Πριν από λίγους μήνες κάποιοι προσπαθούσαν να πείσουν την κοινή γνώμη ότι ο Τσίπρας άλλαξε, ότι το άνοιγμά του προς την Κεντροαριστερά είναι πραγματικό και όχι συγκυριακό και ότι επεξεργάζεται πρόγραμμα που θα είναι συμβατό με τις ανάγκες της επόμενης μέρας. Η αλήθεια είναι ότι η προσπάθεια αυτή απέτυχε παταγωδώς, το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, που παρουσιάσθηκε στη ΔΕΘ, αποδείχθηκε μία πρόχειρη επανάληψη του ανεκδιήγητου «προγράμματος της Θεσσαλονίκης», ενώ οι δημοσκοπήσεις έδειξαν ότι ο Μητσοτάκης παραμένει κυρίαρχος στο χώρο του Κέντρου και αρκετές κυβερνητικές πρωτοβουλίες αξιολογούνται θετικά από τους ψηφοφόρους της Κεντροαριστεράς.
Η Κουμουνδούρου, βλέποντας το χρόνο μέχρι τις εκλογές να τελειώνει και τον ΣΥΡΙΖΑ να βρίσκεται πίσω 7-8 μονάδες, αποφάσισε να «χαλάσει» το παιχνίδι, όπως κάνουν οι ταβλαδόροι στα καφενεία όταν βρίσκονται σε αδιέξοδο.
Ο Τσίπρας ποντάρει σε έναν ακτιβισμό, που συσπειρώνει μόνο τη κομματική του βάση, αλλά απωθεί τον μέσο πολίτη, που θέλει τα κόμματα να αντιπαρατίθενται εντός Κοινοβουλίου και κυρίως επιθυμεί η ζωή του να κυλάει χωρίς τις περιπέτειες του 2015, όταν η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα είχαν χτυπήσει «κόκκινο».
Η «κανονικότητα» ποτέ δεν ήταν ευκαιρία για την Αριστερά, το είχε πει σε ανύποπτο χρόνο η Εφη Αχτσιόγλου και ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν κάνει τίποτα άλλο από το να εφαρμόσει μία πολιτική «μπαχαλοποίησης», με σκοπό να φθείρει την κυβέρνηση και να δημιουργήσει μέτωπα. Ομως δεν βλέπουμε πολλούς πρόθυμους να συμμετέχουν στον «ανένδοτο», ακόμα και το ΠΑΣΟΚ, ο πρόεδρος του οποίου ήταν στόχος των υποκλοπών, κατήγγειλε τον ΣΥΡΙΖΑ για Γκαιμπελισμό και σταλινικές πρακτικές, με τους υπαινιγμούς της Κουμουνδούρου περί εκβιαζόμενου.
Το αποτέλεσμα θα είναι το αντίθετο από τις επιδιώξεις της Κουμουνδούρου, όπως προκύπτει από τις περισσότερες έρευνες. Οι δυνάμεις της κοινωνίας και της παραγωγής δεν διακατέχονται από αγανάκτηση ή και οργή, όπως συνέβαινε στα πρώτα χρόνια των μνημονίων, αντιθέτως ενδιαφέρονται να ακούσουν προτάσεις και να δουν πράξεις για τη βελτίωση του επιπέδου ζωής και την αναβάθμιση του οικονομικού περιβάλλοντος.
Η συνταγή που ακολούθησε ο ΣΥΡΙΖΑ για να κατακτήσει την εξουσία θα είναι αυτή που θα τον οδηγήσει σε βαριά ήττα στις επερχόμενες εκλογές. Αλλωστε, όπως είναι γνωστό, η ιστορία συνήθως επαναλαμβάνεται ως φάρσα.
Το «πρότυπο» της Ισπανίας και η Ελλάδα
Τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν ότι ο πληθωρισμός στην Ελλάδα αποκλιμακώνεται με γοργούς ρυθμούς σε σχέση με αρκετές άλλες χώρες της Ε.Ε. Τον Ιανουάριο ο πληθωρισμός ανήλθε σε 7,2%, ενώ στην ευρωζώνη διαμορφώθηκε στο 8,5%. Ενδιαφέρον έχουν τα στοιχεία για την Ιβηρική χερσόνησο, καθώς επί μήνες ακούγαμε τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ να επικαλούνται το ισπανικό μοντέλο για την εξουδετέρωση των αυξήσεων στην ενέργεια και να επικρίνουν την κυβέρνηση επειδή δεν υιοθέτησε τη μείωση του ΦΠΑ σε κάποια είδη διατροφής όπως έπραξε ο Σάντσεθ. Σύμφωνα με την Eurostat ο πληθωρισμός στην Ισπανία, παρά τη μείωση του ΦΠΑ, αυξήθηκε σε 5,8% από 5,2%, που σημαίνει ότι η αγορά «απορρόφησε» τις μειώσεις και δεν τις πέρασε στον καταναλωτή, ενώ στην Πορτογαλία ο δείκτης αυξήσεων, αν και μειώθηκε σε σχέση με τον Δεκέμβριο, παραμένει σε υψηλά επίπεδα κοντά στο 8,6%. Η πολιτική του market pass, δηλαδή λεφτά στο χέρι για κάθε οικογένεια και όχι μείωση του ΦΠΑ, είναι πιο αποτελεσματική σε συνθήκες υψηλού πληθωρισμού. Το αποδεικνύουν και τα στοιχεία.