Οι συμβάσεις για την τηλεδιοίκηση που σέρνονταν σαν το γιοφύρι της Αρτας από κυβέρνηση σε κυβέρνηση, οι ενστάσεις και τα κόλπα των αναδόχων, η εκπαίδευση των σταθμαρχών, οι μετατάξεις χωρίς κανένα κριτήριο, η έλλειψη αξιολόγησης, η κουλτούρα της λούφας, οι κομματικές τοποθετήσεις υπαλλήλων ακόμα και των επικεφαλής ανεξάρτητων αρχών, η τεχνοκρατική ανεπάρκεια των φυσικών διοικήσεων των εταιριών που επόπτευαν υποτίθεται τους ελληνικούς σιδηροδρόμους. Οχι απαραιτήτως με αυτή τη σειρά, αλλά σίγουρα όλα αυτά μαζί οδήγησαν στην τραγωδία των Τεμπών.
Ο επιμερισμός των ευθυνών σαφώς δεν μπορεί να είναι ισότιμα κατανεμημένος, αφού άλλοι έχουν να λογοδοτήσουν για περισσότερα και άλλοι για λιγότερα. Ωστόσο, η σχεδόν εμμονική επιμονή και ο πολιτικός καβγάς για το αν δούλευε ή δεν δούλευε ο τοπικός πίνακας, οι επισκέψεις-σοου σε γιαπιά και το ανεβοκατέβασμα των ποσοστών που παρέλαβαν οι υπουργοί λες και είναι χαλασμένο ασανσέρ, μεγαλώνουν το θυμό του κόσμου.
Η δημόσια συζήτηση αναλώνεται στο τι έγινε χθες, κάτι που είναι λογικό και απαραίτητο αλλά έως ένα βαθμό. Διότι ήρθε η στιγμή να μάθουμε τι θα γίνει από δω και πέρα, για να μη συμβεί ποτέ ξανά μια τέτοια τραγωδία. Ο πρωθυπουργός δεσμεύθηκε για σύγκρουση με το βαθύ κράτος, με βαθιές δομικές αλλαγές στη λειτουργία και την εποπτεία του. Αυτό είναι το μεγάλο διακύβευμα και η μεγαλύτερη πρόκληση της σύγχρονης Ελλάδας. Δεν θα είναι εύκολο, αφού προϋποθέτει όχι μόνο την ατσαλένια αποφασιστικότητα της κυβέρνησης αλλά και τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών. Η νοοτροπία του «αυτή είναι η Ελλάδα» πρέπει να ξεριζωθεί. Αν όχι τώρα, τότε πότε;