Υποθέτω ότι κάποιοι, την ώρα που άκουγαν την πρωθυπουργική παραίνεση, θα σκέφτονταν ότι είναι συνεπείς προς την οδηγία του, πηγαίνοντας στην εκλογική τους περιφέρεια. Αλλά νομίζω ότι δεν ήταν αυτό το νόημα της παρότρυνσης. Το να πηγαίνεις σε ασφαλές περιβάλλον δεν σημαίνει ότι υπηρετείς τους στόχους της ενημέρωσης που επιβάλλεται στην ακήρυχτη προεκλογική περίοδο, στην οποία εισερχόμεθα.
Αλλοι θα σκέφτονταν ότι η έξοδος από το γραφείο συνεπάγεται τον κίνδυνο να αντιμετωπίσουν και αντιδράσεις από τους πολίτες -οργανωμένες από τους αντιπάλους ή και αυθόρμητες- επειδή υπάρχουν προβλήματα στην καθημερινότητά τους. Ενα κινητό τηλέφωνο χρειάζεται για να περάσει η σκηνή στα επαγγελματικά τρολ που απασχολούνται στο Διαδίκτυο από τον ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά αν νομίζουν ότι ο πολίτης επηρεάζεται σοβαρά από τις λίγες χιλιάδες που βρίζουν στα κοινωνικά δίκτυα -άλλοι στρατευμένοι κομματικά, άλλοι επαγγελματίες και άλλοι διαδικτυακά ρομπότ για αναπαραγωή μηνυμάτων-, κάνουν λάθος.
Δρόμος χωρίς γυρισμό…
Ο πρωθυπουργός όχι μόνον έχει αποδείξει ότι δεν φοβάται να αντιμετωπίσει τα δύσκολα -και με προσωπικό κόστος- αλλά δεν χαϊδεύει και αφτιά. Αν μετά από πέντε χρόνια εξακολουθεί να απολαμβάνει την προτίμηση των πολιτών στις δημοσκοπήσεις, ενώ ο δεύτερος βλέπει τη σκόνη του, είναι γιατί οι πολίτες τον εμπιστεύονται.
Η δική μας δημοσιογραφική γενιά πέρασε χρόνια παρακολουθώντας τις περιοδείες του Κώστα Μητσοτάκη. Του αναγνώριζε τις τρομερές αντοχές του, τη μοναδική ψυχραιμία με την οποία αντιμετώπιζε αντιδράσεις, δυσκολίες, ακόμη και ύβρεις, τη μαχητικότητά του, αλλά ταυτόχρονα και την αγάπη του για τους απλούς πολίτες και πώς του την ανταπέδιδαν. Οι επόμενες γενιές πολιτικών επιζητούν τον εύκολο έπαινο αλλά ταυτόχρονα δεν θέλουν και να… μουτζουρώσουν τα χέρια τους, όπως έλεγε ο Κώστας Μητσοτάκης. Αυτοί δεν θέλουν να μπουν στο κάδρο, λέμε εμείς…
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως πρωθυπουργός κατάφερε να έχει δύο… συμμάχους αξιομνημόνευτους. Τον Ταγίπ Ερντογκάν στη διεθνή πολιτική σκηνή και τον Αλέξη Τσίπρα στην εσωτερική. Συνδέονται με μία κοινή συνισταμένη, τον πανικό. Ο μεν Ερντογκάν οδηγείται από διπλωματική γκάφα σε γκάφα επειδή ο Ελληνας πρωθυπουργός κατάφερε να ηγείται ενός κράτους αξιόπιστου, σεβαστού μεταξύ των εταίρων του, με διεθνή αποδοχή και αξιοπιστία, στα τρία χρόνια της διακυβέρνησής του. Ο δε Αλέξης Τσίπρας επειδή γνωρίζει ότι δεν μπορεί να παίξει στο τερέν του πρωθυπουργού. Αυτοπροτάθηκε ως σωτήρας το 2015 και κατέληξε τρία χρόνια αργότερα να ασκεί παραπολιτική αντιπολίτευση, επιλέγοντας το περιθώριο.