Τα αποτελέσματα της διαδικτυακής αναζήτησης είναι γεμάτα από τίτλους: «Ερωτήματα της Μ. Καρυστιανού στον πρωθυπουργό», «Απάντηση της Μ. Καρυστιανού στον Ν. Κακλαμάνη», «Ηχηρή απάντηση της Μ. Καρυστιανού στον κυβερνητικό εκπρόσωπο, Π. Μαρινάκη», «Απάντηση της Μ. Καρυστιανού στην ευρωβουλευτή της Ν.Δ., Ελ. Βόζεμπεργκ», «Μ. Καρυστιανού κατά Ολγας Γεροβασίλη». Η αμηχανία, πιθανώς, να είναι δεδομένη. Η στάση που μπορεί να επιλέξει κάποιος επίσης.
Με το πένθος και τον πόνο. Με την ανάγκη για Δικαιοσύνη. Με την τιμωρία. Με τα όρια τα νόμου να εξαντλούνται στους υπαίτιους για τη δυστυχία που προκάλεσαν, όπου κι αν βρίσκονται, ό,τι ρούχα κι αν φορούν. Με την ηθική του σεβασμού στην ανθρωπινότητα του δράματος, τη συμπόνοια, την κατανόηση, τη συμπάθεια. Στη μαθημένη από τραγωδίες Ελλάδα ισχύει κάτι αναλλοίωτο από την αρχαιότητα κιόλας: Ο απόλυτος σεβασμός στους νεκρούς, η απόλυτη τιμή στη μάνα του νεκρού. Ο,τι κι αν σημαίνει αυτό. Και εδώ μπαίνει «τελεία και παύλα».
Ακόμα και αν οι παραπάνω τίτλοι δημιουργούν την αίσθηση σε κάποιους ότι κάτι δεν πάει καλά, δεν χρειάζονται ούτε οι κήνσορες ούτε και οι χουλιγκάνοι. Ο κόσμος παύει να γυρίζει όταν ένας γονιός χάνει το παιδί του. Και η ίδια η κοινωνία έχει τους μηχανισμούς να καταλαβαίνει τι ακριβώς συμβαίνει.
Με τον δικό της τρόπο και πολύ καλά μάλιστα. Αν δεν παρενέβαιναν οι κυνικοί μηχανισμοί της μικροπολιτικής, που πατάνε στον πόνο των οικογενειών για να ανέβουν στο βάθρο της πολιτικής τους οντότητας ή να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα, το τοπίο θα ήταν καθαρότερο. Τόσο η δημόσια έκφραση του προσωπικού πένθους και του ισόβιου πόνου θα απείχε από τις ζημιογόνες πολιτικές εκτροπές όσο και η ανάγκη για όσο το δυνατόν πιο γρήγορη και αποτελεσματική απονομή δικαιοσύνης και τιμωρία θα ήταν η μοναδική μέριμνα. Οχι οι έριδες.