Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Με αυτά τα λόγια αρθρογραφούσε το 2014 στην «Αυγή» ο ακαδημαϊκός Κώστας Γαβρόγλου. Σήμερα, από τη θέση του υπουργού Παιδείας είναι στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσει πως η αριστερά όχι μόνο ξεπέρασε την αμηχανία και την αδιαφορία αλλά έχει τόσο πολύ εξοικειωθεί με την (ελεύθερη) πρόσβαση που κάθε εβδομάδα βρίσκει και κάποια διαφορετική ιδέα για να την πλαισιώσει. Τόσο διαφορετική που όσο καλή διάθεση και υπομονή και αν έχεις, στο τέλος καταλήγεις να μην καταλαβαίνεις τι θέλει να πει ο ποιητής.
ΣΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ που είχε δώσει στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής (29 Ιανουαρίου) είχε πει πως «δεν υπάρχει εκπαιδευτικό σύστημα χωρίς εξετάσεις. Το πρώτο που πρέπει να κάνουμε είναι να συμβιβαστούμε με αυτό». Από την παραδοχή και τον συμβιβασμό με τις εξετάσεις προχώρησε λίγες μέρες μετά σε μια επιχείρηση μερικής ανατροπής τους μιλώντας για ένα μεικτό σύστημα. «[…Σίγουρα η εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση θα πρέπει να γίνεται με ένα μεικτό σύστημα. Ενα σύστημα που να διασφαλίζει σε πρώτη φάση το αδιάβλητο αυτών των εξετάσεων. Θα μπορούσε να είναι επιπροσθέτως κάποιες εργασίες που γίνονται στα σχολεία, επιπροσθέτως κάποιες ενδοσχολικές εξετάσεις…] […Ο ρόλος του απολυτηρίου να παίζει κι αυτός ρόλο…]». (CNN Greec, 1η Φεβρουαρίου).
ΣΤΙΣ 9 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ στη Βουλή, ο βαθμός του Απολυτηρίου απέκτησε προβάδισμα. «Πρέπει να κρατήσουμε τα καλά που είναι το αδιάβλητο της διαδικασίας και να δούμε πώς σιγά – σιγά θα εισάγονται στα Πανεπιστήμια με τον βαθμό του Απολυτηρίου. Αυτό δεν μπορεί να ισχύσει από του χρόνου». Βέβαια, ο κύριος Γαβρόγλου δεν ήταν o πρώτος υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε ο μοναδικός από τους εμπλεκόμενους στην «επανίδρυση» της Παιδείας που έχει καταθέσει τη δική του άποψη.
ΕΝ ΑΡΧΗ ην βέβαια ο τομέας Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ που πρεσβεύει την ελεύθερη πρόσβαση. Ο Αριστείδης Μπαλτάς είχε μιλήσει για διπλό σύστημα εισαγωγής με ελεύθερη πρόσβαση στις χαμηλόβαθμες σχολές και εξετάσεις στις υψηλόβαθμες, ο Νίκος Φίλης για Εθνικό Απολυτήριο, ο Αντώνης Λιάκος για συντελεστή ωριμότητας. Το μόνο που φαίνεται να είναι σταθερό είναι το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής που υπομονετικά τους ακούει όλους αλλά επιμένει στην ίδια απάντηση: Εισαγωγή χωρίς εξετάσεις, με τον αδιάβλητο τρόπο που γίνονται σήμερα, δεν μπορεί να υπάρξει.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Η ΠΟΛΥΦΩΝΙΑ βέβαια σε ένα θέμα που βρίσκεται ακόμα σε ζύμωση και δημόσιο διάλογο από όλες τις πλευρές είναι δεκτή και απολύτως κατανοητή. Ωστόσο όταν έρχονται αντικρουόμενες προτάσεις από την ίδια πλευρά, τότε δεν μιλάμε για πολυφωνία αλλά για χάος. Αλλο δηλαδή να διαφωνεί το ΙΕΠ με το υπουργείο και άλλο ο υπουργός με τον εαυτό του.
ΑΝ ΠΑΝΤΩΣ κάποιος έπεφτε από τον ουρανό και διάβαζε αυτές τις γραμμές, θα νόμιζε πως στην Ελλάδα έχουμε λύσει το πρόβλημα της εκπαίδευσης και μας έμειναν κάποιες ψιλοεκκρεμότητες στην Γ’ Λυκείου. Η απίστευτη εμμονή όλων των υπουργών Παιδείας, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων στις οποίες δεν ανήκει ο κ. Γαβρόγλου, να ασχολούνται μόνο με τις εισαγωγικές γιατί «πουλάει» στην ελληνική οικογένεια και γιατί ακουμπά μια παρθένα γενιά υποψηφίων ψηφοφόρων είναι η αρχή του κακού. Από το 1964, χρονιά που καθιερώθηκαν για πρώτη φορά οι εισιτήριες εξετάσεις μέχρι και σήμερα, έχουν εφαρμοστεί 8 διαφορετικά συστήματα στα οποία έχουν γίνει 15 μεγάλες αλλαγές και καμιά 40αριά μικρότερες, μέσα από δεκάδες νόμους, εκατοντάδες προεδρικά διατάγματα και υπουργικές αποφάσεις.
ΑΠΟ ΚΟΝΤΑ και η εμμονική στάση των κομμάτων να μη συνεργάζονται μεταξύ τους επιλέγοντας την ιδεολογική περιχαράκωση στα κομματικά μαντριά. Καμία συναίνεση, καμία σύνθεση, καμία συνεκτική πρόταση για την προσχολική αγωγή για παράδειγμα. Πώς είναι δυνατόν να κτιστεί μια Εθνική Παιδεία με αρχή, μέση και τέλος που να εμπνέει στους αυριανούς ενήλικες το κριτικό πνεύμα, να τους εξοπλίζει με γνώσεις και δεξιότητες αν δεν ξεκινήσει από το νηπιαγωγείο; Αλλά είπαμε. Από την ηλικία των 5 ετών μέχρι τα 18 που ψηφίζουν είναι 13 ολόκληρα χρόνια. Ποιος ζει, ποιος πεθαίνει μέχρι τότε, που λέει και ο Ζουράρις (υφυπουργός Παιδείας σχετικός με το θέμα μας).
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής