Για την ώρα αρκεί να σταθούμε μπροστά από ένα περίπτερο και να μετρήσουμε πρωτοσέλιδα (όλων των ειδών και ποιοτήτων), αρκεί να κάνουμε ραδιοτηλεοπτικό ζάπινγκ ή να περιηγηθούμε για λίγο στο Internet και θα καταλάβουμε πως όλα τα λουλούδια ανθίζουν ελεύθερα. Μέχρι και καταδικασμένοι τρομοκράτες για 11 δολοφονίες αρθρογραφούν σε ημερήσια εφημερίδα. Αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει σε ένα αφήγημα που ούτε βάση έχει ούτε πέραση στον κόσμο. Oμως, η ελευθεροτυπία δεν κινδυνεύει από τα λόγια ούτε από τις αντιπολιτευτικές κορόνες, ακόμα και όταν είναι υπερβολικές.
Υπάρχει κάτι άλλο που πραγματικά απειλεί τους δημοσιογράφους. Είναι αυτοί οι σκοτεινοί κύκλοι που στοχοποιούν πρόσωπα και βάζουν εμπρηστικούς μηχανισμούς σε σπίτια δημοσιογράφων, σε κανάλια και ραδιοφωνικούς σταθμούς. Που αποκαλούν ρουφιάνους και πουλημένους τους εργαζομένους στα ΜΜΕ, που χτίζουν συστηματικά και ανερυθρίαστα μια επικίνδυνη και ανήθικη προπαγάνδα. Η πραγματική απειλή έρχεται από τους τύπους με τις κουκούλες που κλιμακώνουν τις δράσεις τους και δεν διστάζουν να βάλουν φωτιά, αδιαφορώντας για τις ζωές των εργαζομένων. Και το κάνουν στο όνομα μιας «επανάστασης» που κάποιοι επιμένουν να ανέχονται.
Η εγκληματική επίθεση στο κτίριο του Real, από την οποία σώθηκε χάρη στην έγκαιρη επέμβαση της Πυροσβεστικής η ηχολήπτρια που εργαζόταν εκεί, δεν ήταν μια στραβή στη βάρδιά της. Δεν είναι απλά μια καταδικαστέα και αποτρόπαια πράξη, είναι μια ευθεία επίθεση στην καρδιά της ελεύθερης έκφρασης. Και αυτό δεν πρέπει να το προσπεράσουμε ως συνήθη επικαιρότητα που σήμερα βγάζει καλό τίτλο και αύριο το ξεχνάμε. Ούτε να το περιορίσουμε στα όρια μιας πολιτικής σύγκρουσης για εγχώρια κατανάλωση. Αλλωστε, όλα τα κόμματα, σύσσωμη η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση, καταδίκασαν την επίθεση χωρίς αστερίσκους και δικαιολογίες. Το ίδιο και η κοινωνία που έχει την ωριμότητα να αντιλαμβάνεται πως η βία είναι το πρόσωπο του τέρατος που δεν πρέπει να συνηθίσουμε.