της Δρος. Άννας Κωνσταντινίδου*
Ουσιαστικά η διάσκεψη αυτή στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας έγινε υπό την “ομπρέλα” των ΗΠΑ, όπου οι Άραβες (τουλάχιστον στην πλειοψηφία τους) τελικά έδωσαν το στίγμα για το πώς αντιλαμβάνονται την υπόσταση των χωρών τους στη Νέα Διπλωματία της ανατολικής περιφέρειας. Συγχρόνως δε, οι ΗΠΑ συνέβαλλαν στην εμμέσως πλην σαφέστατη διοργάνωση της σύσκεψη γιατί θέλησαν να δούνε κατά πόσο η Αφρική (Σαχέλ και κάποιες χώρες στο Μαγκρέμπ) έχει χαθεί με μη αναστρέψιμο τρόπο από τη Δύση, εξαιτίας της Τουρκίας ή αν υφίσταται περιθώριο επαναφοράς και διαχείρισής της.
Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης Συνόδου είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά όσον αφορά τις αποφάσεις της πλειοψηφίας των αραβικών κρατών, που εν πολλοίς καταδεικνύει πολλά συμπεράσματα, πάνω στα οποία οφείλει η Αμερικανική Διπλωματία να επενδύσει.
Είναι δε, αναγκαίο να τονιστεί εμφατικά ότι Τουρκία και Ιράν πλέον σε κοινή, εμφανέστατη συμμαχία συντάσσονται εναντίον της διεθνούς νομιμότητας και της Ειρήνης.
Η Διεθνής Κοινότητα ανέμενε την στάση που θα είχαν οι βασικοί πυλώνες του Αραβικού Κόσμου στη Διάσκεψη αυτή. Η Αίγυπτος, η Ιορδανία, η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Μπαχρέιν, και οι χώρες όπου ασκούν επιρροή, όπως το Σουδάν, το Μαρόκο, η Μαυριτανία και το Τζιμπουτί καταψήφισαν την πρόταση να υπάρξει εμπάργκο πετρελαίου στο Ισραήλ, ανάλογο εμπάργκο που εφάρμοσε ο OPEC κατά τους αραβοϊσραηλινούς πολέμους τόσο σε Ισραήλ όσο και Δύση τη δεκαετία του 1970. Τότε, είναι αναγκαίο να επισημανθεί, κάνοντας μία μικρή παρένθεση κραταιός εταίρος του Ισραήλ ήταν το Ιράν που δεν σταμάτησε να το διοχετεύει με καύσιμα.
Συγχρόνως, πρέπει να τονιστεί, ότι οι ισχυρές χώρες των Αράβων απέρριψαν κάθε πιθανότητα να έρθουν σε τερματισμό των σχέσεών τους με το Ισραήλ (εμπορικές και οικονομικές σχέσεις κατά κύριο λόγο), ενώ η πλειοψηφία των μουσουλμανικών κρατών σταθηκε αντίθετη με τις προτάσεις του Ιράν, Λιβάνου, Αλγερίας και Τουρκίας να υπάρξει οποιαδήποτε στρατιωτική επέμβαση εναντίον το εβραϊκό Κράτος.
Είναι σημαντικό να διευκρινιστεί και μάλιστα εμφατικά, ότι η χθεσινή διάσκεψη των δύο θεσμικών οργάνων (Σύνδεσμος Αραβικών Κρατών και ΟΙΔ) δεν κατέληξε σε ένα κοινό κείμενο συμπερασμάτων, αναδεικνύοντας τις ουσιαστικές διαφορές από τον τρόπο που οι χώρες των δύο θεσμικών οργάνων αντιλαμβάνονται τις μεταξύ τους σχέσεις, όσο κυρίως και πώς θέλουν να δούνε το διπλωματικό μέλλον τους στην περιφερειακή σκακιέρα. Εν ολίγοις, συμφώνησαν ότι διαφωνούν για την αντιμετώπιση του πολέμου αυτού στο Ισραήλ όσο κυρίως ότι οι Άραβες δεν έχουν την πρόθεση ένα εθνοφυλετικο τους ζήτημα να αναχθεί σε μουσουλμανικό, θέτοντας, ως εκ τούτου, τους Τούρκους και τους Ιρανούς σε μοναδικούς παίχτες της ευρύτερης περιοχής.
Και παρά την ιστορική συνάντηση Ιρανού προέδρου και διαδόχου του σαουδαραβικού θρόνου, δεν παύει ακόμα, και φάνηκε την περασμένη εβδομάδα από τους βαλλιστικούς πυραύλους που εκτοξεύτηκαν από την Υεμένη εναντίον της Σαουδικής Αραβίας, να υπάρχει ακόμα πολύς δρόμος ανάμεσα (και σε αυτά)τα κράτη για εξεύρεση λύσεων σε θέματα που ιστορικά τα απασχολούν.
Ωστόσο, αναμφισβήτητα ανέμενε η Διεθνής Κοινότητα, ότι ο Αραβικός Κόσμος κατά τη σύσκεψη θα κρατούσε το Παλαιστινιακό Ζήτημα ψηλά στη χθεσινή ατζέντα, με στόχο την εξαγωγή συμπερασμάτων για την επόμενη μέρα από τον τερματισμό των συγκρούσεων, δείχνοντας δε, εμφατικά ότι μόνο αυτον αφορά το εν λόγω θέμα.
Και παρά την αναμενόμενη στάση αραβικών κρατών που έχουν έρθει σε συνεργασία με το Ισραήλ στα πλαίσια των Συμφωνιών του Αβραάμ, εντούτοις είναι ιδιαίτερα σημαντική η στάση που τήρησαν χώρες με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη Διπλωματία της ανατολικής περιφέρειας. Ήδη από την περασμένη εβδομάδα, ο Άσαντ της Συρίας έδειξε τις αποφάσεις του, συντασσόμενος με τους πυλώνες του Αραβικού Κόσμου, που όχι μόνο η χώρα του απουσίαζε επιδεικτικά από την ομιλία Νασράλα (επικεφαλής Χεζμπολάχ), αλλά συγχρόνως, από την πρώτη στιγμή του πολέμου στο Ισραήλ έχει καταδικάσει τη Χαμάς ως τρομοκρατική οργάνωση. Η στάση του Σύριου προέδρου αποτελεί μία συνθήκη που θα διαδραματίσει πολύ σημαντικό ρόλο, όταν σύντομα μετά το Παλαιστινιακό στο επίκεντρο της Διεθνούς Διπλωματίας (ενδεχομένως και ταυτόχρονα) βρεθεί το Κουρδικό.
Και φυσικά, ιδιαίτερης προσοχής, χρήζει το κατ’ουσίαν άδειασμα του Αζερμπαϊτζάν στην Τουρκία, ένα κράτος που ο ίδιος ο Αλίγιεφ το θεωρεί αδελφό, καθώς ο Υπουργός Εξωτερικών των Αζέρων χρησιμοποίησε στην ομιλία του εμφανέστατη εξισορροπιστική στάση για τις εμπλεκόμενες πλευρές του πολέμου, πολύ μακριά από οποιοδήποτε δογματισμό που θα ανέμενε κάποιος λόγω των στρατηγικών σχέσεων της χώρας του με την Τουρκία. Βέβαια, μπορεί Αζερμπαϊτζάν με Ισραήλ να είναι εταίροι και μάλιστα αμυντικοί, όμως εν πολλοίς αυτή η Διάσκεψη έδειξε τα πραγματικά “στρατόπεδα” και τις πραγματικές προθέσεις. Συγχρόνως, πολύ ενδιαφέρον καθίσταται, πώς ο Ερντογάν θα αντιμετωπίσει το συγκεκριμένο άδειασμα από τους Αζέρους.
Ένα από τα ενθαρρυντικά συμπεράσματα της χθεσινής Συνόδου είναι, ότι η Αφρική ακόμα δεν έχει χαθεί για τη Δύση, αν και φυσικά η τελευταία οφείλει να “επενδύσει” με κάθε τρόπο πλέον πολύ σοβαρά στην ήπειρο. Η Τουρκία έχει βάλει πόδι και μάλιστα ισχυρό, ωστόσο ως φάνηκε, όχι όμως στο ποσοστό που τα πράγματα είναι μη αναστρέψιμα. Η προχθεσινή πρωτοβουλία στα περιθώρια της Συνόδου του Αιγύπτιου Υπουργού Εξωτερικών, Σάμεχ Σούκρι για δημιουργία μηχανισμού, ώστε η Αφρική να ορθοποδήσει από τις Κρίσεις και τις προκλήσεις που δέχεται, είναι μία πρόταση που τη δεδομένη στιγμή πρέπει να ληφθεί πολύ σοβαρά υπόψη από Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Παγκόσμια Τράπεζα και θεσμικά όργανα της Ευρώπης, προκειμένου ο δυτικός παράγοντας και μέσω των κραταιών αραβικών κρατών (πλέον και κυρίως) να επανατοποθετήσει τις σχέσεις του με τις χώρες της αφρικανικής ηπείρου, που ακόμα η πολιτική κάποιων εξ αυτών εξαρτάται από τους τουρκικούς μηχανισμούς. Και είναι ιδιαίτερα ελπιδοφόρο το γεγονός ότι παρά τον τουρκικό μισθοφορισμό μέρος αυτών τον σταθμίζουν ως πηγή εσόδων, εντούτοις απέρριψαν την πρόταση να ταχθούν υπέρ ενός πολέμου εναντίον του Ισραήλ.
Συμπερασματικά, η χθεσινή Διάσκεψη του Αραβικού Συνδέσμου και ΟΙΔ έδειξε ότι αραβικά και μη αραβικά κράτη (τουλάχιστον στην πλειοψηφία τους) συμφώνησαν ότι διαφωνούν και κυρίως κατέδειξαν, ότι είναι δύο αντίθετα (μήπως και αντίπαλα;;;;) στρατόπεδα.
*Η Άννα Κωνσταντινίδου είναι Ιστορικός- Διεθνολόγος, Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου & Πολιτικής Επιστήμης της Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Επιστημονική Συνεργάτιδα του ΑΠΘ, διδάσκουσα στην Ανώτερη Διακλαδική Σχολή Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ) και τη Σχολή Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ).
Ειδήσεις σήμερα
Ανάλυση Stratfor – Ε.Ε.: Οι συνέπειες της καθυστερημένης διεύρυνσης
Αποκλειστικό – Σύνταξη: Αυτές είναι οι 4 αλλαγές στις συντάξεις χηρείας
Εύη Βατίδου: Απολογείται τη Δευτέρα για τον τραυματισμό της 57χρονης – Τι δήλωσε ο Κούγιας
Νίκος Γιούτσος: Στο Αποτεφρωτήριο Ριτσώνας φίλοι και συγγενείς είπαν το τελευταίο «αντίο»