Ο 72χρονος Σαλαμέχ πέρασε μια ονειρεμένη ζωή μέσα στη χλιδή, την ατιμωρησία και τη διαφθορά, προστατευμένος από τον σιίτη πρόεδρο της Βουλής, Ναμπίχ Μπέρι, μια αλυσίδα σουνιτών πρωθυπουργών, ιδίως της οικογενείας Χαρίρι – και φυσικά από τους Μαρωνίτες χριστιανούς ομοθρήσκους του, που κρατάνε τα επιχειρηματικά κλειδιά της χώρας. Φαίνεται πως όλοι αυτοί -κατόπιν, φημολογείται, αμερικανικών πιέσεων- αποφάσισαν να τον ξεφορτωθούν σαν βαρίδι, χρεώνοντάς του αποκλειστικά την εικόνα μιας χώρας με ουσιαστικά κλειστές τράπεζες εδώ και τέσσερα χρόνια, πληθωρισμό που ξεπέρασε το 300% και καταθέτες σε συνάλλαγμα που χρειάζεται να κάνουν… ένοπλες ληστείες για να σηκώσουν μέρος των χρημάτων τους.
Ο κεντρικός τραπεζίτης, που έφτασε την ισοτιμία του δολαρίου στις 100.000 λιβανέζικες λίρες, δεν κατηγορείται για απάτες και καταχρήσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων μόνο στον Λίβανο, αλλά και σε πέντε ευρωπαϊκές χώρες. Την Πέμπτη αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πολυτελή κατοικία-μπούνκερ εντός του θωρακισμένου συγκροτήματος της Κεντρικής Τράπεζας, για να αντιμετωπίσει τον Λιβανέζο εισαγγελέα, έναν Γάλλο κι έναν Γερμανό ανακριτή. Εχοντας αποκλείσει τη διεκδίκηση έκτης (!) θητείας τον Ιούλιο, παζαρεύει στην ουσία με τον δισεκατομμυριούχο σιίτη πρωθυπουργό Νατζίμπ Μικάτι, τους σιίτες της Αμάλ και της Χεζμπολάχ, να τον αφήσουν να περάσει σε κάποια χώρα του Κόλπου (ή της Ευρώπης, της Καραϊβικής κ.ο.κ.) το υπόλοιπο της ζωής του με ένα μέρος από τα κλεμμένα. Καθώς «μαζί τα φάγανε», τους έχει όλους στο χέρι και μπορεί να τους κάψει αν ανοίξει το στόμα του.
Μένει ώσπου να φύγει…
Τέτοια απαράδεκτα γίνονται στην άνομη Μέση Ανατολή, αλλά όχι στη Νέα Υόρκη, τη Ζυρίχη, το Λονδίνο, τη (Monte dei Paschi di) Σιένα και άλλες άσπιλες τραπεζικά πολιτείες.