Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη
«Υπάρχουν πολλοί τρόποι να βρει κάποιος την αλήθεια, χωρίς να κρεμάει στα μανταλάκια ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα και χωρίς να παραβιάζει το τεκμήριο της αθωότητας».
Γράφαμε επίσης ότι δεν έχει σημασία αν πρόκειται για αθώο ή ένοχο, για κάποιον διάσημο ή για τον οποιοδήποτε μέσο πολίτη. Ειδικά, μάλιστα, όταν τα «μανταλάκια» τα χρησιμοποιεί κάποιο πολιτικό πρόσωπο για το συμφέρον της στιγμής. Από το να βλάψει έναν πολιτικό του αντίπαλο ρίχνοντας λάσπη στον ανεμιστήρα για σκάνδαλα που έρχονται χωρίς να υπάρχουν στοιχεία, μέχρι να χρησιμοποιεί το όνομα ενός κατηγορουμένου από το βήμα της Βουλής. Oπως έκανε ο πρωθυπουργός την περασμένη εβδομάδα με την περίπτωση του γνωστού ενεχυροδανειστή Ριχάρδου.
Θα επαναλάβουμε για να μην υπάρχει παρεξήγηση: Το τεκμήριο της αθωότητας ισχύει ακόμα και αν παραμείνει προφυλακισμένος. Ισχύει μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου. Στα καφενεία μπορεί ο κόσμος να συζητάει ό,τι θέλει και να δίνει όποιους χαρακτηρισμούς θέλει, οι δημοσιογράφοι μπορούν και οφείλουν να παρουσιάζουν τα ρεπορτάζ τους, όμως όταν πρόκειται για δημόσιες δηλώσεις δημόσιων αρχών, και μάλιστα σε ανώτατο πολιτειακό επίπεδο, τότε τα πράγματα αλλάζουν.
Ντόναλντ Τραμπ και Δαλάι Λάμα
Υπάρχει μάλιστα ευρωπαϊκή νομολογία η οποία ορίζει ότι «το τεκμήριο αθωότητας παραβιάζεται σε περίπτωση που δημόσιες δηλώσεις δημόσιων αρχών ή δικαστικές αποφάσεις, με εξαίρεση τις αποφάσεις περί ενοχής, αναφέρονται στον ύποπτο ή στον κατηγορούμενο ως να είναι ένοχος κατά το χρονικό διάστημα που το πρόσωπο αυτό δεν έχει αποδειχτεί ένοχο κατά τον νόμο…».
Συμπληρώνει επίσης ότι «με τον όρο “δημόσιες δηλώσεις δημόσιων αρχών” θα πρέπει να νοείται κάθε δήλωση που αναφέρεται σε αξιόποινη πράξη η οποία προέρχεται είτε από αρχή που συμμετέχει σε ποινική διαδικασία σχετική με την εν λόγω αξιόποινη πράξη, π.χ. δικαστικές αρχές, αστυνομία και άλλες αρχές επιβολής του νόμου, είτε από άλλη δημόσια αρχή, π.χ. υπουργούς και άλλους δημόσιους λειτουργούς ή αξιωματούχους…».
Φυσικά το ευρωπαϊκό σκεπτικό δεν φιμώνει ούτε τους πολιτικούς ούτε τις διωκτικές αρχές, αφού σημειώνει επίσης ότι η διάταξη αυτή δεν σταματά τις εισαγγελικές ενέργειες για την απόδειξη ενοχής του υπόπτου, ούτε αποφάσεις όπως είναι η προφυλάκιση ή η δημόσια μετάδοση πληροφοριών σχετικά με την ποινική διαδικασία, όταν αυτό είναι απολύτως απαραίτητο για λόγους σχετικούς με την ποινική έρευνα, π.χ. δημοσιοποίηση βιντεοσκοπημένου υλικού.
Ομως, επαναλαμβάνει ότι σε κάθε περίπτωση, ο τρόπος και το πλαίσιο διάδοσης των σχετικών πληροφοριών δεν θα πρέπει να δημιουργεί την εντύπωση ότι το πρόσωπο είναι ένοχο όσο η ενοχή του δεν έχει αποδειχτεί σύμφωνα με το νόμο.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]