Η Χριστιανική Ενωση (CDU/CSU) υπό τον Φρίντριχ Μερτς, που ράβει κοστούμι για την ορκωμοσία του ως καγκελάριος για πρώτη φορά, λαμβάνει ποσοστό 28,6% των ψήφων (και πάνω από 210 έδρες), σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της κρατικής ραδιοτηλεόρασης ARD μέχρι αργά χθες βράδυ.
«Γνωρίζω το μέγεθος της ευθύνης και των προκλήσεων. Δε θα είναι εύκολος ο δρόμος. Χρειαζόμαστε λειτουργική κυβέρνηση το συντομότερο δυνατό. Απόψε γιορτάζουμε, από αύριο δουλεύουμε για να είμαστε παρόντες πάλι στην Ευρώπη. Ο κόσμος δεν μπορεί να περιμένει» ήταν το μήνυμα Μερτς στις πρώτες δηλώσεις του. Μία από τις πρώτες του δηλώσεις ήταν ότι οι προσπάθειές του θα επικεντρωθούν στην πλήρη απεξάρτηση της Γερμανίας από τις ΗΠΑ.
Ακολουθεί η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) με 20,4%, μεταπολεμικό ζενίθ για την Ακροδεξιά που έχει πλέον ρόλο αξιωματικής αντιπολίτευσης. Είναι διπλάσιο σε σύγκριση με το 10,4% που έλαβε στις εκλογές του 2021 το κόμμα της Αλίς Βάιντελ, που ενισχύθηκε από την ανησυχία των Γερμανών για το Μεταναστευτικό. Χθες η Βάιντελ πανηγύριζε με σαμπάνιες, δήλωνε ανοικτή σε κυβερνητική συνεργασία για «πραγματική αλλαγή» και προεξοφλούσε πως σε διαφορετική περίπτωση θα ξαναγίνουν εκλογές σύντομα και θα κερδίσει.
Στην 3η θέση κατατάσσονται οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) του απερχόμενου καγκελάριου Ολαφ Σολτς με 16,3% των ψήφων (και 118 έδρες). Πρόκειται για μεταπολεμικό ναδίρ (κατ’ άλλους από το 1887) για το κόμμα, που πιθανότατα θα μετέχει στην επόμενη κυβερνητική συμμαχία χωρίς τον Σολτς στα ηνία, σύμφωνα με σχολιαστές. Συγχαίροντας τον Μερτς για τη νίκη χθες, δήλωσε πως αναλαμβάνει την ευθύνη για το «πικρό αποτέλεσμα».
Επονται οι Πράσινοι με 12,3 %. Ακολουθούν τα κόμματα της Αριστεράς Die Linke με 8,5% και το κόμμα της Σάρα Βάγκενκνεχτ (BSW), που δίνει μάχη να εξασφαλίσει το όριο του 5% για να μπει στη Βουλή, όπως και οι Φιλελεύθεροι (FDP).
Η διαδικασία
Τα τελικά αποτελέσματα για τα ποσοστά των κομμάτων και τις έδρες που τους αναλογούν στο νέο 630μελές Κοινοβούλιο αναμένεται να ανακοινωθούν μέχρι το μεσημέρι σήμερα, οπότε και ξεκινάει τυπικά ο μαραθώνιος διερευνητικών διαβουλεύσεων για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Χωρίς την απόλυτη πλειοψηφία που είναι άπιαστο όνειρο χρόνια στη γερμανική πολιτική σκηνή, ο 69χρονος Μερτς υποχρεώνεται να αναζητήσει κυβερνητικούς εταίρους και κοινό έδαφος για ένα βιώσιμο σχήμα.
Προθεσμία δεν υπάρχει και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις κομματικών επιτελείων κι αναλυτών πιθανόν οι συζητήσεις να κρατήσουν μέχρι το Πάσχα. Ο νέος καγκελάριος θα εκλεγεί από τη Βουλή μόλις βγει «λευκός καπνός» από τα παζάρια για το προγραμματικό πλαίσιο. Στο μεταξύ παραμένει η υπηρεσιακή κυβέρνηση Σολτς.
Τα σενάρια
Ο Μερτς, δικηγόρος, πρώην στέλεχος του επενδυτικού γίγαντα Blackrock και ερασιτέχνης πιλότος που εγκατέλειψε την ενεργό πολιτική για μια δεκαετία όταν έχασε τη μάχη για τα ηνία των Χριστιανοδημοκρατών από την πρώην καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ, δηλώνει πως θέλει να αποκαταστήσει τη σταθερότητα, την τάξη και να αναστήσει την οικονομία μετά το χάος» που έφερε ο κυβερνητικός «συνασπισμός-φωτεινός σηματοδότης» Σοσιαλδημοκρατών-Πρασίνων- Φιλελευθέρων (από τα χρώματα των κομμάτων).
Από την αρχή το σχήμα κλυδωνιζόταν λόγω διιστάμενων απόψεων σε πολλά ζητήματα μέχρι την κατάρρευσή του τον Δεκέμβριο, έπειτα από την αποχώρηση του FDP λόγω διαφωνιών για τον Προϋπολογισμό. Κανονικά οι περίπου 60 εκατομμύρια ψηφοφόροι θα προσέρχονταν στις κάλπες το φθινόπωρο.
Οι επιλογές που έχει ο Μερτς είναι μετρημένες στα δάκτυλα του ενός χεριού. Το μόνο βέβαιο είναι πως, όπως όλα τα κόμματα του «δημοκρατικού τόξου», αποκλείει από την όποια κυβερνητική συμμαχία την Ακροδεξιά. Θα διατηρήσει το μεταπολεμικό «υγειονομικό τείχος» στη Γερμανία, προς απογοήτευση του «συγκυβερνήτη» των ΗΠΑ Ελον Μάσκ, που ακόμη και χθες έκανε παρέμβαση στα πολιτικά πράγματα της Γερμανίας με αναρτήσεις στο Χ, παρουσιάζοντας τη Βάιντελ ως Ζαν ντ’ Αρκ που θα «σώσει» τη χώρα. «Ο γερμανικός λαός κουράστηκε από την ατζέντα χωρίς κοινή λογική», έγραψε χθες βράδυ σε ανάρτηση ο Ντόναλντ Τραμπ.
Επικρατέστερος ο Μεγάλος Συνασπισμός
Οι δύο μεγάλες παρατάξεις CDU/CSU και SPD έχουν ξανασυνεργαστεί, παρά τις διαφορετικές ατζέντες προεκλογικά. Μια δικομματική κυβέρνηση που μειώνει τις πιθανότητες τριβών μεταξύ πολλών εταίρων είναι η λύση που θα προτιμούσε ο Μερτς, σύμφωνα με σχολιαστές. Ωστόσο πολλά θα κριθούν από τις υποχωρήσεις των Σοσιαλδημοκρατών και την τελική σύνθεση της Βουλής. Οσο χαμηλότερο είναι το ποσοστό του νικητή κι όσο περισσότερα από τα μικρά κόμματα εξασφαλίσουν είσοδο στη Βουλή τόσο αυξάνεται η ανάγκη για τρικομματικό συνασπισμό.
Συνασπισμός «Κένυα»
Πρόκειται για τη σύμπραξη CDU/CSU, Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων (με βάση τα χρώματα των κομμάτων -μαύρο, κόκκινο, πράσινο- η σύνθεση θυμίζει τη σημαία της αφρικανικής χώρας). Ωστόσο, ο Μερτς και οι συνεργάτες του δεν ενθουσιάζονται με την «πράσινη ατζέντα» των οικολόγων.
Συνασπισμός «Γερμανία»
Σε περίπτωση συμφωνίας για κυβερνητική συνεργασία μεταξύ Κεντροδεξιάς, Σοσιαλδημοκρατών και Φιλελεύθερων αν μπουν στην επόμενη Βουλή, δημιουργείται ένας χρωματικός συνδυασμός που θυμίζει τη γερμανική σημαία (μαύρο, κόκκινο, κίτρινο).
Συνασπισμός «Τζαμάικα»
Συγκεντρώνει τις λιγότερες πιθανότητες. Στη συγκεκριμένη συμμαχία μένουν εκτός οι Σοσιαλδημοκράτες και ο Μερτς συμπράττει με τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους αν εισέλθουν στο νέο Κοινοβούλιο.
