Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Aπελάσεις αυθημερόν στην Ιρλανδία
Παράλληλα βέβαια, αποτελεί και αγαπημένο σπορ των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, τους οποίους, όταν ρωτάς για διορισμούς δικών τους παιδιών, απαντούν γιατί οι παππούδες τους ήταν στο ΕΑΜ. Ενας λοιπόν από αυτούς που δικαιούνται να ομιλούν, γιατί και έζησε στις σκοτεινές αυτές εποχές και δεν παρέκκλινε από τις αξίες του στο πέρασμα όλων αυτών των χρόνων, είναι ο Μανώλης Γλέζος. Η απάντηση που του έδωσε είναι αποστομωτική:
«ΟΠΟΙΟΣ ΚΑΤΑΦΕΡΕΤΑΙ εναντίον της Εκκλησίας για τη δήθεν αδράνειά της στη διάρκεια της Κατοχής είναι βλάσφημος. Οταν ο στρατηγός Σταυράκος, διοικητής στρατιωτικός των Αθηνών και της Αττικής, κάλεσε τους δημάρχους, τις αρχές και τους περιφερειάρχες να έρθουν στους Αμπελοκήπους για να παραδώσει τα κλειδιά της πόλης στους κατακτητές, ο Αρχιεπίσκοπος τότε αρνήθηκε και δήλωσε ότι η Εκκλησία παρίσταται στην απελευθέρωση των λαών και όχι στη σκλαβιά τους. Αυτή ήταν η πρώτη αντίσταση την ημέρα της κατοχής της Αθήνας από τα γερμανικά στρατεύματα. Ο ίδιος αρνήθηκε να ορκίσει την κυβέρνηση Τσολάκογλου και όταν τον κάλεσαν (οι Γερμανοί) να τελέσει δοξολογία για την κατοχή της Ελλάδος στους Γερμανούς, αρνήθηκε. Γι’ αυτό τότε η Ιερά Σύνοδος δέχτηκε και ήρθε στη θέση του ο Δαμασκηνός, που έπαιξε τη γνωστή βυζαντινή πολιτική. Η πρώτη αντίσταση στην Ελλάδα έγινε από την Εκκλησία. Είναι να κλαίει και να γελάει κανείς (με αυτά που λέει ο κ. Φίλης)».
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΡΙΒΕΙΑ, η φράση του Αρχιεπίσκοπου Χρύσανθου ήταν «οι Ελληνες Ιεράρχες δεν παραδίδουν πόλεις στον εχθρό, καθήκον έχουν να εργασθούν διά την απελευθέρωση». Και φυσικά, ο Χρύσανθος δεν ήταν ο μοναδικός Αρχιεπίσκοπος που ύψωσε το ανάστημά του στους κατακτητές. Ο Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός, για τον οποίο ο Μ. Γλέζος έκανε την αναφορά για βυζαντινισμό -προφανώς αναφερόμενος σε παρασκηνιακές διαβουλεύσεις για τη διαδοχή στο θρόνο της Αρχιεπισκοπής- έγραψε τη δική του ιστορία στον αγώνα κατά των κατακτητών. Χαρακτηριστικό -και πολύ επίκαιρο λόγω του προσφυγικού και της Χρυσής Αυγής- είναι το απόσπασμα από την επιστολή που έστειλε στο αρχηγείο των γερμανικών δυνάμεων:
«ΣΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΜΑΣ συνείδηση, όλα τα παιδιά της Μητέρας Ελλάδος αποτελούν μια αναπόσπαστη ενότητα: είναι ισότιμα μέλη του εθνικού σώματος, ανεξαρτήτως θρησκείας. Η αγία Ορθόδοξη θρησκεία μας δεν αναγνωρίζει ανώτερη ή κατώτερη ποιότητα με βάση τη φυλή ή τη θρησκεία και η θρησκεία μας αναφέρει πως: “Δεν υπάρχει ούτε Εβραίος ούτε Eλληνας” και συνεπώς καταδικάζει κάθε απόπειρα διακρίσεων ή δημιουργίας φυλετικών ή θρησκευτικών διαφορών. Είναι κοινή η μοίρα μας τόσο στις μέρες της δόξας όσο και σε περιόδους εθνικής ατυχίας και είναι άρρηκτοι οι δεσμοί μεταξύ όλων των Ελλήνων πολιτών, χωρίς εξαίρεση, ανεξάρτητα από τη φυλή. Σήμερα, ανησυχούμε βαθύτατα για την τύχη των 60.000 συμπολιτών μας, οι οποίοι είναι Εβραίοι. Εχουμε ζήσει μαζί και οι δύο τη δουλεία και την ελευθερία και εκτιμούμε τα συναισθήματά τους, την αδελφική τους στάση, την οικονομική τους προσφορά και, το πιο σημαντικό, τον πατριωτισμό τους. Αθήνα 23η Μαρτίου 1943».
Οπως ήταν φυσικό, η απάντηση που έλαβε από τους Γερμανούς ήταν ότι θα τον τουφεκίσουν. Και εκείνος αποκρίθηκε: «Οι Ιεράρχες της Ελλάδος δεν τουφεκίζονται. Απαγχονίζονται. Σας παρακαλώ να σεβαστείτε την παράδοση».
ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΒΕΒΑΙΩΣ δεν σημαίνουν πως δεν υπήρξαν και ιερείς που συνθηκολόγησαν με τον κατακτητή στην περίοδο της Κατοχής. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, κάποιος να αναζητήσει το διάκονο που όρκισε τελικά την κυβέρνηση Τσολάκογλου ή εκείνους που συνεργάστηκαν με τη δικτατορία του ’67. Αν θέλει μάλιστα, ο κύριος Φίλης θα μπορούσε να βρει και αρκετές περιπτώσεις κληρικών που αμαύρωσαν και προσπάθησαν να υποσκάψουν την Επανάσταση του 1821. Μέχρι το Βυζάντιο θα μπορούσε να φθάσει, τότε που χριστιανοί κατέστρεφαν τους αρχαίους ναούς και με τα μάρμαρα έκτιζαν εκκλησίες. Στο τέλος τέλος θα μπορούσε να ζητήσει και μια… εξεταστική επιτροπή για τις ευθύνες της Εκκλησίας στην ηθική κατάπτωση του τόπου, στην οικονομική εξαθλίωση των Ελλήνων και στην επέλαση των Μνημονίων. Θα μπορούσε να κάνει τα πάντα, εκτός από έναν ειλικρινή και όχι προσχηματικό διάλογο με την Εκκλησία. Ωστόσο, η πολιτική ιδεοληψία είναι το ίδιο επικίνδυνη και αφοριστική, όπως και ο θρησκευτικός φανατισμός.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής