ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΠΟΧΗ ένας από τους λόγους της υπεροχής της ελληνικής διπλωματίας έναντι της τουρκικής είναι η αντίστοιχη υπεροχή των ελληνικών λόμπι έναντι των τουρκικών.
O TΖΟΝ ΝΙΟΥΧΑΟΥΖ, μέλος του Διεθνούς Ινστιτούτου Ασφαλείας, στο βιβλίο του, Diplomacy Inc., χαρακτήρισε το ελληνικό λόμπι στην Αμερική, μαζί με το κινεζικό, το ιρλανδικό, το ινδικό και κάποια άλλα, ως ένα από τα ισχυρότερα λόμπι στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εκτιμώντας ότι ο λόγος της δύναμής τους είναι η συνοχή των εθνικών ομάδων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το στοιχείο που προσέθεσε η ελληνική διπλωματία μετά το 2019 είναι η φερεγγυότητα. Οχι μόνο στην Αμερική αλλά και στην Ευρωπαϊκή Ενωση, που η διάθεση της Ελλάδας να συμπεριφερθεί σαν συμμαχική χώρα ανάγκασε την Τουρκία να συμπεριφερθεί εχθρικά προς τη Γερμανία. Οχι ακριβώς προβλεπόμενο, εάν κάποιος αναλογισθεί ότι την Τουρκία και τη Γερμανία ενώνει η κοινή πολιτική από την εποχή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και στη Γερμανία ζουν περίπου 7 εκατομμύρια πολίτες τουρκικής καταγωγής ενώ οι Ελληνες είναι 453 χιλιάδες. Η δήλωση του Τσαβούσογλου προς τη Γερμανία ότι «πέφτει θύμα των ελληνικών προκλήσεων» είναι παραδοχή ήττας, αφού στη διπλωματία δημόσιες δηλώσεις οργής κάνουν οι ηττημένοι.
ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΒΗΜΑ μπροστά για την Ελλάδα είναι η πολιτική πρόοδος. Οτι αποφασίζει τι είναι, με ποιους θα πάει και ποιους θα αφήσει. Ανάμεσα στις ζημιές που προκάλεσε η επταετία στην Ελλάδα ήταν η αντίδραση απέναντι στη Δύση. Μετά το 1974 στην Ελλάδα, στην προσπάθειά της να καταλογίσει τη δικτατορία στην Αμερική και ευρύτερα στη Δύση, η Αριστερά είχε πείσει τους Ελληνες να αναζητήσουν την αλήθεια στην Ανατολή και ιδιαίτερα στην Τουρκία.
ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗ μέχρι τον Γκιουνέι η τουρκική κουλτούρα παρουσιάστηκε σαν η πλησιέστερη στην ελληνική. Με τις άλλες δυτικές κουλτούρες να παρουσιάζονται ως ύπουλες, εχθρικές και ξένες. Χρειάστηκαν κάποιες δεκαετίες και η πρώτη φορά Αριστερά ώστε η Ελλάδα να το ξεπεράσει. Σήμερα στο ενεργειακό πρόβλημα δεν αναζητάει τη λύση στο πετρέλαιο που ο Ούγκο Τσάβες θα έστελνε στον Δήμο Καισαριανής, αλλά σε κοινή πολιτική με τους συμμάχους της. Μπορεί να μην είναι τόσο γραφικό, αλλά κάποιος θα το έλεγε ένα βήμα μπροστά.
«Επαναστάτες» και «κυρ-Παντελήδες»
Την εποχή που ήμαστε πιτσιρικάδες, στα πάρτι ένας κλασικός χαρακτήρας ήταν η μαμά ή η θεία που χοροπήδαγε στο μωσαϊκό πιστεύοντας ότι «έγινε μία από την παρέα». Το μόνο που κατάφερνε είναι η πιτσιρικάδα να χαμογελάει ευγενικά και να περιμένει πότε θα σταματήσει. Είναι και η καλύτερη μέθοδος για να καταλάβει κάποιος πώς διάφοροι καλλιτέχνες, που έχουν προλάβει τον Πλαστήρα ζωντανό και τον Εθνικό Κήπο στη γλάστρα, αποφασίζουν να επαναστατήσουν με τους κουκουλοφόρους των καταλήψεων εναντίον των κυρ-Παντελήδων. Φθηνότερο από τα μπότοξ αλλά το ίδιο αναποτελεσματικό.
Ο ορισμός «κυρ-Παντελής» προέκυψε από ένα τραγούδι του Πάνου Τζαβέλα, που τραγούδαγε αντάρτικα στην Πλάκα και αργότερα στα Εξάρχεια τη δεκαετία του ’70. Αν ο «Ο Πέτρος, ο Γιόχαν κι ο Φρανς ανέμελοι δούλευαν πάντα στα τανκς», επειδή «ποτέ τους δε διάβασαν Μαρξ» και «ιδέα δεν είχαν για τραστ και για κραχ» για τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου, ο κυρ-Παντελής ήταν «έντρομος, άβουλος και φασουλής, άδειο πετσί χωρίς πνοή» για τον Τζαβέλα. Οι αντεπαναστάτες δηλαδή. Οι κακοί. Που τα παιδιά τους μπορούσαν να τους ξορκίσουν τα βράδια της δεκαετίας του ‘80, στο Κύτταρο και στην Κλωθώ, μέχρι να μπούνε σε καμιά ΔΕΚΟ και στο Δημόσιο και τα δικά τους παιδιά μερικές δεκαετίες αργότερα να χτίζουν πρυτάνεις στα γραφεία τους στα πανεπιστήμια.
Κάτι καλύτερο θα μπορούσε να είχε γίνει
Η ομιλία του Κωνσταντίνου Καραμανλή της περασμένης Τετάρτης στο Μέγαρο Μουσικής ήταν ένα εξαιρετικό δείγμα του «Μην μου λες αν βρέχει. Πες μου πώς ανοίγει η κερατένια η ομπρέλα». Ποτέ τόσες πολλές γενικολογίες δεν ειπώθηκαν σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα χωρίς ούτε μία λύση για το πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα.
Ολοι, προτού πάνε στο Μέγαρο, ήξεραν ότι οι προοπτικές από έναν μακροχρόνιο πόλεμο είναι ζοφερές, ότι τα fake news πηγαίνουν σύννεφο και ότι η προσπάθεια απεξάρτησης από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες θα είναι ακριβή.
Από την ομιλία του Τσόρτσιλ στην κήρυξη του πολέμου ότι η Βρετανία θα πρέπει να καταθέσει «αίμα, κόπο, δάκρυα και ιδρώτα» μέχρι την ομιλία του Tζορτζ Μάρσαλ το ’47 στο Χάρβαρντ έχουν υπάρξει ομιλίες που άλλαξαν τον ρου της Ιστορίας. Κανένας δεν περίμενε από τον Καραμανλή μία ανάλογη. Από μια ομιλία με τόσες κοινοτοπίες που θα τις ζήλευε και ο Ανδρουλάκης κάτι καλύτερο θα μπορούσε να είχε γίνει.