Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Λάθος συζητήσεις σε λάθος χρόνο. Οι αποκαλούμενες «ζυμώσεις» στην Κεντροαριστερά δεν βασίζονται σε κάποιο ιδεολογικό βάθρο, ούτε πηγάζουν από το «κοινωνικό συμβόλαιο», όρος που ανασύρθηκε από τις φρούδες υποσχέσεις της δεκαετίας του ’80. Αποτελούν απλώς ενστικτώδεις κινήσεις του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝ.ΑΛ. μπροστά στον κίνδυνο μιας πρόωρης εκλογικής αναμέτρησης. Ολες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι διευρύνεται η επιρροή του πρωθυπουργού στους πρώην ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ και η απήχηση της κυβέρνησης υπερβαίνει το κεντροδεξιό κοινό, δυσκολεύοντας τις κινήσεις της αντιπολίτευσης.
Αθροιστικά, ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝ.ΑΛ. δεν υπερβαίνουν τα επίπεδα του 27% όταν η Νέα Δημοκρατία στην πρόθεση ψήφου ξεπερνά το 40%, με ανοδικές τάσεις. Η υποτιθεμένη σύμπλευση των δυνάμεων της «Κεντροαριστεράς» με σκοπό να αξιοποιηθεί το «όπλο» της απλής αναλογικής σκοντάφτει στις πραγματικές δυνάμεις των δύο κομμάτων, που δεν επαρκούν για να προσδώσουν στο διευρυμένο «σχήμα» ρυθμιστικό ρόλο στις εξελίξεις ούτε σε συνθήκες υπερενισχυμένου εκλογικού συστήματος. Οποτε κι αν γίνουν εκλογές ο σχηματισμός κυβέρνησης περνά αποκλειστικά από τις προθέσεις της Νέας Δημοκρατίας, που όπως έχει επισημάνει κατ’ επανάληψη ο κ. Μητσοτάκης θα θελήσει να παρακάμψει την απλή αναλογική με διπλές κάλπες. Πολύ απλά, δεν βγαίνουν τα νούμερα.
Εν τέλει οι κινήσεις τακτικισμού μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝ.ΑΛ. ωφελούν τον κ. Μητσοτάκη για τρεις βασικούς λόγους:
Πρώτον, ο κ. Τσίπρας, που μέχρι πέρυσι τον Φεβρουάριο δεν είχε κανένα πρόβλημα να συγκυβερνά με τον Καμμένο και στη συνέχεια να εντάξει στο δυναμικό του κόμματός του βουλευτές των ΑΝ.ΕΛ., δεν πείθει για την προσήλωσή του στα «ιδανικά» της Κεντροαριστεράς. Αλλωστε, διαρκώς πατά σε δύο βάρκες χωρίς συγκεκριμένο προσανατολισμό. Στην Ευρώπη ανήκει στην Ευρωπαϊκή Αριστερά αλλά συμμετέχει στις συνόδους των Σοσιαλιστών, στην Ελλάδα τον απασχολεί η «Κεντροαριστερά» όταν ο πολιτικός του λόγος παραπέμπει στο σκληρό 4% του ΣΥΡΙΖΑ. Με το «άνοιγμα» προς το ΚΙΝ.ΑΛ. ο κ. Τσίπρας ουσιαστικά επιδιώκει να συμπιέσει περαιτέρω το κόμμα της κυρίας Γεννηματά, που το τελευταίο διάστημα χάνει κρίσιμα για το μέγεθός του ποσοστά. Η ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των δύο κομμάτων είναι σημαντική συνολικά για το χώρο και ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έχει κάθε λόγο να υφαρπάζει δυνάμεις από το πρώην ΠΑΣΟΚ θέλοντας να διατηρήσει την πρωτοκαθεδρία.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Δεύτερον, οι ψηφοφόροι που εξακολουθούν να στηρίζουν το ΚΙΝ.ΑΛ. κατά βάση είναι «αντι-ΣΥΡΙΖΑ». Θεωρούν ότι το προσκλητήριο για «ενιαία Κεντροαριστερά» αποτελεί ένα τέχνασμα του κ. Τσίπρα προκειμένου να συντηρήσει τις δικές του δυνάμεις και γι’ αυτό επιμένουν στο Κίνημα Αλλαγής. Εάν συνεχισθεί το πολιτικό φλερτ των δύο δυνάμεων δεν αποκλείεται ένα κρίσιμο ποσοστό από το 5% με 6% που έχει απομείνει δημοσκοπικά στο ΚΙΝ.ΑΛ. να μην ακολουθήσει τις ηγεσίες και να πάρει αποστάσεις, με άγνωστο ακόμη προορισμό, χωρίς να αποκλείεται η σύμπλευση με την Κεντροδεξιά.
Τρίτον, οι κομματικοί τακτικισμοί σε Κουμουνδούρου και Ιπποκράτους αφήνουν παντελώς αδιάφορη την κοινωνία, που έχει άλλες προτεραιότητες και ιεραρχεί τα ζητήματα με βάση την αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης. Ο κ. Μητσοτάκης έχει πετύχει να διευρύνει τον ορίζοντα του κυβερνητικού σχήματος. Δίπλα σε καταξιωμένα στελέχη της παράταξης συνυπάρχουν με επιτυχία υπουργοί και υφυπουργοί με κεντροαριστερές καταβολές, βασικό κριτήριο για την επιλογή τους ήταν η ικανότητά τους και όχι η κομματική τους προέλευση. Επιπλέον, ο πρωθυπουργός δεν ακολουθεί το παιχνίδι πόλωσης που επιδιώκει να στήσει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, εξουδετερώνει τον «τοξικό» λόγο του κ. Τσίπρα με βάση τις επιδόσεις της κυβέρνησης στο μεταναστευτικό και στον κορονοϊό.
Η συζήτηση περί «Κεντροαριστεράς» μπορεί να βολεύει τον κ. Τσίπρα που θέλει ένα προκάλυμμα διεύρυνσης όταν όλες του οι κινήσεις παραπέμπουν στο λαϊκισμό της περιόδου 2012-2015, αλλά συμπιέζει την κ. Γεννηματά καθώς δυσχεραίνει την προσπάθειά της να αποκτήσει αυτόνομο πολιτικό στίγμα και τελικώς ενισχύει το αίσθημα κυριαρχίας της κυβέρνησης, που εμφανίζεται ως δύναμη σταθερότητας χωρίς ακροβασίες με το παρελθόν και κυρίως χωρίς κομματικά κόλπα, που απεχθάνεται η κοινωνία.
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση