Aκούγοντας αυτές τις ημέρες τον Κώστα Μπακογιάννη να μιλά για την αναστήλωση της βίλας Κλωναρίδη στα Πατήσια ή για την ανακαίνιση του ιστορικού κτιρίου όπου ζούσε η Κάλλας στην οδό Πατησίων, αναρωτιόμαστε γιατί όλα τα προηγούμενα χρόνια δεν είχε προχωρήσει τίποτα ή σχεδόν τίποτα. Ούτε πολιτικό ενδιαφέρον είχαν τα κτίρια αυτά ούτε κανένα εμφυλιοπολεμικό πάθος θα ξυπνούσε η διάσωσή τους. Το ίδιο ισχύει και για το εγκαταλελειμμένο μέχρι τελικής -κυριολεκτικά- πτώσεως του Ελληνικού Ωδείου στην οδό Φειδίου. Ενα από τα σπουδαιότερα νεοκλασικά μνημεία όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης, αφέθηκε να ρημάξει με ευθύνη της Πολιτείας.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Ευτυχώς ο Δήμος της Αθήνας φαίνεται αποφασισμένος να διασώσει την ιστορική ταυτότητα της πόλης, ζωντανεύοντας ξανά ερειπωμένα κτίρια και δίνοντάς τους πίσω τη λάμψη που τους έκλεψαν ο χρόνος και η εγκατάλειψη. Από το πρόγραμμα «Πρόσοψη» μέχρι τις μεγάλες αναπλάσεις. Προφανώς, τέτοιου μεγέθους παρεμβάσεις στον δημόσιο χώρο δεν ολοκληρώνονται από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά αν κάθε μέρα γίνεται και από κάτι, τότε κάποια στιγμή αυτή η πόλη θα ανακτήσει κάτι από την αίγλη της. Για πολλά χρόνια ανεχθήκαμε, σχεδόν συνηθίσαμε, να περπατάμε δίπλα σε κτίρια-φαντάσματα, καλυμμένα με πανιά ή φωτορεαλιστικές απεικονίσεις, και να μη δίνουμε σημασία. Μέχρι που κάποιο γεγονός ή, ακόμα χειρότερα, κάποια κατάρρευση μας θυμίζει τι είχαμε και τι χάσαμε.