Σε ό,τι αφορά την ουσία των συναντήσεων, από τα περιβόητα πλέον power points των βουλευτών προέκυψαν ευχολόγια και παρωχημένες ιδέες.
Για παράδειγμα, ο επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, Σωκράτης Φάμελλος, μίλησε για βιώσιμη ανάπτυξη με κοινωνική δικαιοσύνη και ενίσχυση της δημοκρατίας, χωρίς περιττές προσθήκες, όπως, για παράδειγμα, ειρήνη σε όλο τον κόσμο.
Αποκαλυπτική των ξεπερασμένων προτάσεων του ΣΥΡΙΖΑ ήταν η παρουσίαση που έγινε από τον συντονιστή κοινοβουλευτικού έργου Παύλο Πολάκη, που έχει ηγετικό ρόλο δίπλα στον πρόεδρο Κασσελάκη.
Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ, ο βουλευτής Χανίων εισηγήθηκε τη δημιουργία δημόσιου τραπεζικού πυλώνα με έλεγχο μιας συστημικής τράπεζας και την επαναφορά του δημοσίου ελέγχου σε ΔΕΗ και ΕΛ.ΠΕ., με πλαφόν στο περιθώριο κέρδους.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Ξεπερνούμε το γεγονός ότι επί κυβέρνησης Τσίπρα, ο έλεγχος του τραπεζικού συστήματος πέρασε εξ ολοκλήρου στα ιδιωτικά κεφάλαια και στα funds μέσω της καταστροφικής τρίτης ανακεφαλαιοποίησης που έγινε σε τιμές ψίχουλα και με αποκλεισμό τόσο του Δημοσίου όσο και των μικρομετόχων. Παραβλέπουμε επίσης ότι την ίδια περίοδο όλη η δημόσια περιουσία πέρασε για 99 χρόνια στο υπερταμείο, όπου οι δανειστές έχουν αποφασιστικό ρόλο, αλλά και ότι η κυβέρνηση της Αριστεράς είχε εγγράψει κονδύλι 100 εκατομμυρίων για την πώληση του 17% της ΔΕΗ. Ευτυχώς η πώληση δεν έγινε εκείνη την περίοδο, το «πακέτο» της ΔΕΗ απέκτησε δεκαπλάσια αξία με την διοίκηση Στάσση.
Το ερώτημα που προκύπτει από τις προτάσεις Πολάκη είναι πόσο θα κοστίσει στους φορολογουμένους η ανάκτηση του ελέγχου μιας τράπεζας από το Δημόσιο και η επανακρατικοποίηση της ΔΕΗ και των Ελληνικών Πετρελαίων. Ενας πρόχειρος υπολογισμός ανεβάζει το λογαριασμό αυτών των προτάσεων στα 3 με 4 δισεκατομμύρια ευρώ (χωρίς να προσμετρώνται τα δισεκατομμύρια των φορολογικών υποσχέσεων), το κόστος όμως θα ήταν μεγαλύτερο, καθώς τέτοιες κινήσεις στέλνουν μήνυμα στις αγορές ότι ξηλώνονται επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις.
Ο Πολάκης τα είπε γιατί τα πιστεύει και μεταξύ μας ξέρει ότι ποτέ δεν θα τα εφαρμόσει, όταν κυβερνούσε στη Βουλή ψήφιζε τα αντίθετα, και την εξαέρωση του Δημοσίου από τις τράπεζες και την εκχώρηση των «ασημικών», για να θυμηθούμε μια δοκιμασμένη έκφραση της Αριστεράς στους «τροϊκανούς».
Ο Κασσελάκης τα αποδέχθηκε, το πρόγραμμα των Σπετσών ετοιμάζεται κατά τα πρότυπα του αλήστου μνήμης κοστολογημένου σχεδίου της Θεσσαλονίκης. Το πρόβλημα για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι οι πολίτες πλήρωσαν ακριβά αυτούς τους τυχοδιωκτισμούς και με την οικονομία να αναπτύσσεται διαρκώς στα χρόνια του Μητσοτάκη, δεν θέλουν να επαναλάβουν πειράματα.
Είπε όμως και κάτι άλλο ο Πολάκης, που δείχνει την «προσήλωσή» του στους θεσμούς. Ο βουλευτής πρότεινε αλλαγές στη λειτουργία της Δικαιοσύνης, με τη δημιουργία δεύτερης σχολής δικαστών. Πρόκειται για μία πρόταση που είχε διατυπώσει ξανά επί Τσίπρα, τον Ιανουάριο του 2022, προκαλώντας την αντίδραση της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων. Τότε η Ενωση είχε καταγγείλει ότι ο Πολάκης με την εισήγηση για δεύτερη σχολή δικαστών «αμφισβητεί με τρόπο απαράδεκτο και αθεμελίωτο την ικανότητα και την επάρκεια των δικαστικών λειτουργών να ανταποκριθούν στα καθήκοντά τους και συνιστά δήλωση προθέσεων για τη δημιουργία ενός νέου Δικαστικού Σώματος εξαρτημένου από πολιτικές επιδιώξεις».
Η πρόταση τώρα επανήλθε επί Κασσελάκη, και όπως φαίνεται ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ξεφύγει από τις λογικές του παρελθόντος που καταδικάσθηκαν από τον ελληνικό λαό και που ευθύνονται για το κατρακύλισμα του κόμματος στις μετεκλογικές δημοσκοπήσεις.