Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη
Οσο και αν αυξηθεί, θα μένει πάντα τελευταίος στη λίστα να θυμίζει πως όλοι οι υπόλοιποι μισθοί είναι υψηλότεροι. Το ερώτημα βέβαια είναι πόσο πιο χαμηλά μπορεί να πέσει ή πόσο πιο ψηλά μπορεί να ανέβει.
Από το 2010 και μετά, δηλαδή από την οικονομική κρίση και εντεύθεν, η ανάγκη όλων των χαμηλόμισθων είναι να ξεκολλήσει ο μισθός τους από τον πάτο και η αγωνία όλων των κυβερνήσεων να το καταφέρουν.
Δεν είχαν, βέβαια, όλες οι κυβερνήσεις ούτε τον ίδιο ρεαλισμό ούτε την απαραίτητη ειλικρίνεια. Ακόμα θυμόμαστε τον ΣΥΡΙΖΑ του 2015 να υπόσχεται 751 ευρώ με ένα άρθρο και ένα νόμο, αλλά στα 4,5 χρόνια που κυβέρνησε κατάλαβε πως τα μεγάλα λόγια είναι συνήθως λόγια του αέρα. Σαν το χρέος που έλεγε ο Αλέκος Φλαμπουράρης, μόνο που ο αέρας ούτε πληρώνει εργαζομένους ούτε ξεπληρώνει δάνεια.
Και ερχόμαστε στο διά ταύτα: Η ανακοίνωση για αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% από 1ης Ιανουαρίου του 2022 σημαίνει 13 ευρώ αύξηση στη χαμηλότερη κλίμακα, δηλαδή του άγαμου νεοεισερχόμενου.
Προφανώς, δεν είναι ένα ποσό που θα πλουτίσει τους εργαζομένους, αλλά την ίδια στιγμή δεν θα απειλήσει τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων.
Οπαδοί ψηφιακών συρφετών μίσους
Και δεν εννοούμε, φυσικά, τις μεγάλες εταιρίες, αλλά τις χιλιάδες μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις της χώρας, για τις οποίες το 2% στο εργασιακό κόστος είναι οριακά ανεκτό. Αρκεί κάποιος να δει τα στοιχεία του Εργάνη, που δείχνουν ότι, στις επιχειρήσεις που έχουν έως δέκα απασχολούμενους, το 43,1% του προσωπικού τους αμείβεται με τον κατώτατο μισθό.
Οριακή είναι, βέβαια, και η καθημερινότητα για τους ίδιους τους εργαζομένους. Στα χρόνια της οικονομικής κρίσης και της πανδημίας που ακολούθησε αυξήθηκαν δραματικά οι απασχολούμενοι του ιδιωτικού τομέα που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, με το ποσοστό τους, από 19,7% το 2016, να ανέρχεται στο 27,7% το 2020.
Και δεν μιλάμε μόνο για νέους ανθρώπους, που ίσως να μην έχουν προλάβει ακόμα να δημιουργήσουν οικογενειακές υποχρεώσεις, αλλά για τους μεγαλύτερης ηλικίας εργαζομένους που αγωνίζονται να τα βγάλουν πέρα με την ελάχιστη νόμιμη αμοιβή. Τα στοιχεία του Εργάνη είναι και πάλι αποκαλυπτικά: Οι ηλικίες 35-44 ετών που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό καταλάμβαναν το 2016 ποσοστό 12,8% και το 2020 έφθασαν στο 20,8%, ενώ στις ηλικίες 45-55 σχεδόν διπλασιάστηκε από 9,8% σε 16,5%. Η οικονομική στήριξη αυτών των εργαζομένων είναι ένα από τα μεγάλα στοιχήματα της επόμενης ημέρας.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr