Η αντιπολιτευτική γραμμή που ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ακραία και ταυτόχρονα μονότονη. Για οτιδήποτε συμβαίνει στην Ελλάδα, ανεξάρτητα από το εάν η πηγή του προβλήματος είναι διεθνής ή εγχώρια, η κομματική ανακοίνωση εκδίδεται μέσα σε λίγα λεπτά: Βάζουμε ολίγον «ανάλγητο νεοφιλελευθερισμό», εμπλουτίζουμε το κείμενο με «ακροδεξιά πολιτική», προσθέτουμε και έναν Μητσοτάκη και η αντιπολίτευση ολοκληρώθηκε.
Μόνο με τις γαλλικές εκλογές μπερδεύτηκε λίγο η Κουμουνδούρου, γιατί εκεί συγκρούεται ο νεοφιλελεύθερος Μακρόν με την ακροδεξιά Λεπέν, αλλά η λύση βρέθηκε, για όλα φταίει ο Ελληνας πρωθυπουργός. Στον καιρό της πανδημίας ο κ. Τσίπρας μιλούσε για «ύφεση Μητσοτάκη», όταν όλη η παγκόσμια οικονομία είχε καταρρεύσει, με τα καταστήματα κλειστά και τους πολίτες αμπαρωμένους στα σπίτια τους. Στην πραγματικότητα, ήθελε να ρεφάρει την ύφεση της δικής του περιόδου που ήταν υπαρκτή, καθώς στη διετία 2015-2016 στην Ελλάδα είχαμε συρρίκνωση της οικονομίας, ενώ η υπόλοιπη Ευρώπη αναπτυσσόταν με αλματώδεις ρυθμούς.
Το 2021 καταγράφηκε αύξηση-ρεκόρ στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν, πάνω από 8%, αλλά στον ΣΥΡΙΖΑ δεν είπαν τίποτα για «ανάπτυξη Μητσοτάκη», η αντιπολίτευση γύρισε στην «ακρίβεια Μητσοτάκη». Πάλι στην Κουμουνδούρου δεν βλέπουν τι γίνεται σε Ευρώπη και ΗΠΑ με τις ανατιμήσεις, λόγω του ράλι στην αγορά ενέργειας και των επιπτώσεων του πολέμου στην Ουκρανία στην παγκόσμια οικονομία, ο φταίχτης είναι ένας.
Πράγματι, η ακρίβεια είναι υπαρκτή και αποτελεί σοβαρό πρόβλημα για την κυβέρνηση, μόνο που δεν είναι ελληνικό φαινόμενο. Οι σύντροφοι του ΣΥΡΙΖΑ που κυβερνούν στην Ισπανία είδαν τον πληθωρισμό του Μαρτίου να εκτινάσσεται στο 9,8%, που είναι το υψηλότερο επίπεδο από το 1981, αλλά στην Κουμουνδούρου κατήγγειλαν τον Μητσοτάκη για πληθωρισμό 8,9%, που είναι ο μεγαλύτερος από το 1994.
H Οξφόρδη και το σύνδρομο της Κίνας
Οσο για τις μαγικές λύσεις που προτείνουν, απλώς δεν υπάρχουν, αλλιώς θα εφαρμόζονταν παντού και σίγουρα θα επιβραβεύονταν από τους πολίτες, κάτι που δεν προκύπτει σε καμία έρευνα κοινής γνώμης.
Στις ΗΠΑ, όπου οι αγορές λειτουργούν σε συνθήκες ακραίου ανταγωνισμού και η χώρα έχει ενεργειακή αυτάρκεια, με αποτέλεσμα να μην επηρεάζεται σημαντικά από τον πόλεμο στην Ουκρανία, ο πληθωρισμός εκτοξεύθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων 40 ετών. Το κόστος για τρόφιμα, βενζίνη, στέγαση και άλλα είδη πρώτης ανάγκης εκτινάχθηκε στα ύψη, με το δείκτη τιμών καταναλωτή να αυξάνεται 8,5%, η μεγαλύτερη μεταβολή από τον Δεκέμβριο του 1981. Το ίδιο συμβαίνει στη Βρετανία (7% πληθωρισμός, υψηλό 30 ετών), στη Γερμανία (7,3%, υψηλό 40 ετών), ακόμη και στις περιφερειακές οικονομίες της Σκανδιναβίας η ακρίβεια χτυπά με την ίδια σφοδρότητα επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Η κυβέρνηση οφείλει να εξηγήσει το πρόβλημα και να καταστήσει σαφές ότι οι παρεμβάσεις της θα εξαντλούν τα δημοσιονομικά όρια χωρίς, όμως, να υπονομεύουν τις αντοχές της οικονομίας την επόμενη ημέρα. Οπως πληροφορούμαστε η αύξηση του κατώτατου μισθού, που θα αποφασίσει ο πρωθυπουργός, θα είναι σημαντικά υψηλότερη από την εισήγηση του Κέντρου Ερευνας και Προγραμματισμού (ΚΕΠΕ), που θεσμικά έχει την ευθύνη της πρότασης. Ταυτόχρονα, όμως, πρέπει να αντιμετωπισθούν δομικές αδυναμίες της οικονομίας, όπως η λειτουργία της αγοράς ενέργειας, οι υψηλές εισαγωγές που ροκανίζουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και ο πλημμελής έλεγχος σε φαινόμενα αισχροκέρδειας.
Για την ακρίβεια δεν φταίει ο Μητσοτάκης, όπως υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο οι πολίτες περιμένουν λύσεις από τον πρωθυπουργό. Και η ευθύνη είναι μεγάλη, ώστε η χώρα να προχωρήσει με την οικονομία όρθια χωρίς περιθώρια για επικίνδυνη οπισθοδρόμηση.