Οι μίζερες αντιδράσεις δείχνουν ότι δεν διαθέτουμε αυτό που λέγεται «μνήμη της χρεοκοπίας». Φαίνεται ότι έχουμε βαυκαλιστεί -μία ακόμα φορά στην Ιστορία μας- ότι επειδή επιβιώσαμε μέσα από τις Συμπληγάδες των Μνημονίων- δεν μπήκαμε μετά χιλίων βασάνων σε μια φάση σταδιακής ανάκαμψης, όπου κάθε βήμα πρέπει να είναι αιματηρά υπολογισμένο, αλλά επιστρέψαμε στην κατάσταση όπου βρισκόμασταν πριν από το 2010, όταν το χρήμα έρεε, χωρίς κανείς να ασχολείται σοβαρά με τους λόγους για τους οποίους συνεχιζόταν το γλέντι.
1.000 μέρες βαρβαρότητας
Να θυμηθούμε ότι το 2009 το έλλειμμα της χώρας ήταν στο συγκλονιστικό ποσοστό του 15,1% του ΑΕΠ. Πέντε φορές πάνω από τον τότε ευρωπαϊκό μέσο όρο, που κινούταν γύρω στο 3%. Τι σήμαινε αυτό πρακτικά; Οτι η Ελλάδα και ο λαός της ζούσαν πάνω από τα όρια των δυνατοτήτων τους. Φυσικά, μέρος της ευθύνης ανήκε και στους Ευρωπαίους, οι οποίοι αδρανούσαν στις προειδοποιήσεις της Eurostat που έκαναν λόγο για επικείμενο εκτροχιασμό της ελληνικής οικονομίας. Ετσι ήρθε το 2010, η χρονιά όπου η Ελλάδα διαπίστωσε με τον χειρότερο δυνατό τρόπο ότι ήταν αδύνατον να συνεχίζει να δανείζεται από τις αγορές ώστε να χρηματοδοτεί το αβυσσαλέο χρέος της. Προκλήθηκε έτσι μια παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, η μεγαλύτερη από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, από την οποία κινδύνευσε να τιναχτεί στον αέρα ολόκληρη η ευρωζώνη.
Η Ελλάδα πλήρωσε πολύ ακριβά την κρίση εν σχέσει με άλλες χώρες στις οποίες εφαρμόστηκαν ανάλογα προγράμματα διάσωσης (Ιρλανδία, Πορτογαλία, Κύπρος) λόγω και της ακραίας πολιτικής πόλωσης, του λαϊκισμού, αλλά και των άστοχων επιλογών, συνδυασμού ανικανότητας και ιδεοληπτικών εμμονών, όπως το 4ο αχρείαστο Μνημόνιο της περιβόητης 17ωρης διαπραγμάτευσης.
Μπορεί να μην είμαστε ακόμη στη δίνη του κυκλώνα, αλλά οι συνέπειες μιας τόσο μεγάλης κρίσης δεν επουλώνονται ούτε σε πέντε ούτε σε δέκα χρόνια. Οποιος το πιστεύει αυτό, είτε έχει πολιτικά κίνητρα είτε άγνοια, είναι σαν να ακούει Σοπέν σε λαϊκό πανηγύρι…