Το ημερολόγιο του «ιδεολόγου» του Γ’ Ράιχ και εξ απορρήτων του Χίτλερ -ένα χειρόγραφο 500 σελίδων- ανακαλύφτηκε την άνοιξη του 1945 σε ανάκτορο της Βαυαρίας μαζί με 250 τόμους επίσημης και προσωπικής αλληλογραφίας και χρησιμοποιήθηκε ως τεκμήριο στη Δίκη της Νυρεμβέργης.
Στη συνέχεια εξαφανίστηκε για να βρεθεί τρία τέταρτα του αιώνα αργότερα στην Αμερική. Μέσα από αυτό το πλούσιο αρχειακό υλικό και με άξονα της εξιστόρησης το ημερολόγιο του Ρόζενμπεργκ, ο Robert K. Wittman και ο David Kinney αφηγούνται με μυθιστορηματικό τρόπο την ιστορία της ανόδου των ναζί στην εξουσία και τη σύλληψη της ιδέας του Ολοκαυτώματος, μέσα από το βιβλίο τους «Το ημερολόγιο του Διαβόλου – Ο Αλφρεντ Ρόζενμπεργκ και τα κλεμμένα μυστικά του Γ’ Ράιχ» των εκδόσεων Πεδίο.
Ο Γκέρινγκ
Ενα από τα κεφάλαια της σπονδυλωτής αφήγησης επικεντρώνεται στις κλοπές έργων τέχνης από μουσεία και ιδιωτικές συλλογές της Ευρώπης. Ο Ρόζενμπεργκ «είχε τον έλεγχο μιας επιχείρησης που αναγνωρίστηκε ως η πιο σαρωτική αρπαγή έργων τέχνης στην Ιστορία», σημειώνουν οι συγγραφείς του έργου. Στη λεηλασία των εθνικών θησαυρών, ιδιαίτερα των γαλλικών, ενεργό ρόλο είχε και ο επικεφαλής της Λουφτβάφε Χέρμαν Γκέρινγκ, «του οποίου οι λεηλασίες στη ναζιστική Γερμανία ήταν άνευ προηγουμένου».
Ο στρατάρχης του Γ’ Ράιχ πήγε ο ίδιος για «ψώνια» στη Γαλλία όπου διεκδίκησε μερίδιο από τα κλεμμένα. Ογδόντα χιλιόμετρα βόρεια του Βερολίνου «έχτισε ένα υπερπολυτελές αρχοντικό, το Κάρινχαλ, το οποίο εντυπωσίαζε τους ξένους επισκέπτες όχι μόνο με το μέγεθός του αλλά και με τη χλιδή του. Εκατοντάδες πίνακες ζωγραφικής, τεράστια βαλσαμωμένα λιοντάρια και βίσωνες υποδέχονταν τους επισκέπτες. Ο Γκέρινγκ είχε ένα μπολ με διαμάντια στο γραφείο του για να ασχολείται με κάτι στη διάρκεια των συναντήσεων…».
Οι αρπαγές των έργων τέχνης έφεραν τη σφραγίδα του Χίτλερ ο οποίος «οραματιζόταν ένα πολύ μεγάλο μουσειακό συγκρότημα στο Λιντς της Αυστρίας, την πόλη στην οποία είχε μεγαλώσει». Οι επισκέψεις του στις πινακοθήκες Ουφίτσι και Μποργκέζε στην Ιταλία τον έπεισαν «ότι το έθνος του δεν διέθετε τα παγκοσμίου επιπέδου έργα τέχνης που έπρεπε να φιλοξενήσει το μουσείο του». Το σύνθημα είχε δοθεί. «Η Γκεστάπο άρχισε να κατάσχει έργα και άλλα πολύτιμα αντικείμενα από τους Εβραίους για να τα «διαφυλάξει».
Ακολούθησε η λεηλασία της Βιέννης και της Πολωνίας. «Οι ναζί άρπαξαν από την εκκλησία της Παναγίας στην Κρακοβία τη μεγαλύτερη γοτθική αγία τράπεζα, σκαλισμένη από τον Γερμανό γλύπτη Φάιτ Στος και έκλεψαν διάσημους πίνακες του Ρέμπραντ, του Ραφαήλ και του Λεονάρντο ντα Βίντσι…».
Το καλοκαίρι του 1940 η ομάδα του Ρόζενμπεργκ έστρεψε το ενδιαφέρον της προς την ηττημένη Γαλλία. «Οι ναζί έδειχναν να γνωρίζουν, χωρίς να ρωτούν, πού θα έβρισκαν τις πιο σημαντικές πινακοθήκες και μουσεία, τράπεζες, αποθήκες και ιδιωτικές κατοικίες. Τεράστια φορτηγά εμφανίζονταν μπροστά στα σπίτια των πλούσιων Εβραίων», έγραψε μια αυτόπτης μάρτυρας στο ημερολόγιό της. «Ομορφες ταπισερί, χαλιά, προτομές, αριστουργήματα, πορσελάνες, έπιπλα, κουβέρτες, σεντόνια, τα πάντα έφευγαν για τη Γερμανία».
