Κατά κάποιον τρόπο, ο αυτοδημιούργητος Λατίνος εραστής υπήρξε πρόδρομος του πληθωρικού βασιλιά των καζίνο και της έλλειψης καλών τρόπων στην Αμερική. Ξεκίνησαν και οι δυο τους ως μεγιστάνες του real estate, για να ανελιχθούν σε σταρ των media. Στο τέλος ήρθε η πολιτική, σε έναν μετα-ψυχροπολεμικό κόσμο, που χαρακτηρίστηκε και ως η «εποχή των τεράτων» από επιγόνους του Γκράμσι. Αιχμή της πολιτικής επιχειρηματολογίας των Μπερλουσκόνι και Τραμπ υπήρξε η αμφισβήτηση των «κατεστημένων» θεσμών, συμπεριλαμβανομένου του Τύπου και της Δικαιοσύνης. (Για να την εκδικηθούν, τη φόρτωσαν με αβάσταχτες υπερωρίες…).
Η μεγάλη τους επιτυχία; Αν και επίλεκτα μέλη της οικονομικής ολιγαρχίας των χωρών τους, πλασαρίστηκαν ως αντισυμβατικοί πολέμιοι του κατεστημένου και των διεφθαρμένων ελίτ, αλλά και ως οι καταλληλότεροι προασπιστές των λαϊκών συμφερόντων, στη θέση μιας ηττημένης, αμήχανης και ενσωματωμένης Αριστεράς.
Από τη δεξιά/λαϊκίστικη σχολή Μπερλουσκόνι αποφοίτησαν οι άσπονδοι επίγονοί του Ματέο Σαλβίνι και Τζόρτζια Μελόνι. Στο τέλος αξιώθηκαν να δώσουν στον πνευματικό τους πατέρα μία θέση στο τραπέζι της εξουσίας, προτού τον κηδέψουν εν τιμάς. Ως γνήσιος πρωτοπόρος του μετα-ψυχροπολεμικού λαϊκισμού στην Ευρώπη, ο Μπερλουσκόνι δεν ήξερε τι θα πει σύγκρουση επιχειρηματικών και πολιτικών συμφερόντων, προσπερνούσε τη διάκριση των εξουσιών και εγκαθίδρυσε έναν άτυπο «προεδρισμό» στην Ιταλική Δημοκρατία.
Μπορεί παλιότερα οι Γάλλοι να έλεγαν «ψηφίζω Ντε Γκολ» και οι Ελληνες «ψηφίζω Καραμανλή» ή «γέρο Παπανδρέου», αλλά στην Ιταλία μόνο μετά τον Σίλβιο άρχισαν να λένε «ψηφίζω Μπερλουσκόνι» ή Μελόνι ή Ρέντσι -φυσικά και Μπέπε Γκρίλο, του αντίπαλου αριστερολαϊκιστικού δέους.
Παρά την αξιοθαύμαστη ικανότητά του να επιβιώνει πολιτικά, από ένα σημείο και μετά ο «Καβαλιέρε», με τα σοβαρά και γαργαλιστικά του σκάνδαλα, λειτουργούσε ως καθηλωτικό στοιχείο της ιταλικής πολιτικής ζωής. Ωσπου η Ιστορία αποφάσισε να τον καλέσει κοντά της, μάλλον την καταλληλότερη στιγμή.