Ο οδηγός περιποιημένος, ευγενής, καθαρός, είχε βάλει και διακριτική μουσική. «Είναι εντάξει ο κλιματισμός πίσω; Θέλετε να το ρυθμίσω αλλιώς;». Μ’ αυτά και μ’ αυτά και λίγη συζήτηση για τις χρεώσεις της πλατφόρμας και αν συμφέρει τον οδηγό να συνεργάζεται με τη συγκεκριμένη πλατφόρμα, η οποία εσχάτως επέβαλε και ένα ποσό της τάξης των 5 ευρώ ως κόστος μίσθωσης. Τέλος πάντων. Αποβίβαση, οι δύο άντρες αντάλλαξαν και τα κλασικά: «Καλό μεσημέρι, καλή συνέχεια, καλές διακοπές, αν πάτε, είναι και δύσκολα τα πράγματα, τέλος πάντων, αντίο σας».
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Δέκα λεπτά αργότερα χτυπά το κουδούνι του σπιτιού του πελάτη. Από την κάμερα του θυροτηλεφώνου φαίνεται ο νεαρός ταξιτζής. «Γεια σας, ο ταξιτζής που σας έφερε είμαι… Εγινε ένα λάθος στη χρέωση…». Ο πελάτης κατέβηκε. «Τι συνέβη και ξαναγυρίσατε;». «Σας χρέωσα κατά λάθος τέσσερα ευρώ και γύρισα για να τα επιστρέψω…», είπε ο ταξιτζής. Ο πελάτης χρειάστηκε ένα -δυο δευτερόλεπτα για να επεξεργαστεί αυτό που άκουσε. «Μιλάτε σοβαρά; Γυρίσατε να μου επιστρέψετε τα 4 ευρώ;», είπε.
Λίγες ώρες αργότερα, μεσημέρι, ο πελάτης χρειάστηκε μετακίνηση προς το ίδιο σημείο από όπου είχε καλέσει το πρώτο ταξί νωρίτερα. Αλλη πλατφόρμα, άλλος οδηγός, ο καύσωνας του Αυγούστου ολοζώντανος, έδινε ακόμα μία παράσταση. Ο κλιματισμός ή ήταν χαλασμένος -αν έκρινε κανείς από το καλειδοσκόπιο με τα αναμμένα πορτοκαλί λαμπάκια στο ταμπλό, ενδείξεις διαφόρων βλαβών- ή ο οδηγός δεν τον άνοιγε για λόγους οικονομίας. Κάτι που αν έκρινε κανείς από τη μυρωδιά που ερχόταν στο πίσω κάθισμα, πρέπει να το είχε συνηθίσει. Το ταξί έζεχνε τσιγαρίλα και έδινε την εντύπωση ότι καθόσουν σε ένα γεμάτο κίτρινο σταχτοδοχείο με ρόδες. Οταν έφτασαν και ο οδηγός διαπίστωσε ότι δεν είχε ακριβώς τα ρέστα, ειρωνεύτηκε: «Αντε, με έβαλες (σ.σ. στον ενικό) και μέσα 20 λεπτά…». Ο πελάτης δεν κρατήθηκε: «Δεν πειράζει, τα έβγαλες από τον κλιματισμό που δεν άνοιξες…», του απάντησε με όση αγένεια βρήκε πρόχειρη. Η μυρωδιά του βρομερού ταξί τον συνόδευε περισσότερες ώρες από όσες προσπαθούσε να απαντήσει στο ερώτημα «Πόσες Ελλάδες μπορεί να δει κανείς σε λίγες ώρες;…».