Αν αναζητήσει κανείς τη βαθύτερη αιτία της έχθρας που επιδεικνύεται από τη συμμαχία ΗΠΑ-Ρωσίας προς την Ευρώπη, θα πρέπει να ζυγίσει το γεγονός ότι εχθρός δεν είναι η Ευρώπη αυτή καθαυτή, αλλά ο ορθολογισμός που πρεσβεύουν οι αξίες της. Ανεξάρτητα, βεβαίως, από τις δικές της αδυναμίες και ελλείψεις, τις οποίες πληρώνει, και μάλιστα ακριβά.
Από όλο αυτό το παγκόσμιο σύννεφο του «ό,τι θέλω λέω και δεν με νοιάζει αν είναι αλήθεια ή όχι», δεν θα μπορούσε να απουσιάζει και η Ελλάδα της οποίας η αντιπολίτευση φαίνεται πως τιμά -και με το παραπάνω- τον συνδυασμό ρηχότητας και πολιτικής πονηριάς. Δεν είναι κάτι άγνωστο στο ελληνικό πολιτικό τοπίο, αλλά αυτή τη φορά καταργούνται τα όρια τόσο της ηθικής όσο και της ίδιας της λογικής. Αυτά του σεβασμού στον επιστημονικό ορθολογισμό και στη θεσμική λειτουργία είναι ήδη ξεπερασμένα.
Ισως ποτέ άλλοτε τα τελευταία χρόνια -ούτε καν στην εποχή των Μνημονίων και της αλλόκοτης Αριστεράς που ζήσαμε- δεν ήταν τόσο διαδεδομένη η κυνική ομολογία της εκμετάλλευσης ακόμα και του τελευταίου ψήγματος παραπληροφόρησης που μπορεί να τροφοδοτήσει τον αντιπολιτευτικό οίστρο. Και ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη η σκληρή αντιπαράθεση για την υπόθεση των Τεμπών -πάντα υπό το πρίσμα της υιοθεσίας της λαϊκής ετυμηγορίας και των αποφάσεων του θυμικού και της συγκίνησης- ήρθε να προστεθεί στο αντιπολιτευτικό οπλοστάσιο το σύνολο των θεωριών συνωμοσίας γύρω από τον θάνατο του Βασίλη Καλογήρου.
Δεν εξετάζουμε τις λεπτομέρειες, οι οποίες βεβαίως κρίνουν και την ουσία των ευθυνών τόσο για τους κυβερνητικούς χειρισμούς όσο και για τη στάση της αντιπολίτευσης. Διαπιστώνουμε την παντοκυριαρχία της ασύστολης εκμετάλλευσης, της ανυπαρξίας ουσιαστικού και σοβαρού αντιλόγου, της ελαφρότητας, της απροκάλυπτης βιασύνης για πολιτικό κέρδος επενδύοντας μόνο και μόνο στο ένστικτο, το συναίσθημα και το συνειδητό ψεύδος. Μιλάμε για τα ανέξοδα συμπεράσματα περί δολοφονίας, για την ιατροδικαστική του πεζοδρομίου και των καφενέδων. Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα έχει συνέχεια…