Τα λεηλατημένα έργα τέχνης συσσωρεύονταν σε μεγάλους αριθμούς. Πριν ξεκινήσει το μοίρασμά τους έπρεπε να αποθηκευτούν. «Μια κεντρική αποθήκη φτιάχτηκε στο Jeu de Paume, ένα μικρό μουσείο δημιουργήθηκε στην Πλας ντε λα Κονκόρντ και σύντομα στα γραφεία άρχισαν να συρρέουν έργα τέχνης, με τέτοια ταχύτητα μάλιστα που οι ιστορικοί τέχνης του Ρόζενμπεργκ αδυνατούσαν να παρακολουθήσουν».
Στην αναφορά του προς τον Χίτλερ ο Ρόζενμπεργκ σημείωνε τα εξής: «Χρησιμοποιώντας όλους τους πιθανούς τρόπους και μέσα, ανακαλύψαμε και κατασχέσαμε όλες τις συλλογές έργων τέχνης των Εβραίων που ήταν κρυμμένες είτε σε εβραϊκά σπίτια στο Παρίσι είτε σε κάστρα στην επαρχία είτε σε αποθήκες ή άλλους χώρους φύλαξης». Οταν η λεηλασία στη Γαλλία ολοκληρώθηκε, υπολογίζεται ότι οι ναζί «είχαν κλέψει το ένα τρίτο του συνόλου των έργων τέχνης που ανήκαν σε ιδιώτες».
Από τους γαλλικούς θησαυρούς ο Χίτλερ διάλεξε τα κομμάτια που ήθελε για το μουσείο του. Διεκδίκησε «σαράντα πέντε πίνακες, αρκετές ταπισερί και πολλά γαλλικά έπιπλα του 18ου αιώνα». Στα έργα περιλαμβάνονταν ο «Αστρονόμος» του Βερμέερ, ένας Ρέμπραντ, δύο Γκόγια, ένα τρίπτυχο του Ρούμπενς, τρία έργα του Μπουσέ. Με τη βοήθεια του Γκέρινγκ, ο οποίος κράτησε για τον εαυτό του πενήντα εννέα έργα, οι θησαυροί μεταφέρθηκαν στο Μόναχο και κρύφτηκαν σε αντιαεροπορικά καταφύγια.
Η ομάδα του Αλφρεντ Ρόζενμπεργκ «κράτησε σχεδόν 22.000 αντικείμενα τα οποία προέρχονταν από 200 και πλέον εβραϊκές ιδιωτικές συλλογές στη Γαλλία: ελαιογραφίες, ακουαρέλες, σχέδια, μπρούντζινα γλυπτά, ταπισερί, πορσελάνες, κοσμήματα, βάζα, αντίκες. Μεταξύ 1941 και 1944 είκοσι εννέα φορτία μεταφέρθηκαν στις αποθήκες έξι γερμανικών κάστρων…».
Τον Νοέμβριο του 1945 οι διαβόητοι ναζί, ανάμεσά τους και ο Ρόζενμπεργκ, δικάστηκαν από το έκτακτο Διεθνές Στρατοδικείο που συγκροτήθηκε στη Νυρεμβέργη. Ενα χρόνο αργότερα, τη νύχτα της 16ης Οκτωβρίου 1946, «η ζωή του Ρόζενμπεργκ τελείωσε στην άκρη ενός σχοινιού…».
«ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ – Ο Αλφρεντ Ρόζενμπεργκ και τα κλεμμένα μυστικά του Γ’ Ράιχ»
Των Robert K. Wittman & David Kinney*
Εκδόσεις: Πεδίο
Μετάφραση: Γιάννα Σκαρβέλη
Σελίδες: 572
Tιμή: 19,90 ευρώ.
*Ο Robert K. Wittman διετέλεσε ειδικός πράκτορας του FBI, είναι ο ιδρυτής της Ομάδας κατά των Πολιτισμικών Εγκλημάτων στις ΗΠΑ και υπήρξε επικεφαλής της προσπάθειας για τον εντοπισμό του ημερολογίου του Ρόζενμπεργκ. O David Kinney είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος βραβευμένος με Πούλιτζερ. Η έκδοση του βιβλίου στα ελληνικά συμπίπτει με τα εβδομήντα χρόνια από τις αποφάσεις της Δίκης της Νυρεμβέργης.
ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής