Η αλήθεια είναι ότι κάτι παρόμοιο είχε συμβεί στον Νίκο Ανδρουλάκη και όταν είχε εκλεγεί πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ την πρώτη φορά. Τα ποσοστά του, κάτι που είναι απολύτως φυσιολογικό και αναμενόμενο, είχαν αξιοσημείωτη άνοδο. Αυτό, βεβαίως, δεν οδηγεί σε ευρύτερα αισιόδοξα πεδία, παρά μόνο αντικατοπτρίζει το δημοσκοπικό ύψος της καλλιεργούμενης προσδοκίας.
1.000 μέρες βαρβαρότητας
Ο Νίκος Ανδρουλάκης, αυτή τη φορά, δεν φάνηκε να τρομάζει από την προσέγγιση του 20%, ούτε δείχνει τόσο έκπληκτος. Και αυτό είναι το καλό της εμπειρίας. Προσγειώνει και -στη δική του περίπτωση- του δίνει μία γενναία ευκαιρία να επαναπροσδιορίσει και να αναλογιστεί τα λάθη της πρώτης φοράς. Τα οποία όχι μόνο λίγα δεν είναι, αλλά και δηλωτικά πολιτικοϊδεολογικής θολούρας ανακατεμένης με εγωπάθεια, απειρία και έλλειψη βασικών ικανοτήτων, τουλάχιστον από όσα φανέρωνε η δημόσια παρουσία, το δηλωθέν αφήγημα και η ρητορική.
Είναι καλό οι άνθρωποι να έχουν δεύτερες ευκαιρίες. Και τρίτες, αν χρειαστεί. Αυτό συμβαίνει στην ανεκτική εκδοχή της ζωής. Γιατί στην αδυσώπητη εκδοχή της παραφυλάει η πολιτική. Η αναβάθμιση της Αννας Διαμαντοπούλου εκλαμβάνεται από πολλούς ως ένα δείγμα της μη συριζοποιημένης προοπτικής του ΠΑΣΟΚ. Αρκεί, όμως, αυτό για την ανέλιξη του κόμματος στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε ουσιαστική βάση, όχι μόνο στις δημοσκοπικές μετρήσεις; Επί του συγκεκριμένου, είναι τέτοιο το πολιτικό σκηνικό, οι ισορροπίες -εσωτερικές και διεθνείς- και οι ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας για «τον άνθρωπο που θα κάνει τη δουλειά» που, και οι ικανότητες να έδειχναν ότι υπήρχαν, θα ήταν περισσότερο ενδοοικογενειακή υπόθεση.