Τα μεγάλα μέτωπα της επόμενης μέρας
Η πρώτη μεγάλη πρόκληση για τον νικητή των εκλογών είναι ο σχηματισμός βιώσιμης κυβέρνησης- κι όσο το δυνατόν ταχύτερα, γιατί τα στοιχήματα που καλείται να κερδίσει είναι τεράστια. Η γραμμή που θα χαράξει το Βερολίνο σε οικονομική, εσωτερική και εξωτερική πολιτική, δεν θα καθορίσει μόνο την πορεία της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης, και τρίτης μεγαλύτερης παγκοσμίως, ενός πυλώνα του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και του ΝΑΤΟ. Θα έχει αντίκτυπο σε ολόκληρη την Ευρώπη, που παρακολουθεί με αγωνία, καθώς και στις δοκιμαζόμενες σχέσεις της Γηραιάς Ηπείρου με τις ΗΠΑ του Ντόναλντ Τραμπ, όπως τονίζεται σε πολλές αναλύσεις για την επόμενη μέρα της εκλογικής αναμέτρησης.
Στις τελευταίες προεκλογικές δημοσκοπήσεις η κατάσταση της οικονομίας και το Μεταναστευτικό ξεχώρισαν ως τα πιο σημαντικά ζητήματα που πρέπει να διαχειριστεί ο επόμενος καγκελάριος, κατά τους ψηφοφόρους, και ακολουθεί η εξωτερική πολιτική.
«Θηλιά» η ύφεση
Από το 2023 η οικονομία βυθίζεται σε ύφεση. Το ΑΕΠ συρρικνώθηκε πέρυσι κατά 0,2%, το 2023 κατά 0,3% και οι Γερμανοί πολίτες είδαν την αγοραστική τους δύναμη να συρρικνώνεται. Σύμφωνα με τον επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Στατιστικής Υπηρεσίας, η ύφεση συνδέεται με διαρθρωτικά προβλήματα που απαιτούν λύσεις, πέρα από τις πιέσεις από την ενεργειακή κρίση λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και τον ανταγωνισμό της Κίνας, ενώ η επιστροφή στον προστατευτισμό που σήμανε ο Τραμπ ενισχύει την αβεβαιότητα.
Ο Μερτς, που αναμένεται να έχει τον πρώτο λόγο εφεξής, υποσχέθηκε οικονομική ανάκαμψη μέσα από τη μείωση της γραφειοκρατίας, χαλάρωση του ρυθμιστικού πλαισίου για τις επιχειρήσεις και επενδύσεις στην πυρηνική ενέργεια, για να μειωθεί το ενεργειακό κόστος. Κλειδί στην προσπάθεια, κατά τους αναλυτές, είναι η άρση του «φρένου χρέους» που εισήχθη το 2009 μετά τη διεθνή οικονομική κρίση που επιτρέπει μικρό ποσοστό δανεισμού κάθε χρόνο στην κυβέρνηση.
Οι αποφάσεις της νέας κυβέρνησης θα επηρεάσουν και την ευρωπαϊκή οικονομία, καθώς το γερμανικό ΑΕΠ αντιστοιχεί στο 25% του ΑΕΠ της ευρωζώνης, υπογραμμίζεται.
Ζητείται ασφάλεια
Μετά από μια σειρά αιματηρών επιθέσεων από μετανάστες και πρόσφυγες από το καλοκαίρι- με τελευταία την επίθεση με μαχαίρι από 19χρονο Σύρο με αντισημιτικά κίνητρα και απολογισμό έναν τραυματία, την Παρασκευή, στο Βερολίνο- το Μεταναστευτικό ήταν κεντρικό θέμα στην προεκλογική εκστρατεία. Ο Μερτς δεσμεύτηκε για πιο σκληρή γραμμή, σε σύγκριση με την απερχόμενη κυβέρνηση, με συνταγή «κλειστά σύνορα και έλεγχοι», για να περιοριστούν οι ροές παράτυπων μεταναστών και να αντιμετωπιστεί ο ισλαμικός εξτρεμισμός.
Ο σκόπελος Τραμπ
Ο Μερτς υποσχέθηκε «ισχυρή ηγεσία στην Ευρώπη, που πρέπει να απεγκλωβιστεί από την αδράνεια». Η Γηραιά Ηπειρος χρειάζεται μια ισχυρή ηγεσία απέναντι στον Τραμπ, που απειλεί με εξοντωτικούς δασμούς, προχωρά μόνος στη λύση του Ουκρανικού, παρότι η Γερμανία είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος πάροχος βοήθειας στην Ουκρανία, μετά τις ΗΠΑ, ζητά επιτακτικά από τους Ευρωπαίους να επωμιστούν το βάρος της ασφάλειας της Ευρώπης, επισημαίνει το Associated Press. Μια ισχυρή γερμανική κυβέρνηση θα βοηθήσει την Ευρώπη να υψώσει ανάστημα απέναντι στην Ουάσιγκτον, προσθέτει.