Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη
«Να παραγγείλουμε κάτι; Μην ντρέπεσαι, να μου το πεις», μου είπε. Αυτός ήταν ο απόλυτα γήινος, αυθόρμητος και πληθωρικός Κραουνάκης, που δεν τον ένοιαζε αν η δισκογραφική του έβαζε «κόφτη» σε ερωτήσεις, που ανακάτευε βρισιές με ποίηση, που δεν τηρούσε τα προσχήματα ούτε με το κασετόφωνο στο on και ό,τι και αν έλεγε το… λύσσαγε στην υπερβολή. Ενας χαρακτήρας… χύμα αλλά όχι χαμένος, οργανωτικός μέσα σε ένα ελεγχόμενο χάος. Ολα τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι ο Σταμάτης Κραουνάκης ήταν καλός ή κακός, δεν σημαίνουν ότι σήμερα είναι έτσι ή αλλιώς, δεν υποδηλώνουν τίποτα παραπάνω από το προφανές μιας περιγραφής.
ΔΕΝ ΣΗΜΑΙΝΕΙ, επίσης, ότι πρέπει να συμφωνούμε με όσα λέει επειδή μας αρέσουν τα τραγούδια του και ότι απαγορεύεται να αγανακτούμε μαζί του όταν χλευάζει και προσβάλλει κάτι που εμείς αγαπήσαμε. Μια συναυλία σε καρότσα, για παράδειγμα, την εποχή των άδειων δρόμων, όπως κάποιοι άλλοι αγάπησαν μερικούς χορούς στο Σύνταγμα από ένα πάρτι που σχόλασε νωρίς.
ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ, λοιπόν, που επανέρχεται είναι αν θα πρέπει ένας δημιουργός να εκτιμάται για το έργο ή τον χαρακτήρα του. Και αν το έργο του είναι ιδιοφυές αλλά ο ίδιος νάρκισσος ή εγκληματική φύση; Και το αντίστροφο. Αν ένας ζωγράφος ή ποιητής είναι η Μητέρα Τερέζα του καλλιτεχνικού κόσμου αλλά το έργο του είναι… λαπάς, πρέπει να τον επιβραβεύουμε; Από την άλλη, ας αποφασίσουμε πού βρίσκονται οι κόκκινες γραμμές που διαχωρίζουν την άποψη από την κομματική στράτευση. Οι στρατευμένοι καλλιτέχνες, ιδιαιτέρως όσοι ανήκουν στην copy ή την original Αριστερά, είθισται να είναι και οι πιο μαχητικοί, με τη γκάμα των επιθετικών προσδιορισμών να ανοίγει από τυφλά πιστοί μέχρι φανατικοί και από μονίμως οργισμένοι έως μονίμως προκατειλημμένοι.
Ο ΣΤ. ΚΡΑΟΥΝΑΚΗΣ εδώ και πολύ καιρό έχει πάρει θέση. Θέλει τα τραγούδια του να ακούγονται στα νυχτερινά κέντρα, όπου ρίχνει και ένα αυθόρμητο ζεϊμπέκικο ο Πολάκης, αλλά να σιγούν γύρω από το Μαξίμου, όταν η κυβέρνηση δεν είναι πια αυτή στην οποία υπουργεύει ο Πολάκης. Δικαίωμά του. Αλλωστε, δεν είναι ο πρώτος που θέτει απαγορεύσεις. Πριν από μερικά χρόνια ο Ηλίας Ανδριόπουλος είχε απαγορεύσει να ακούγεται το «Θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες» στις συγκεντρώσεις του ΠΑΣΟΚ (λεπτομέρεια: στην ερμηνεία και πάλι η Αλκηστις Πρωτοψάλτη). Ομως, υπάρχει κάτι που ξεφεύγει από τον έλεγχο των καλλιτεχνών και αυτό είναι το ίδιο τους το έργο. Οταν αγαπηθεί από τον κόσμο, παύει να τους ανήκει. Είναι εσαεί άυλο κτήμα όσων θέλουν να σιγοτραγουδήσουν «Αυτή η νύχτα μένει» χωρίς να δώσουν πιστοποιητικό φρονημάτων ή διεύθυνση κατοικίας. Ετσι γίνεται στις Δημοκρατίες.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗ, κάποιοι θέτουν ως προβληματισμό το ύφος του. Γιατί δηλαδή να «πολακίζει» όταν θα μπορούσε απλά να διαχωρίσει τη θέση του από οτιδήποτε μοιάζει να δίνει πόντους στην παρούσα κυβέρνηση. Η οποία, παρεμπιπτόντως, δεν τους χρειάζεται, αφού διανύει δημοσκοπικό γύρο του θριάμβου. Ομως, το πρόβλημα δεν είναι οι λέξεις, αλλά ο στόχος τους. Το πρόβλημα είναι να μην καταλαβαίνεις πως η χώρα σου πολεμά έναν κοινό εχθρό και εσύ προετοιμάζεσαι για εμφύλιο.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση