόψη τη γενική κοινωνική απαίτηση για δικαιοσύνη, καθώς και τον αγώνα μιας μάνας για δικαίωση και τιμωρία των ενόχων».
Από την πρώτη φορά που πήγα στα γραφεία της ΕΣΗΕΑ μού αποτυπώθηκε η ρήση «Η δημοσίευσις είναι η ψυχή της δικαιοσύνης» του Ιάκωβου Μάγερ, η οποία δεσπόζει στον τοίχο της αίθουσας των γενικών συνελεύσεων. Ναι, λοιπόν, η δημοσίευση των ρεπορτάζ και της γνώμης των δημοσιογράφων είναι η ψυχή της δικαιοσύνης. Αρκεί, βέβαια, να μην προσβάλλει οποιονδήποτε άνθρωπο και να μην παραβαίνει τους νόμους.
Η κ. Γιαννακά δεν έκανε τίποτα από αυτά τα δύο. Απλά εξέφρασε την άποψή της. Τώρα, αν κάποιοι διαφωνούν με τη συνάδελφο, αυτό δεν σημαίνει πως θα πρέπει να παραπεμφθεί στο Πειθαρχικό.
Αλήθεια, πού βαδίζουμε; Μήπως η ΕΣΗΕΑ σχεδιάζει να βγάλει μία λίστα με τα θέματα που θα μπορούμε να σχολιάζουμε; Ή ακόμα και με ποια οπτική θα γίνεται ο σχολιασμός; Ή μήπως θα πρέπει να σχολιάζουμε με βάση τις δημοσκοπήσεις για οποιοδήποτε θέμα, ώστε να πιάνουμε τον «σφυγμό της κοινωνίας»; Αλίμονο αν οποιοσδήποτε δημοσιογράφος, πριν γράψει οτιδήποτε, λαμβάνει υπόψη του το τι λέει ένα μεγάλο ή μικρό κομμάτι της κοινωνίας. Πρόκειται για ένα πρωτοφανές φάουλ. Στην Ελλάδα έχουμε δημοκρατία και ελευθερία έκφρασης.
Η Μαρία Καρυστιανού -ως μητέρα θύματος- έχει επιλέξει να σχολιάζει την υπόθεση της διερεύνησης της τραγωδίας των Τεμπών και να ασκεί κριτική σε πολιτικές. Αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμά της. Αλλά, την ίδια ώρα, αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα του κάθε δημοσιογράφου να σχολιάζει την κ. Καρυστιανού.
Κανένα δημόσιο πρόσωπο, κανένας που συμμετέχει στα κοινά με οποιονδήποτε τρόπο δεν είναι υπεράνω σχολιασμού. Ο καθένας, σε αυτή τη χώρα, από την απλό πολίτη έως τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κρίνεται όταν παρεμβαίνει στον δημόσιο λόγο. Η λογοκρισία λειτούργησε μόνο σε μαύρες εποχές της χώρας. Στα χρόνια της Κατοχής και της δικτατορίας.
ΕΙΝΑΙ προκλητικό και απαράδεκτο. Η ΕΣΗΕΑ οφείλει να προστατεύει τη δημοσιογραφική δεοντολογία και όχι να την καταστρατηγεί. Δεν γίνεται να εγκαλεί μία συνάδελφο, η οποία απλώς χρησιμοποίησε το δικαίωμά της στην ελεύθερη έκφραση. Ενώ, την ίδια στιγμή, δεν παρεμβαίνει σε κείμενα και πρωτοσέλιδα που δημοσιεύονται καθημερινά, τα οποία είναι αξιόποινα και προσβάλλουν την προσωπικότητα πολιτικών και πολιτών. Αλήθεια, πού θα φτάσουμε; Θα πρέπει να στέλνουμε τα άρθρα μας στην ΕΣΗΕΑ για «έγκριση» πριν τα δημοσιεύσουμε;