Σύμφωνα με την έρευνα της MRB για το Open, που δείχνει νέο άνοιγμα της ψαλίδας της Νέας Δημοκρατίας έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, στο ερώτημα για την καταλληλότητα του πρωθυπουργού ο Μητσοτάκης λαμβάνει 27,8%, ο Κασσελάκης 8,8% και ο Ανδρουλάκης 7%. Οι διαφορές είναι χαώδεις και αποτυπώνουν μία πραγματικότητα. Οι πολίτες θεωρούν ότι ο Μητσοτάκης μπορεί να εκτελέσει τα καθήκοντά του καλύτερα από τους υπόλοιπους πολιτικούς αρχηγούς.
Οταν ο Κασσελάκης υποπίπτει σε απίστευτες γκάφες στα θέματα της διπλωματίας, ας μην ξεχνάμε ότι είχε ξεκινήσει την πολιτική καριέρα του ως πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηρίζοντας την κατεχόμενη Κύπρο ως «τουρκικό κρατίδιο», και υιοθετεί τις λογικές των λεφτόδεντρων στην οικονομία τάζοντας παροχές δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ, δεν πρέπει να απορούμε που βρίσκεται τόσο χαμηλά το ποσοστό σε ό,τι αφορά στην καταλληλότητα για τη θέση του πρωθυπουργού.
Είναι αλήθεια ότι η Ελλάδα πέρασε από μεγάλες περιπέτειες, δοκιμάσθηκαν «πολιτικά πειράματα» που απέτυχαν παταγωδώς και ο λαϊκισμός ηττήθηκε στην πράξη. Η οικονομία δεν μπορεί να τρέξει παρά μόνο με μεταρρυθμίσεις που θα φέρνουν επενδύσεις και θα δημιουργούν δουλειές, το Μεταναστευτικό δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί παρά με αυστηρή φύλαξη των συνόρων και μπλόκο στα κυκλώματα διακινητών, ενώ η εξωτερική μας πολιτική πρέπει να βασίζεται στην ενίσχυση του διπλωματικού μας κεφαλαίου και στην αμυντική θωράκιση.
Δρόμος χωρίς γυρισμό…
Ολα αυτά απαιτούν γνώση, πολιτική βούληση και σκληρή δουλειά. Η κυβέρνηση όπως δείχνουν οι νέες δημοσκοπήσεις κερδίζει έδαφος και ο στόχος που είχε τεθεί από τον Μητσοτάκη για 33% μοιάζει εφικτός, αν όχι χαμηλός. Λάθη γίνονται και απαιτούνται ταχύτεροι ρυθμοί, ιδίως στο μέτωπο της Υγείας και του κοινωνικού κράτους, όμως η αντιπολίτευση αντί να επιμείνει στην παραγωγή σύγχρονου πολιτικού λόγου και στην ανάπτυξη δική της μεταρρυθμιστικής ατζέντας επιστρέφει σε λογικές του παρελθόντος, χρεοκοπημένες από την κοινωνία και δοκιμασμένες με οικτρά αποτελέσματα στην οικονομία.
Γι’ αυτό τελικά η μεγάλη έκπληξη στις επερχόμενες ευρωεκλογές, εκτός απροόπτου, θα είναι ότι δεν θα υπάρξει έκπληξη. Οι πολίτες δεν επιθυμούν πολιτική αστάθεια και θα κρίνουν την κυβέρνηση για τα πεπραγμένα της στο πέρας της τετραετίας. Εάν πετύχει τους στόχους της και έχει φέρει την Ελλάδα πιο κοντά στην υπόλοιπη Ευρώπη το 2027 θα επανεκλεγεί, το βέβαιο είναι ότι δεν επιθυμούν τώρα να περάσει η χώρα στη σφαίρα της πολιτικής αβεβαιότητας, με ζημίες για την οικονομία.
Οσο για τους υπόλοιπους πολιτικούς αρχηγούς πρέπει να προσπαθήσουν πολύ για να κερδίσουν έδαφος, γιατί δουλειά δεν γίνεται με τηλεοπτικές εκπομπές αλλά με γνώση του αντικειμένου. Αλλωστε στο τέλος της ημέρας όλοι ψάχνουν κάποιον που να μπορεί να κάνει τη δουλειά και όχι σαματάδες.