Η ΥΠΟΘΕΣΗ ΛΙΓΝΑΔΗ δεν είναι η πρώτη που εξοργίζει την κοινωνία και σίγουρα δεν είναι η τελευταία που διχάζει τον πολιτικό κόσμο. Το τελευταίο πρέπει να μας προβληματίσει περισσότερο. Διότι δεν γίνεται, ανάλογα με τα πρόσωπα που εμπλέκονται, να πανηγυρίζουν οι μεν και να αντιδρούν οι δε. Πριν από λίγες ημέρες, όταν η Δικαιοσύνη αποφάσισε να μην παραπεμφθεί στο Ειδικό Δικαστήριο ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος για τη βασική κατηγορία της υπόθεσης Novartis, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ πανηγύριζαν και υμνούσαν την ανεξάρτητη Δικαιοσύνη. Τώρα μιλούν για «ατιμωρησία εκλεκτών» επειδή είναι «κολλητοί της κυβέρνησης» προσβάλλοντας πρωτίστως την ίδια Δικαιοσύνη, αλλά και τη νοημοσύνη μας.
ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΛΕΕΙ πως απαγορεύεται να κρίνουμε τις δικαστικές αποφάσεις, ειδικά όταν πρόκειται για ποινικές υποθέσεις, που είναι ανοιχτές στο ακροατήριο και έχουν μεγάλη σημασία για τις κοινωνίες. Είναι εύλογο, λοιπόν, να αναζητούνται απαντήσεις για το πώς γίνεται να υπάρχει καταδικαστική απόφαση -κατά πλειοψηφία- για δύο βιασμούς ανήλικων ανδρών με ποινή 12 έτη, αλλά να δίνεται αναστολή εκτέλεσης ποινής μέχρι το Εφετείο. Μόνο που η ίδια ακριβώς απορία ισχύει και για άλλες υποθέσεις, όπως του πρώην ντράμερ που καταδικάστηκε 12 χρόνια για ασέλγεια ανηλίκου αλλά επίσης αφέθηκε ελεύθερος ή του 53χρονου «πατέρα» που καταδικάστηκε για σεξουαλική κακοποίηση των δύο κορών του (ασέλγεια ανηλίκου κάτω των 12 ετών) αλλά το δικαστήριο έδωσε ανασταλτικό αποτέλεσμα στην εκτέλεση της ποινής του! Ηταν μήπως και αυτοί «κολλητοί της κυβέρνησης» ή απλώς έκαναν χρήση του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας;
Ο ΚΩΔΙΚΑΣ προϋπήρχε, αλλά άλλαξε επί το ευμενέστερον για τους κατηγορουμένους το 2019. Συγκεκριμένα, ενώ προβλεπόταν ότι ο φυσικός δικαστής δύναται να δώσει αναστολή στην έφεση, τώρα ορίζει πως «υποχρεούται» να τη χορηγήσει, εκτός και αν κρίνεται αιτιολογημένα «ότι οι περιοριστικοί όροι δεν αρκούν και ότι ο κατηγορούμενος δεν έχει γνωστή και μόνιμη διαμονή στη χώρα ή κατά το παρελθόν υπήρξε φυγόδικος ή (εάν) κρίνεται αιτιολογημένα ότι αν αφεθεί ελεύθερος είναι πολύ πιθανό να διαπράξει και άλλα εγκλήματα».
ΗΔΗ Η ΕΙΣΑΓΓΕΛΙΑ ΕΦΕΤΩΝ ζήτησε τα πρακτικά και την απόφαση του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου προκειμένου να μελετηθεί η άσκηση έφεσης, ενώ με μεγάλο ενδιαφέρον περιμένουμε και το σκεπτικό της επίμαχης απόφασης. Ομως, αυτά δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνονται υπό την πίεση λαϊκών δικαστηρίων που ζητούν κρεμάλες ούτε να χρησιμοποιούνται ως όπλα στην κομματική αντιπαράθεση. Διότι τέτοιες αποφάσεις, ανεξαρτήτως του προσώπου που αφορούν, δεν είναι ούτε αντιδικονομικές, αφού πατούν στο γράμμα του νόμου, ούτε πρωτάκουστες. Οπως επισημαίνουν, μάλιστα, νομικοί κύκλοι, η αναστολή ευθυγραμμίζεται με τον σεβασμό στο τεκμήριο αθωότητας, το οποίο -προσέξτε- εξακολουθεί να ισχύει για όλους ανεξαιρέτως τους κατηγορουμένους μέχρι να καταδικαστούν οριστικά στο Εφετείο ή αμετάκλητα στον Αρειο Πάγο.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
ΑΝ, ΛΟΙΠΟΝ, κάτι είναι λάθος στους νόμους μας, ας τους διορθώσουμε. Αν θεωρηθεί από τους νομοθέτες ότι έχουν πολλά παραθυράκια από τα οποία ξεφεύγουν ένοχοι για ειδεχθή και με μεγάλη κοινωνική απαξία εγκλήματα, ας τα σφραγίσουμε. Αν πάλι είμαστε αποφασισμένοι να διατηρήσουμε ένα ευμενές νομικό πλαίσιο που δίνει πάντα την αμφιβολία υπέρ του κατηγορουμένου, ας προετοιμαστούμε για να το αντέξουμε. Οχι αλά καρτ ούτε μόνο για εκείνους που θεωρούνται πολιτικά αντίθετοι ή ιδεολογικά σύντροφοι.