Αποκλειστικά υπεύθυνη θεωρείται η Ρωσία, που εμμένει σε μια σειρά αιτημάτων τα οποία βαίνουν πέραν των αυστηρά διμερών θεμάτων Κιέβου – Μόσχας. Την ίδια στιγμή, η Ρωσία βάλλει κατά πάντων σε όλη την ουκρανική επικράτεια, ενώ πολλαπλασιάζονται τα πλήγματα σε πολιτικούς στόχους, παιδικούς σταθμούς και σχολεία, με τραγικό αποτέλεσμα σε καθημερινή βάση να χάνουν τις ζωές τους άμαχοι και ιδιαίτερα παιδιά.
Συστηματικά και προκλητικά ο Βλαντιμίρ Πούτιν υπεκφεύγει ν’ απαντήσει στην πρόταση κατάπαυσης του πυρός που έχει καταθέσει ο Τραμπ, απαριθμώντας μια σειρά απαράδεκτων πρόσθετων απαιτήσεων, που καθιστούν απίθανη οποιαδήποτε ουσιαστική πρόοδο. Αξιωματούχοι του Κιέβου ελπίζουν ότι η απροθυμία του Πούτιν να αγκαλιάσει την πρωτοβουλία κατάπαυσης του πυρός υπό την ηγεσία των ΗΠΑ θα βοηθήσει ώστε οι Αμερικανοί να πειστούν ότι ο αυταρχικός ηγέτης του Κρεμλίνου δεν ενδιαφέρεται πραγματικά για τον τερματισμό του πολέμου και γι’ αυτόν τον λόγο η στασιμότητα στις διαβουλεύσεις είναι δεδομένη.
Πολλοί στην Ουκρανία έχουν απογοητευτεί από τις πρόσφατες θεωρητικολογίες των ΗΠΑ ότι η Μόσχα είναι έτοιμη για σοβαρές ειρηνευτικές συνομιλίες και επισημαίνουν τη σταθερά εμμονική στάση του Κρεμλίνου ως απόδειξη της αποφασιστικότητας του Πούτιν να πολεμήσει για αρκετό χρονικό διάστημα ακόμη. Υποστηρίζουν, δε, ότι η τρέχουσα συζήτηση για πιθανούς συμβιβασμούς και εδαφικές παραχωρήσεις εκ μέρους της Ουκρανίας αντανακλά μια θεμελιωδώς ελαττωματική κατανόηση των μαξιμαλιστικών κινήτρων που κρύβονται πίσω από τη ρωσική εισβολή.
Οι Ουκρανοί αισθάνονται ότι έχουν μια πολύ πιο ρεαλιστική άποψη για τις πραγματικές προθέσεις της Ρωσίας. Είναι πεπεισμένοι ότι ο Πούτιν δεν θα είναι ποτέ ικανοποιημένος με περιορισμένα εδαφικά κέρδη, επειδή στην πραγματικότητα δεν αγωνίζεται για γη στην Ουκρανία. Αντ’ αυτού, διεξάγει έναν πόλεμο ενάντια στην ύπαρξη ενός ξεχωριστού ουκρανικού κράτους και έθνους. Αυτός ο ανατριχιαστικός στόχος υπονομεύει ολόκληρη την έννοια της συμβιβαστικής ειρήνης. Με απλά λόγια, δεν μπορεί να υπάρξει ουσιαστική μέση λύση μεταξύ της ρωσικής γενοκτονίας και της ουκρανικής εθνικής επιβίωσης.
Ο Λευκός Οίκος του Τραμπ δεν είναι ο πρώτος που εκτιμά εσφαλμένα την έκταση των αυτοκρατορικών φιλοδοξιών του Πούτιν στην Ουκρανία. Σε πολλές περιπτώσεις, η προηγούμενη αμερικανική κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν περιέγραψε την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία ως «στρατηγική αποτυχία», επισημαίνοντας παράλληλα το εξαιρετικά υψηλό κόστος που καταβάλλεται από το Κρεμλίνο όσον αφορά τις στρατιωτικές απώλειες και τις οικονομικές ζημιές.
Και ενώ οι δημοκρατικοί ηγέτες της Δύσης ανησυχούν για τα ποσοστά της αποδοχής τους και τους οικονομικούς δείκτες, ο Πούτιν έχει φιμώσει σχεδόν όλες τις πηγές εγχώριας αντιπολίτευσης και ελεύθερος έχει επικεντρωθεί στην εξασφάλιση της θέσης του στη ρωσική ιστορία. Από τα πρώτα χρόνια της «βασιλείας» του, ο Ρώσος πρόεδρος δεν έχει κρύψει το γεγονός ότι θεωρεί την κατάρρευση της ΕΣΣΔ ως «τραγωδία» και την παγκόσμια τάξη μετά τον Ψυχρό Πόλεμο ως «αδικία».
