Μιλώντας σε δημοσιογράφους στην Ουάσιγκτον, ο κ. Τόμσεν τόνισε ότι οι πολιτικές της Αθήνας βασίζονται στην υπερφορολόγηση μικρής φορολογικής βάσης και στις περικοπές δημόσιων δαπανών, συνταγή που δεν οδηγεί σε βιώσιμη ανάπτυξη.
Εξήγησε ότι στόχος του Ταμείου στις συζητήσεις των επόμενων μηνών δεν θα είναι τόσο η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, αλλά η διαμόρφωση φορολογικών πολιτικών που θα έχουν αναπτυξιακό πρόσημο.
Υπενθυμίζεται πως τo 2017 το Ταμείο είχε υπολογίσει ότι περισσότεροι από τους μισούς μισθωτούς στη χώρα μας δηλώνουν εισοδήματα κάτω από το αφορολόγητο όριο, συνεισφέροντας στη συρρίκνωση της φορολογικής βάσης. Ο αντίστοιχος μέσος όρος στην ευρωζώνη είναι 8%.
Οι δηλώσεις Τόμσεν εν πολλοίς απηχούν την χθεσινή τοποθέτηση της διευθύντριας του οργανισμού, Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία πήρε αποστάσεις από τις βαθιές περικοπές που έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα στην Ελλάδα, διευκρινίζοντας πως το Ταμείο δεν ζήτησε τα εν λόγω μέτρα.
Ο χρόνος τελειώνει
Ο κ. Τόμσεν προειδοποίησε παράλληλα ότι τα χρονικά περιθώρια που απομένουν για ένταξη του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα είναι μικρά και λιγοστεύουν γρήγορα, ουσιαστικά διαμηνύοντας στους Ευρωπαίους ότι οι όποιες αποφάσεις θα πρέπει να ληφθούν άμεσα.
Διευκρίνισε, δε, πως το πρόγραμμα του ΔΝΤ θα πρέπει να ενεργοποιηθεί εγκαίρως ώστε να υπάρξει και τουλάχιστον μια αξιολόγηση πριν την ολοκλήρωσή του, η οποία είναι προγραμματισμένη για το τέλος Αυγούστου.
Σημείωσε πάντως ότι ακόμα κι αν το Ταμείο ενταχθεί στο πρόγραμμα λίγο καιρό πριν την εκπνοή του η βαρύτητα της «σφραγίδας» του θα μπορούσε να ωφελήσει τις προσπάθειες της Ελλάδας, η οποία αγωνίζεται για σταθερή επάνοδο στις αγορές.
Δυνατή η «καλή» έξοδος από το πρόγραμμα
Ο κ. Τόμσεν εκτίμησε πως η Ελλάδα θα μπορούσε να πετύχει «καλή» έξοδο από το πρόγραμμα, χωρίς να χρησιμοποιήσει τον όρο «καθαρή». Απέφυγε όμως να τοποθετηθεί για το εάν η Αθήνα θα πρέπει να ζητήσει προληπτική γραμμή στήριξης από τους εταίρους. για την μετα-Μνημονιακή περίοδο.
Είπε πως οι εν λόγω αποφάσεις ανήκουν στην ελληνική κυβέρνηση κι ότι σε κάθε περίπτωση το ζητούμενο είναι οι Αρχές να συνεχίσουν και να υποστηρίξουν τις μεταρρυθμίσεις σε βάθος χρόνου.
Κρίσιμο ζήτημα για τις μετα-Μνημονιακές προοπτικές της Ελλάδας και για την συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα είναι η ελάφρυνση του χρέους από πλευράς Ευρωπαίων, με τον κ. Τόμσεν να αναφέρει ότι επί του παρόντος ο οργανισμός ζητά από τους εταίρους μια «ευρεία στρατηγική» που διασφαλίζει τη βιωσιμότητα μεσομακροπρόθεσμα.
Η ποσοτικοποίηση των παραμέτρων και η κύρωση συγκεκριμένων μέτρων, προσέθεσε, θα γίνει μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος, μετά τα τέλη Αυγούστου.
Όσον αφορά τέλος την κεφαλαιακή επάρκεια των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, την οποία το ΔΝΤ είχε παλαιότερα αμφισβητήσει, ο κ. Τόμσεν είπε ότι θα περιμένει τα αποτελέσματα των τεστ αντοχής που διενεργεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Τα αποτελέσματα αναμένονται στις αρχές Μαΐου, δίνοντας στην Αθήνα και στους θεσμούς επαρκή χρόνο για να διαπραγματευτούν τυχόν κεφαλαιακές ανάγκες.
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]