«Από τον Μάιο δουλεύουμε στο φουλ, τον Ιούνιο είχαμε μία οριακή πτώση, ο Ιούλιος πήγε σαν πύραυλος και από τον Αύγουστο τρέχουμε και δεν φτάνουμε», είπε ο συμπαθής εστιάτορας αποτυπώνοντας την εικόνα της φετινής τουριστικής Ελλάδας σε ένα από τα πιο δημοφιλή νησιά του Αιγαίου.
Ο ίδιος στην περυσινή συνάντησή μας, όταν είχαν αρθεί τα περιοριστικά μέτρα και έρχονταν οι πρώτοι επισκέπτες, ήταν απόλυτος: «Ποιος τουρισμός; Κάτι νέοι έρχονται που αψηφούν τους κινδύνους, καμία απολύτως σχέση με άλλες χρονιές».
Φέτος η κατάσταση ευτυχώς είναι διαφορετική, ο τουρισμός ξεπερνά και τις πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις και η συνεισφορά του κλάδου στην οικονομία θα είναι πρωτοφανής. Εάν η κίνηση εξελιχθεί με τους ίδιους ρυθμούς, τότε η εκτίμηση για ανάπτυξη κοντά στο 5% θα είναι ρεαλιστική, καθώς ο τουρισμός συμπαρασύρει δεκάδες επαγγέλματα, ενώ ενισχύει τον αγροτικό τομέα, τις μεταφορές και τις παρεπόμενες υπηρεσίες που επί δύο χρόνια κυριολεκτικώς είχαν μπει στο «ψυγείο» της αγοράς. Είναι ένα παρήγορο σημείο όταν τα σημάδια της ύφεσης στη Βόρεια Ευρώπη έχουν γίνει ορατά και οι αβεβαιότητες του προσεχούς χειμώνα είναι πρωτόγνωρες.
Η υψηλή ζήτηση βέβαια ωθεί ανοδικά και τις τιμές, κάποιοι προορισμοί είναι απλησίαστοι για τους Ελληνες επισκέπτες, ενώ ο πληθωρισμός στη χώρα μας διατηρείται σε διψήφια μεγέθη. Ωστόσο, το κύριο είναι ότι η οικονομία και κατ’ επέκταση τα δημόσια έσοδα αποκτούν ανάσες εν όψει των δύσκολων επόμενων μηνών. Αρκεί να ενταθούν οι έλεγχοι από τις φορολογικές Αρχές, να εκδίδονται αποδείξεις και να περιορισθεί το μαύρο χρήμα στις συναλλαγές προς όφελος του υγιούς ανταγωνισμού και των κρατικών ταμείων.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Σύμφωνα με τον υπουργό Τουρισμού, Βασίλη Κικίλια, που μίλησε στην ΕΡΤ, οι αφίξεις τον Ιούνιο μέσω αεροδρομίων ήταν υψηλότερες και από τη χρονιά-ρεκόρ του 2019, ενώ ο σχεδιασμός της κυβέρνησης προβλέπει επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και προσέλκυση επισκεπτών υψηλότερων εισοδημάτων.
Ηδη η μέση δαπάνη ανά τουρίστα είναι μεγαλύτερη κατά 20% σε σχέση με το 2019 και αυτό λειτουργεί πολλαπλασιαστικά στη σημαντική αύξηση και του αριθμού των ξένων επισκεπτών. Το σημαντικό είναι ότι η αύξηση της κίνησης δεν παρατηρείται μόνο στη νησιωτική Ελλάδα, αλλά καταγράφεται τόσο στις μεγάλες πόλεις -στην Αθήνα οι επισκέπτες της Ακρόπολης καθημερινώς είναι πάνω από 16.000, ενώ η Θεσσαλονίκη αποτελεί πλέον σταθμό των κρουαζιερόπλοιων-, όσο και σε Ηπειρο, Κεντρική και Δυτική Μακεδονία.
Η Ελλάδα μπορεί να γίνει η «Φλόριντα της Ευρώπης» φιλοξενώντας τους συνταξιούχους της Γηραιάς Ηπείρου, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να προσελκύσει τους «ψηφιακούς νομάδες» και τις δυναμικότερες ηλικίες που αναζητούν έναν όμορφο τόπο για τη διαμονή και την εργασία τους. Για να επιτευχθεί αυτό, απαιτούνται επενδύσεις σε υποδομές, το ψηφιακό δίκτυο και οι ταχύτητες στο Διαδίκτυο παίζουν καθοριστικό ρόλο για την εγκατάσταση αλλοδαπών εργαζομένων και στελεχών, ενώ η αναβάθμιση του συστήματος Υγείας είναι πλέον όρος επιβίωσης για την επόμενη ημέρα της νησιωτικής Ελλάδας.
Τα μηνύματα είναι θετικά σε μία σκοτεινή εποχή, ο τουρισμός δουλεύει καλά χωρίς τους πολιτικούς αντιπερισπασμούς που θα δημιουργούνταν εάν η χώρα βρισκόταν σε τροχιά πρόωρης προεκλογικής περιόδου. Ολοι χρειάζονται ανάσες μετά από δύο χρόνια εγκλεισμών, η οικονομία μας ακόμη περισσότερο, όταν πρέπει να αντέξει το τεράστιο δημοσιονομικό κόστος της ενεργειακής κρίσης.