Ομως η υπόθεση του Brexit είναι ένα ακόμα δείγμα για το πού μπορεί να οδηγήσει ο λαϊκισμός και πόσο ακριβός είναι για την ποιότητα της Δημοκρατίας και για την τσέπη των φορολογουμένων.
Ο Μπόρις Τζόνσον, που έριξε την Τερέζα Μέι από την πρωθυπουργία, θεωρώντας τη δική της συμφωνία ως ολέθρια για τα συμφέροντα του Ηνωμένου Βασιλείου, δέχθηκε χθες μια συμφωνία με τις Βρυξέλλες, η οποία είναι πολύ χειρότερη για τη Βρετανία και τους πολίτες της. Και γι’ αυτό υπάρχουν ήδη αντιδράσεις από όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά και από στελέχη του κόμματός του.
Τα ίδια και χειρότερα βεβαίως είχαμε ζήσει και εμείς στις αρχές του 2015, όταν ο Αλέξης Τσίπρας διαβεβαίωνε τότε τους Ελληνες ότι θα έσκιζε τα Μνημόνια και θα καταργούσε τη λιτότητα με ένα νόμο και ένα άρθρο και μάλιστα ότι οι Ευρωπαίοι θα μας παρακαλούσαν για να χρηματοδοτήσουν το σχέδιό του.
Η απειλή του Grexit από την ελληνική πλευρά χρησιμοποιήθηκε από τον Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε προκειμένου να επιβάλει στη χώρα μας σκληρότερη λιτότητα με το τρίτο Μνημόνιο, με συνέπεια η Ελλάδα να χάσει τέσσερα χρόνια σημαντικής ανάπτυξης.
Κάτι ανάλογο έγινε και με τους λαϊκιστές της Μεγάλης Βρετανίας. Μιλούσαν για Brexit που υποτίθεται ότι θα γινόταν σε μία ημέρα, αλλά από τον Ιούνιο του 2016, που διενεργήθηκε το δημοψήφισμα, έχουν περάσει πάνω από τρία χρόνια και ακόμα είναι αβέβαιη η έκβαση της συμφωνίας.
Ο κ. Τσίπρας έκανε κωλοτούμπα την επομένη του αντίστοιχου δημοψηφίσματος στην Ελλάδα και αφού προηγουμένως έψαχνε πιεστήρια στη Μόσχα για να τυπώσει δραχμές, έχοντας οδηγήσει και σε χρεοκοπία το τραπεζικό σύστημα.
Οι Βρετανοί που έψαχναν τους δικούς τους λαϊκιστές πολιτικούς, προκειμένου να μην πληρώνουν τα 300 εκατ. στερλίνες στην Ε.Ε., θα υποχρεωθούν να πληρώσουν τώρα πολλαπλάσια.
Από την έντυπη έκδοση