Κυρίως, η Ουκρανία έχει έρθει να ενσαρκώσει αυτά τα δύο «παράπονα». Ο Πούτιν πιστεύει ακράδαντα ότι δεν μπορεί να ελπίζει πως θα επιτύχει την ιστορική αποστολή του να αντιστρέψει την ετυμηγορία του 1991 και να αναβιώσει τη Ρωσική Αυτοκρατορία χωρίς πρώτα να σβήσει την ουκρανική ανεξαρτησία… Ως εκ τούτου, ο Ρώσος πρόεδρος παραμένει αρνητικός στις σχετικές διπλωματικές επαφές και συστηματικά παραπλανά τον όχι και τόσο καλό γνώστη των γεωπολιτικών ζητημάτων Αμερικανό ομόλογό του.
Η απώλεια της Ουκρανίας είναι ο χειρότερος εφιάλτης του Πούτιν. Από τότε που έγινε μάρτυρας της κατάρρευσης της σοβιετικής εξουσίας, ενώ υπηρετούσε ως νεαρός αξιωματικός της τότε KGB στην Ανατολική Γερμανία, έχει στοιχειωθεί από οράματα για τα κινήματα εξουσίας που ανατρέπουν αυτοκρατορίες. Ο Πούτιν γνωρίζει ότι η εισβολή στην Ουκρανία θα καθορίσει ολόκληρη τη βασιλεία του και θα αποφασίσει τη μελλοντική μοίρα της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Συνεπώς, είναι δεδομένο ότι δεν προωθούνται οι επαφές με το Κίεβο για υπερφιλόδοξα στρατιωτικούς, γεωγραφικούς και αρρωστημένα ως και ανεδαφικά ιστορικούς λόγους, καθώς ο Πούτιν δεν πρόκειται να βάλει νερό στο κρασί του, παρά τις πιέσεις της Ουάσιγκτον. Αρα, ο πρόεδρος της Ρωσίας προσπαθεί να κερδίσει χρόνο, παραπληροφορεί εσκεμμένα τον Αμερικανό ομόλογό του και δεν ενδιαφέρεται για τη λήξη του πολέμου. Η αποτυχία των ΗΠΑ είναι εμφανέστατη, ενώ δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι χθες οι πολιτικές ηγεσίες της Γαλλίας, της Πολωνίας και των βαλτικών κρατών επέκριναν τη στάση Τραμπ απέναντι στον Πούτιν και τα ευχολόγια του Λευκού Οίκου.
ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ
Πώς φτάσαμε στην εισβολή
Η εμμονή του Βλαντιμίρ Πούτιν με την Ουκρανία γίνεται όλο και πιο εμφανής τις δύο τελευταίες δεκαετίες, καθώς η εκστρατεία του για την υποταγή της γειτονικής χώρας έχει κλιμακωθεί από την πολιτική παρέμβαση στη στρατιωτική εισβολή. Το 2004, οι προσπάθειες του Ρώσου προέδρου να νοθεύσει τις προεδρικές εκλογές της Ουκρανίας και να εγκαταστήσει έναν υποψήφιο φίλα προσκείμενο στο Κρεμλίνο γύρισε μπούμερανγκ εναντίον του, καθώς «βοήθησε» ώστε να πυροδοτηθεί η Πορτοκαλί Επανάσταση. Δέκα χρόνια αργότερα, απάντησε σε μια άλλη ουκρανική επανάσταση υπέρ της δημοκρατίας, «κατάσχοντας» την Κριμαία και εισβάλλοντας στην Ανατολική Ουκρανία.
Στα χρόνια που ακολούθησαν την έναρξη της ρωσικής στρατιωτικής επιθετικότητας, σταδιακά έγινε όλο και πιο προφανές το γεγονός ότι η περιορισμένη εισβολή του 2014 δεν απέδωσε το επιθυμητό αποτέλεσμα για μια φιλορωσική Ουκρανία. Αντιθέτως, η ρωσική επίθεση ενίσχυσε μόνο τη δέσμευση της Ουκρανίας να στραφεί προς τη Δύση και να επιδιώξει ένα ευρωατλαντικό μέλλον. Αντί ν’ αναγνωρίσει τις αντιπαραγωγικές συνέπειες της στρατιωτικής εκστρατείας του, ο Πούτιν επέλεξε ν’ αυξήσει ακόμη περισσότερο το διακύβευμα εξαπολύοντας τη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή εισβολή μετά τη λήξη του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου.
Τα τελευταία τρία χρόνια, ο Πούτιν έχει γίνει όλο και πιο ξεκάθαρος σχετικά με την πρόθεσή του να διαγράψει εντελώς την Ουκρανία από τον παγκόσμιο χάρτη. Εχει κηρύξει τις κατεχόμενες ουκρανικές περιοχές ως «ρωσικές» κι έχει συγκρίνει την εισβολή του με τις αυτοκρατορικές κατακτήσεις του τσάρου Πέτρου του Μέγα. Παράλληλα, οι Ουκρανοί μάχονται με πρωτοφανές σθένος και δεν αποδέχονται ότι είναι «ένας λαός» με τους Ρώσους. Συμπερασματικά, υπό τις παρούσες συνθήκες δεν υπάρχει αύριο… Ακόμα κι αν επιτευχθεί μια περιορισμένη ανακωχή, είναι δεδομένο ότι ο πόλεμος θα συνεχιστεί…