Πολύ μελάνι χύθηκε τις τελευταίες ημέρες για την εγκατάλειψη του Τατοΐου. Αν εξαιρέσουμε τα τελευταία χρόνια που κάτι άρχισε σοβαρά να κινείται, οι προηγούμενες δεκαετίες ήταν γεμάτες από χαμένες ευκαιρίες. Ενας μοναδικός περιβαλλοντικός, πολιτιστικός, αρχιτεκτονικός και ιστορικός θησαυρός μαράζωνε επειδή κάποιες κυβερνήσεις ήθελαν αλλά φοβούνταν μην τυχόν χαρακτηριστούν φιλοβασιλικές και άλλες δεν ήθελαν, οπότε εφεύρισκαν δικαιολογίες για να περνούν τα χρόνια. Αλλά για την οικονομία της συζήτησης, ας δεχθούμε ότι όντως τα πρώην βασιλικά κτήματα αποτελούσαν καυτή πατάτα για το πολιτικό σύστημα της χώρας. Ομως τι δικαιολογίες υπάρχουν για κτίρια όπως η βίλα Κλωναρίδη ή το σπίτι της Μαρίας Κάλλας;
Aκούγοντας αυτές τις ημέρες τον Κώστα Μπακογιάννη να μιλά για την αναστήλωση της βίλας Κλωναρίδη στα Πατήσια ή για την ανακαίνιση του ιστορικού κτιρίου όπου ζούσε η Κάλλας στην οδό Πατησίων, αναρωτιόμαστε γιατί όλα τα προηγούμενα χρόνια δεν είχε προχωρήσει τίποτα ή σχεδόν τίποτα. Ούτε πολιτικό ενδιαφέρον είχαν τα κτίρια αυτά ούτε κανένα εμφυλιοπολεμικό πάθος θα ξυπνούσε η διάσωσή τους. Το ίδιο ισχύει και για το εγκαταλελειμμένο μέχρι τελικής -κυριολεκτικά- πτώσεως του Ελληνικού Ωδείου στην οδό Φειδίου. Ενα από τα σπουδαιότερα νεοκλασικά μνημεία όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης, αφέθηκε να ρημάξει με ευθύνη της Πολιτείας.
Ευτυχώς ο Δήμος της Αθήνας φαίνεται αποφασισμένος να διασώσει την ιστορική ταυτότητα της πόλης, ζωντανεύοντας ξανά ερειπωμένα κτίρια και δίνοντάς τους πίσω τη λάμψη που τους έκλεψαν ο χρόνος και η εγκατάλειψη. Από το πρόγραμμα «Πρόσοψη» μέχρι τις μεγάλες αναπλάσεις. Προφανώς, τέτοιου μεγέθους παρεμβάσεις στον δημόσιο χώρο δεν ολοκληρώνονται από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά αν κάθε μέρα γίνεται και από κάτι, τότε κάποια στιγμή αυτή η πόλη θα ανακτήσει κάτι από την αίγλη της. Για πολλά χρόνια ανεχθήκαμε, σχεδόν συνηθίσαμε, να περπατάμε δίπλα σε κτίρια-φαντάσματα, καλυμμένα με πανιά ή φωτορεαλιστικές απεικονίσεις, και να μη δίνουμε σημασία. Μέχρι που κάποιο γεγονός ή, ακόμα χειρότερα, κάποια κατάρρευση μας θυμίζει τι είχαμε και τι χάσαμε.