Ομως, αν κοιτάξουμε πέρα από την τρέχουσα συγκυρία, το πλαίσιο της στεγαστικής πολιτικής που σχεδίασε η κυβέρνηση είναι ίσως η σπουδαιότερη παρακαταθήκη που δημιουργεί για τη χώρα. Μια βαθιά μεταρρύθμιση στην καρδιά της κοινωνίας, η οποία, αν και έχει το χαρακτήρα και τα χαρακτηριστικά του επείγοντος, είναι ταυτόχρονα μια μακροπρόθεσμη τομή που θα αλλάξει τις ζωές χιλιάδων οικογενειών. Είναι μια δράση του παρόντος που αφορά το μέλλον.
Αν και τις περασμένες δεκαετίες υπήρξαν διάφορα κύματα στεγαστικής πρόνοιας, όπως για παράδειγμα τα άτοκα δάνεια του ΟΕΚ, αυτά ήταν αποσπασματικά και επ’ ουδενί δεν συγκροτούσαν μια στεγαστική στρατηγική ολοκληρωμένη και συνεχή. Για την ακρίβεια, το ελληνικό κράτος αντιμετώπιζε την κατοικία μόνο ως πηγή φορολογικών εσόδων και τα χρήματα που επένδυε διαχρονικά για τη στέγαση ως παροχή κοινωνικής προστασίας ήταν μηδενικά. Το τραπεζικό σύστημα πέρασε και αυτό από διάφορα στάδια, άλλοτε ανοίγοντας και άλλοτε κλείνοντας τη στρόφιγγα των στεγαστικών δανείων με όρους καθαρά χρηματοοικονομικούς και όχι κοινωνικούς. Αυτή τη φορά το κράτος μπαίνει μπροστά, αντιμετωπίζοντας ολιστικά την υπόθεση «στέγαση», αφού τα προγράμματα που ανακοινώθηκαν καλύπτουν όλα τα πεδία, αγορά, ενοίκιο, ανακαίνιση και εξοικονόμηση, εφαρμόζοντας σύγχρονα εργαλεία και αξιοποιώντας τις δυνατότητες και την ευελιξία του ιδιωτικού τομέα (μέσω ΣΔΙΤ).
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Η επικέντρωση, σε αυτή τη φάση του προγράμματος, στις νεότερες ηλικίες είναι αναγκαία, αν αναλογιστεί κανείς ότι αυτές οι γενιές υπέστησαν όλες τις περικοπές της δεκαετούς οικονομικής κρίσης χωρίς προηγουμένως να έχουν προλάβει να δημιουργήσουν μια επαγγελματική πορεία ή να διαθέτουν αποταμιευτική ικανότητα όπως οι μεγαλύτεροι. Οι μισθοί που λαμβάνουν οι νεότεροι στη μεταμνημονιακή και μεταπανδημική αγορά εργασίας είναι μισθοί επιβίωσης και όχι δημιουργίας περιουσίας ή απόκτησης κατοικίας.
Οσο για τα εισοδηματικά κριτήρια -στο βαθμό που έχουν περιγραφεί, διότι αναμένονται και άλλες διευκρινίσεις-, είναι στην κατεύθυνση της ενίσχυσης των χαμηλόμισθων. Βέβαια, θα δούμε και σε αυτή την περίπτωση να αναζωπυρώνεται το δίλημμα πού μπαίνει ο πήχης ο οποίος διαχωρίζει τους οικονομικά ευάλωτους από τα κατώτερα στρώματα της μεσαίας τάξης, αλλά και το αιώνιο ελληνικό ερώτημα πόσο οι φορολογικές δηλώσεις αποτυπώνουν το πραγματικό εισόδημα των πολιτών. Δύσκολη εξίσωση, αλλά μέχρι να παταχθεί η φοροδιαφυγή και να ωριμάσει η φορολογική συνείδηση, δεν έχουμε και πολλές επιλογές.