Γράφει ο Γιώργος Δ. Ευθυμίου
Χθες στην απέναντι όχθη, οι «New York Times» έβαλαν τον κ. Τσίπρα ξανά δίπλα στη Μαρί Λεπέν (Γαλλικό Εθνικό Μέτωπο), αλλά και στον Μπέπε Γκρίλο (ιταλικό κίνημα των Πέντε Αστέρων), στον Νόρμπερτ Χόφερ (αυστριακό ακροδεξιό Κόμμα Ελευθερίας), στον Γκέερτ Βίλντερς (εθνικιστικό ολλανδικό Κόμμα Ελευθερίας), στη Φράουκε Πέτρι (ευρωσκεπτικιστικό γερμανικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία – AfD), στον Πάμπλο Ιγκλέσιας (Podemos) και τον Νάιτζελ Φάρατζ (ευρωσκεπτικιστικό UKIP).
Είναι εμφανές ότι ο λαϊκισμός έχει βρει έκφραση σε κόμματα και από τις δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος. Το συγκεκριμένο άρθρο των «NYT» γράφτηκε με αφορμή την απόφαση των Ιταλών στο δημοψήφισμα της περασμένης Κυριακής. Κατά την άποψή μου, οι πρόσφατες εξελίξεις στη γειτονική χώρα αποδεικνύουν ότι το γενικότερο πρόβλημα ηγεσίας στις ευρωπαϊκές χώρες είναι αυτό που οδηγεί τους πολίτες στο λαϊκισμό.
Τραμπ, Μπάιντεν και το δράμα των ομήρων
Στην περίπτωση της Ιταλίας, ο σοσιαλδημοκράτης Ματέο Ρέντσι έφερε στη Βουλή ένα πρόχειρο και κακογραμμένο κείμενο αναθεώρησης του Συντάγματος στο ιταλικό Κοινοβούλιο, ενώ γνώριζε πως δεν ελάμβανε την πλειοψηφία και θα έπρεπε αναγκαστικά να οδηγηθεί σε δημοψήφισμα. Εν συνεχεία, προχώρησε σε ό,τι πιο εκβιαστικό μπορούσε να κάνει στη συγκεκριμένη πολιτική συγκυρία, να συνδέσει το δημοψήφισμα με το πρόσωπό του και την παραμονή του στην εξουσία.
Τα γεγονότα αυτά δίχασαν το κόμμα του. Μεγάλα ονόματα που ανήκουν στο Δημοκρατικό Κόμμα (PD), όπως αυτά του πρώην πρωθυπουργού, Μάσιμο Ντ’Αλέμα, και του πρώην γενικού γραμματέα του PD , Πιερ Λουίτζι Μπερσάνι, τάχθηκαν υπέρ του ΟΧΙ. Yπέρ του ΟΧΙ ήταν ακόμη και ο πρώην τεχνοκράτης πρωθυπουργός και πρώην Ευρωπαίος επίτροπος Μάριο Μόντι, ο οποίος δεν είναι μέλος του PD. Το ΝΑΙ υποστήριξαν την τελευταία στιγμή, και για να μη γίνει μεγαλύτερη ζημιά, ο σημερινός πρόεδρος του PD, Τζιάνι Κούπερλο, και ο πρώην πρωθυπουργός, Ρομάνο Πρόντι.
Η αναθεώρηση Ρέντσι που περιόριζε σε μεγάλο βαθμό την εξουσία από την ιταλική Γερουσία μπορεί να βόλευε τις Βρυξέλλες, ωστόσο δυσαρέστησε τους Ιταλούς, που την θεωρούσαν απαράδεκτη σε συνδυασμό με τον εκλογικό νόμο που ήθελε να περάσει ο Ιταλός πρωθυπουργός. Το ίδιο πολιτικά επιπόλαια είχε κινηθεί και ο Βρετανός πρωθυπουργός, Ντέιβιντ Κάμερον, που είχε υποσχεθεί να κάνει δημοψήφισμα εφόσον κέρδιζε τις εκλογές του 2015, για να ικανοποιήσει μερίδα δικών του βουλευτών (Συντηρητικοί) και του ευρωσκεπτικιστικού UKIP, που τον πίεζαν προεκλογικά.
Η Ευρώπη λοιπόν σήμερα προσπαθεί να κρατηθεί όρθια, παραπατώντας σε ένα ρευστό γεωπολιτικό περιβάλλον, λόγω της έλλειψης υπεύθυνων και ισχυρών πολιτικών προσώπων, σε όλη την πολιτική πυραμίδα, από τους απλούς βουλευτές μέχρι την κορυφή. Σοβαροί άνθρωποι, εκτός ελάχιστων περιπτώσεων, δεν ασχολούνται με την πολιτική και οι πολίτες δεν επιλέγουν σοβαρούς ανθρώπους. Οι ευθύνες ανήκουν και στις δύο πλευρές. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει ένα κοινό σημείο, από όπου μπορούν να πιαστούν και οι δύο για να βγούμε όλοι από το τέλμα. Και αυτό είναι η επιλογή τού να λες και να δέχεσαι την αλήθεια.